Το ποδόσφαιρο ως καθρέφτης της πολιτικής και κοινωνικής σήψης
Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, Οικονομολόγος – Ψυχολόγος, Συγγραφέας
Το ποδόσφαιρο, ως το λαοφιλέστερο άθλημα, αποτέλεσε διαχρονικά πρόσφορο έδαφος για πολιτικές διευθετήσεις και κοινωνική καθοδήγηση. Άλλοτε πιο ισορροπημένα και λιγότερο προκλητικά. Άλλοτε απροκάλυπτα και με τάση επιβολής του… αλάθητου. Διαπλοκή, παράγκες, δίκαιο και αδικίες βρίσκονται πάντα στην ημερήσια διάταξη καθορίζοντας ένα πλαίσιο συναλλαγής και υπόγειων διαδρομών.
Στην εποχή της πρώτης φοράς Αριστεράς η καθεστωτική αντίληψη, επί παντός επιστητού, δεν θα άφηνε εκτός το εθιστικότερο “όπιο” των μαζών. Έστω κι αν οι έρευνες αποδεικνύουν ότι είναι πολύ μικρό το ποσοστό των φιλάθλων που επηρεάζονται στην εκλογική τους συμπεριφορά από πολιτικές αποφάσεις που αφορούν την ομάδα που υποστηρίζουν, η θυμική εκτόνωση μέσω της συλλογικής ταύτισης χρησιμοποιείται ως ευέλικτο μέσο αποφόρτισης και αποπροσανατολισμού από τα σημαντικά γεγονότα.
Οι επιχειρηματικές συμπάθειες, πιο εξόφθαλμες από ποτέ. Η διάθεση ευνοϊκής μεταχείρισης, φιλικών προς την κυβέρνηση, αθλητικών παραγόντων, ακόμη πιο ωμή. Κι αυτή την ύστατη ώρα που η κατάσταση στον χώρο του ποδοσφαίρου ξέφυγε από κάθε έλεγχο, με κουμποροφοόρους “αναμορφωτές” και αποφάσεις των διαιτητών να αλλάζουν στα αποδυτήρια, η ισοπεδωτική κυβερνητική λογική προτιμά το υποκριτικό κλείσιμο του διακόπτη δίχως παραδειγματική τιμωρία των αυτουργών.
Η λύση δεν βρίσκεται ποτέ στην γενίκευση και τους ασαφείς αφορισμούς. Αυτές οι πρακτικές δεν θα εξυγιάνουν ούτε σπιθαμή από τον βούρκο του ποδοσφαίρου όπως δεν το έκαναν τόσα χρόνια. Όποιος επιθυμεί πραγματικά ένα ακηδεμόνευτο και υγιές άθλημα ακολουθεί οργανωμένο πλάνο, ανάλογο με αυτό άλλων σοβαρών Ευρωπαϊκών πρωταθλημάτων, αποφεύγει την οποιαδήποτε πολιτική εμπλοκή, διαβεβαιώνοντας τους πάντες ότι ο νόμος ισχύει για όλους χωρίς παρερμηνείες και “παραθυράκια”.
Ας το παραδεχτούμε επιτέλους. Το ποδόσφαιρο δεν αποτελεί κάτι λιγότερο από έναν καθρέφτη της πολιτικής και κοινωνικής σήψης. Ένα επιπρόσθετο κλείσιμο του ματιού στην παρανομία, την τακτοποίηση των… εκκρεμοτήτων με πολιτική παρέμβαση. Επιβεβαίωση της νοοτροπίας πως υπάρχουν εύκολες και βολικές απαντήσεις για όλα τα θέματα.
Τι άλλο όμως να περιμένεις από μια κυβέρνηση που αναιρεί τις υποσχέσεις της με ταχύτητα φωτός, που κατεδαφίζει κάθε αξιακό αποκούμπι των Ελλήνων, που θεωρεί την εξουσία αυτοσκοπό και δεν αποφεύγει θεσμικές παρεμβάσεις στην δικαιοσύνη κι όχι μόνο, που ανοίγει με παρορμητικότητα εθνικά θέματα;
Τι άλλο όμως να περιμένεις από μια κοινωνία που επιλέγει τον λαϊκισμό ακόμη κι όταν η πραγματικότητα προσκρούει στο θελκτικό παραμύθι, που αντιδρά σε καθετί που θίγει συντεχνιακά κεκτημένα, που πιστεύει κάθε συνωμοσιολογική θεωρία και αναζητεί αποδιοπομπαίους τράγους για να ξεφορτωθεί τις δικές της ευθύνες, που έχει καταστήσει την ευγένεια και τον σεβασμό μειωτικές ιδιότητες;
Κάθε φορά που λέμε ότι βρήκαμε πάτο, κατορθώνουμε να σκαλίζουμε ακόμη βαθύτερα στον πιο ποταπό εαυτό μας και να καταλήγουμε σε νέα χαμηλότερα επίπεδα, νέους βυθούς για να στεγάσουμε τον πολιτικό και κοινωνικό εξευτελισμό μας.