Επιτόκια, τράπεζες και Johnnie Walker, μεταξύ σοβαρού και αστείου
Γράφει ο Γρηγόρης Νικολόπουλος
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σκοπεύει να λάβει μέτρα που θα εμποδίζουν τις εμπορικές τράπεζες να κερδοσκοπούν εις βάρος της. Αυτό δημοσίευσε το πρακτορείο Reuters εξηγώντας ότι οι εμπορικές τράπεζες που διευκολύνονται διαρκώς με “χαριστική” ρευστότητα από την ΕΚΤ “πάρκαραν” αυτή τη ρευστότητα στους λογαριασμούς καταθέσεων της ΕΚΤ με τα νέα αυξημένα επιτόκια βγάζοντας έτσι υπερκέρδη. Αυτό ενόχλησε – και δικαίως – την ΕΚΤ η οποία ψάχνει τρόπο να περιορίσει αυτά τα κέρδη των εμπορικών τραπεζών, τα οποία όπως λένε στελέχη της, βγαίνουν χωρίς να αναλαμβάνουν οι τράπεζες κανένα ρίσκο. Σημειώνεται ότι η ΕΚΤ “χαρίζει” λεφτά στις εμπορικές τράπεζες επί χρόνια τώρα προκειμένου να δανειοδοτήσουν τις οικονομίες και να ευνοήσουν την ανάπτυξη. Και τώρα διαπιστώνει ότι αυτά τα χαριστικά λεφτά, οι τράπεζες, της τα φορτώνουν ως καταθέσεις εισπράττοντας τα νέα αυξημένα επιτόκια. Δικαία η αγανάκτηση της ΕΚΤ.
Το ζήτημα όμως με τις τράπεζες δεν είναι μόνο η κερδοσκοπία τους εις βάρος της ΕΚΤ αλλά και έναντι του συνόλου της οικονομίας, δανειοληπτών, καταθετών, φυσικών και νομικών προσώπων.
Με την αύξηση των επιτοκίων από την ΕΚΤ οι τράπεζες σε όλη την Ευρώπη (και εδώ βεβαίως) άρχισαν να αυξάνουν τα επιτόκια των δανείων. Των νέων δανείων και φυσικά και των παλιών, δυσκολεύοντας έτσι τους δανειολήπτες να τα αποπληρώσουν. Και ενώ αυξάνεται ταχέως το επιτόκιο των δανείων, από την άλλη δεν αυξάνεται καθόλου, ή αυξάνεται ελάχιστα το επιτόκιο των καταθέσεων, το οποίο βρίσκεται όπως όλοι γνωρίζουμε στο “0” και φθάνει το 0,02% για μεγαλύτερα ποσά. Η διαφορά λοιπόν μεταξύ επιτοκίου κατάθεσης και επιτοκίου δανείου, το περίφημο spread, πολλαπλασιάζεται, προσφέροντας αυξημένα κέρδη στις τράπεζες. Οι τραπεζίτες τρίβουν τα χέρια τους από την αύξηση των επιτοκίων, αντίθετα επιχειρήσεις και νοικοκυριά δυσκολεύονται ήδη και θα δυσκολευτούν ακόμη περισσότερο, όσο η ΕΚΤ ακολουθεί την πολιτική αύξησης των επιτοκίων για την καταπολέμηση του πληθωρισμού.
Μια πολιτική που προσπαθεί να καταπολεμήσει την “ίωση” δηλαδή τον πληθωρισμό, εξαντλώντας μέχρι θανάτου τον “ασθενή”, δηλαδή τους δανειολήπτες, επιχειρήσεις και νοικοκυριά.
Η πολιτική αυτή εξανεμίζει κάθε προοπτική οικονομικής ανάπτυξης και είναι πάρα πολύ αμφίβολο αν περιορίζει τον πληθωρισμό, αφού αυτός προέρχεται από εξωγενείς παράγοντες δηλαδή από την ενεργειακή κρίση και όχι από την υπερβάλλουσα ρευστότητα στην οικονομία.
Αποταμίευση και Johnie Walker
Υπό αυτές τις συνθήκες όλοι αναρωτιούνται πώς θα προστατεύσουν τα χρήματα τους από τις απρόβλεπτες εξελίξεις που επικρατούν σήμερα παγκοσμίως. Ο πληθωρισμός δεν ευνοεί την αποταμίευση ιδιαίτερα όταν τα επιτόκια καταθέσεων είναι μηδενικά, διότι η αγοραστική δύναμη των αποταμιευμένων χρημάτων μειώνεται κάθε χρόνο με τον πληθωρισμό.
