Ανασχηματισμός, γιατί;
Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, σύμβουλος επιχειρήσεων – συγγραφέας
Μετά την εκλογή του νέου Προέδρου της Δημοκρατίας, όλοι επικεντρώνονται στις επόμενες κυβερνητικές πρωτοβουλίες, ανάμεσα στις οποίες κυρίαρχη θέση φαίνεται να έχει η προοπτική ενός σχετικά ριζικού ανασχηματισμού. Χρειάζεται όμως μια τέτοια παρέμβαση, κι αν ναι ποιοι είναι οι λόγοι ή ποιοι θα έπρεπε να είναι οι λόγοι και πια τα καθοριστικά βήματα.
Οι επανειλημμένοι ανασχηματισμοί εισήχθησαν στην εγχώρια πολιτική σκηνή την εποχή της πρώτης σοσιαλιστικής οκταετίας, όταν ο Ανδρέας Παπανδρέου με την κρίση του αδιαμφισβήτητου ηγέτη άλλαζε υπουργούς, όπως κι όταν επιθυμούσε, όχι τόσο για να υπηρετήσει συγκεκριμένες διαφοροποιήσεις στους στόχους αλλά κυρίως για να εξασφαλίσει τη σιωπή των αμνών, όταν κάποιοι τολμούσαν να διαφωνήσουν με τις επιλογές του, ή απλώς επειδή έπρεπε να υπουργοποιηθούν όσο το δυνατόν περισσότερα κυβερνητικά στελέχη μέσα σε μια θητεία για να διαθέτουν, λίγο πολλοί όλοι, κάτι από τη λάμψη της εξουσίας.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, κατά τη διάρκεια της πρώτης τετραετίας του, δεν έδειξε να γοητεύεται ιδιαίτερα από αυτή τη λογική. Οι αλλαγές στο κυβερνητικό σχήμα υπήρξαν συνήθως επιλεκτικές και στοχευμένες δείχνοντας να εξυπηρετούν ένα ευρύτερο σκεπτικό. Στη δεύτερη θητεία του, κάτι η δημοσκοπική πίεση που φέρνουν τα γεγονότα αλλά και η αναμενόμενη φθορά από την πολυετή διαχείριση της εξουσίας, κάτι η μεγαλύτερη ανάγκη διατήρησης των εσωκομματικών ισορροπιών, κάτι οι επιμέρους εξόφθαλμες αποτυχημένες πορείες κάποιων υπουργών, οι διορθωτικές κινήσεις γίνονται συχνότερες και ίσως κάπως πιο δομικές.
Τη συγκεκριμένη στιγμή ο ανασχηματισμός μοιάζει προδιαγεγραμμένη εξέλιξη αλλά μάλλον για τους λάθος λόγους. Οι αλλαγές επιμέρους προσώπων μπορεί ενίοτε να λειτουργούν ως μέσο αποφόρτισης ή ακόμη και λύτρωσης από δυσμενείς καταστάσεις αλλά δεν προσφέρουν ιδιαίτερα στην αύξηση της απόδοσης ή την πραγματική αλλαγή ατζέντας. Τι θα είχε λοιπόν ουσιαστική επίδραση στο κυβερνητικό έργο ή θα αποτελούσε παρακαταθήκη για το κυβερνητικό μέλλον;
Η δημιουργία, επιτέλους, ενός μικρού κι ευέλικτου σχήματος που θα αποφεύγει την επικάλυψη αρμοδιοτήτων και δεν θα επενδύει σε πολλαπλές θέσεις υφυπουργών με σχεδόν ανύπαρκτες αρμοδιότητες ή νεοπαγή υπουργεία με επικοινωνιακή αίγλη αλλά μηδαμινή παρεμβατικότητα. Έχουν ωριμάσει οι συνθήκες για έναν εκ βάθρων ανασχεδιασμό του κυβερνητικού πλαισίου που θα ανταποκρίνεται σε πραγματικές ανάγκες και θα συνδυάζεται με το η ολοκλήρωση μιας βαθιάς μεταρρύθμισης στον ευρύτερο κρατικό τομέα.
Από τον προϋπολογισμό μηδενικής βάσης έως τη συγχώνευση δομών και υπηρεσιών (κι αντίστοιχα των σχετικών υπουργείων), η δημόσια διοίκηση οφείλει να αναπροσδιοροστεί και να προσαρμοστεί σε ένα δομικά σύγχρονο, τεχνολογικά εξελιγμένο και λειτουργικά αποδοτικό πρότυπο. Μόνο έτσι ένας ανασχηματισμός θα αφήσει ουσιαστικό ιστορικό αποτύπωμα και θα αποτελέσει μια κίνηση κενή περιεχομένου χωρίς αντίκρυσμα για την κοινωνία.