Οι διεθνείς αναλυτές εκτιμούν ότι οι αξίες των ακινήτων δεν θα συνεχίσουν την άνοδο των προηγούμενων ετών και καθώς τα επιτόκια των στεγαστικών δανείων αυξάνονται και τα εισοδήματα μειώνονται, οι τιμές των ακινήτων (παντού) θa σταματήσουν να ανεβαίνουν ή θα πέσουν.
Τα κρυπτονομίσματα είναι πέραν κάθε αμφιβολίας τζόγος και καμία επένδυση σε αυτά δεν μπορεί να αξιολογηθεί διότι η πραγματική τους αξία είναι μηδενική και η ονομαστική τους αξία εξαρτάται από την προσδοκία των επενδυτών ότι θα βρεθεί κάποιος άλλος αύριο να του τα πουλήσουν ακριβότερα από ότι τα αγόρασαν – και από τίποτα άλλο.
Ο χρυσός, το “ασφαλές καταφύγιο” σε περιπτώσεις κρίσεων δεν έχει εντυπωσιάσει με τις αποδόσεις του αυτή τη φορά, ίσως ανέβει, ίσως δεν είναι πλέον από τις αγαπημένες επιλογές των επενδυτών.
Τα κρατικά ομόλογα είναι μια σχετικά ασφαλής επένδυση (θεωρητικά) αλλά σε περίοδο ενεργειακής κρίσης και πολέμου, όπως τώρα, έρχονται τα πάνω κάτω και κανείς δεν ξέρει τι θα του ξημερώσει. Τα δε επιχειρηματικά ομόλογα έχουν ρίσκα ανάλογα των μετοχών.Με λίγα λόγια, το ερώτημα ποια επένδυση θα προστατεύσει το χρήμα, δεν έχει αυτή τη στιγμή ξεκάθαρη απάντηση.
Και υπό αυτές τις συνθήκες μια είναι η επένδυση που εξασφαλίζει όχι μόνο την διατήρηση της αγοραστικής δύναμης του χρήματος αλλά και ενδεχομένως μεγάλη απόδοση. Μια επένδυση που κανείς δεν μπορεί να πάρει στα σοβαρά (ούτε ο γράφων), αλλά είναι η πλέον σίγουρη χωρίς καμία αμφιβολία. Η αγορά φιαλών αλκοόλ, (πχ κάποιο πολύ γνωστό ουίσκυ, όπως πχ. το Johnnie Walker). Η επένδυση αυτή έχει – αν ο “επενδυτής” δεν πιει τα ουίσκι για να ηρεμήσει – τα εξής πλεονεκτήματα για την περίπτωση της απόλυτης κρίσης, του Αρμαγεδώνα: Πρώτον δεν αλλοιώνεται όσα χρόνια κι αν περάσουν και αποθηκεύεται εύκολα. Δεύτερον η τιμή του στην επίσημη αγορά παίρνει αυτομάτως όλες τις αυξήσεις των φόρων, τις υποτιμήσεις, τον πληθωρισμό κλπ. Συνεπώς και στην δευτερεύουσα αγορά, μόνο ανεβαίνει. Τρίτον, υπάρχει σταθερή ζήτηση παγκοσμίως και μάλιστα αλματωδώς αυξανόμενη σε περιόδους πολύ μεγάλων κρίσεων. Τέταρτον, σε αντίθεση με τη χρυσή λίρα, ή ακόμη χειρότερα με τις πλάκες χρυσού, όταν το ανταλλάξεις πχ με δυο κιλά κιμά, δεν χρειάζεσαι ρέστα, ενώ αν δώσεις μια χρυσή λίρα για τον κιμά, θα μείνεις χωρίς ρέστα. Πέμπτον, δεν υπάρχει περίπτωση να μη μπορείς να το πουλήσεις και έκτον, αν όλα πάνε στραβά, το πίνεις και ησυχάζεις.
Θα μου πείτε, πλάκα κάνεις; Φυσικά, αλλά για σκεφτείτε το, υπάρχει κάποια καλύτερη τοποθέτηση για τη διασφάλιση των χρημάτων σας.