Η γεωπολιτική αναβάθμιση της Τουρκίας και η επιλογή μη κλιμάκωσης με την Ελλάδα
Γράφει ο Ευάγγελος Τσούρης, φοιτητής πολιτικής επιστήμης και δημόσιας διοίκησης του ΕΚΠΑ
Η έξοδος του 4ου γεωτρύπανου της Τουρκίας , με το όνομα « Abdulhamid Han» στη Μεσόγειο είχε προβληματίσει ιδιαίτερα την Ελλάδα και την Κυπριακή Δημοκρατία, οι οποίες ανησυχούσαν για την κατεύθυνση που θα επέλεγε η γειτονική χώρα για την αποστολή του γεωτρύπανου. Υπήρξε η ανησυχία ότι το τουρκικό γεωτρύπανο θα κατευθυνόταν είτε σε οριοθετημένη κυπριακή ΑΟΖ ή σε περιοχή του ανυπόστατου Τουρκολιβυκού Συμφώνου Ερντογάν-Σάρατζ. Εν τέλει, αυτό κατευθύνθηκε έξω από τις ακτές της Αττάλειας σε δυνητική τουρκική ΑΟΖ (που όπως και η Ελλάδα , έτσι και η Τουρκία δεν έχουν οριοθετημένες ΑΟΖ στη Μεσόγειο- για αυτό και τις ονομάζουμε δυνητικές).
Αν και σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται εφησυχασμός από τα δύο κράτη του ελληνισμού, είναι απορίας άξιο το πώς δεν επέλεξε η γειτονική χώρα να οξύνει την κατάσταση στη Μεσόγειο και να επαναληφθεί το «παιχνίδι» του καλοκαιριού του 2020, ακόμη σε χειρότερο σενάριο καθώς τώρα θα είχαμε να αντιμετωπίσουμε ένα γεωτρύπανο και όχι ένα ερευνητικό σκάφος, όπως το Oruc Reis. Για ποιους λόγους η Τουρκία επέλεξε να μην κλιμακώσει στην πράξη και έμεινε συνεπής μόνο στις εκπληκτικές ασυναρτησίες που εκστομίζει η τουρκική ηγεσία περί αποστρατιωτικοποίησης, μουφτήδων και νήσων;
Αρχικά, το 2022 από το 2020, αν και πρόκειται για απόσταση μόνο δύο ετών, είναι ένα πραγματικά κομβικό έτος για το μέλλον της ιστορίας. Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η ενεργειακή κρίση, η επιστροφή των ΗΠΑ στην Ευρώπη, η αμφισβήτηση του δυτικού μοντέλου και η ανάδυση ενός διακριτού πολυπολικού κόσμου έχουν προκαλέσει μεγάλες αλλαγές στη συμπεριφορά των κρατών. Από τους πιο ωφελημένους αυτού του πολέμου που εξαπολύει η Ρωσία, είναι αδιαμφισβήτητα η Τουρκία. Η γεωπολιτική της θέση αναβαθμίζεται λόγω της σημασίας των Στενών. Αυτό το αντελήφθη γρήγορα ο τούρκος πρόεδρος και για αυτό ξεκίνησε ένα παιχνίδι συνδιαλλαγών τόσο με τη Ρωσία όσο και με τη Δύση, της οποίας και κατά κάποιον τρόπο – λόγω ΝΑΤΟ- είναι μέλος.
Την σχετική αμηχανία στην έναρξη της εισβολής αντικατέστησε ο διπλωματικός μαραθώνιος της Τουρκίας, αρχικά να φιλοξενήσει τις αντιπροσωπείες Ουκρανίας και Ρωσίας σε τουρκικό έδαφος και έπειτα να αποτελέσει μέρος της συμφωνίας για την εξαγωγή ουκρανικών σιτηρών από τα αποκλεισμένα λιμάνια της πολύπαθης Ουκρανίας. Η Τουρκία ουδέποτε εναρμονίστηκε με τις κυρώσεις της Δύσης στη Ρωσία , αλλά και ούτε εγκατέλειψε πλήρως την Ουκρανία καθώς προμήθευσε τη χώρα με drones Bayraktar. Άραγε, γιατί η Άγκυρα έπαιξε διπλό ταμπλό;
Η απάντηση είναι απλή: η Τουρκία δεν θέλησε ούτε να στραφεί απέναντι στη Ρωσία αλλά ούτε να κατηγορηθεί από τη Δύση ότι συντάχθηκε με τον Πούτιν. Προτίμησε να αφήσει ανοικτούς τους διαύλους επικοινωνίας με τον Πούτιν και παράλληλα να προωθήσει τα συμφέροντά της στο ΝΑΤΟ. Όταν άνοιξε η συζήτηση για την ένταξη στο ΝΑΤΟ της Σουηδίας και της Φινλανδίας, η Τουρκία εναντιώθηκε σθεναρά μέχρι να επιτύχει μια συμφωνία με Σουηδούς και Φινλανδούς που η Άγκυρα έκρινε επιτακτική για την εθνική της ασφάλεια. Παράλληλα, είναι η μόνη χώρα του ΝΑΤΟ που συνομιλεί απευθείας με τη Ρωσία. Αυτό είναι κάτι που εκτιμά ιδιαίτερα ο Ρώσος Πρόεδρος , δηλαδή την χημεία μεταξύ αυτού και του Ερντογάν.
Εν συνεχεία , η Τουρκία έχει κατορθώσει να αναβαθμίσει τη γεωπολιτική της θέση με το να προωθήσει τον εαυτό της ως πόλο ανάσχεσης της Ρωσίας σε πολλαπλά μέτωπα : στη Συρία, στη Λιβύη, στον Καύκασο και τώρα και στην Ουκρανία που επιχειρεί να έχει λόγω σε ευαίσθητα ζητήματα όπως αυτό της επισιτιστικής ασφάλειας του πλανήτη. Ουσιαστικά «λέει» στη Δύση και στις ΗΠΑ ότι είναι ακόμη ένας σημαντικός τους σύμμαχος και εμποδίζει τη Ρωσία να ελέγξει περιοχές από τις οποίες η Δύση απομακρύνθηκε λόγω κόπωσης ή αδυναμίας (πχ Συρία). Παράλληλα, ισορροπεί με τη Ρωσία πάνω σε ένα τεντωμένο σκοινί. Παρά την καλή συνεργασία Ρώσων και Τούρκων, οι δεύτεροι χρειάζονται τη συγκατάθεση της Ρωσίας ώστε να εξαπολύσουν μια νέα εισβολή κατά των Κούρδων της Συρίας. Η τουρκική αυτή επιθυμία προσέκρουσε πάνω στην άρνηση Ρωσίας και Ιράν.
Άρα, έχοντας εξασφαλίσει την γεωπολιτική της αναβάθμιση , για ποιους λόγους δεν «ξεσπά» έναντι της Ελλάδας ; Επειδή, όπως γνωρίζει καλά ο Ερντογάν, μια όξυνση των σχέσεων με την αποστολή του γεωτρύπανου σε περιοχές αμφισβητούμενης κυριαρχίας θα υπονόμευε την τουρκική προσπάθεια να αδράξει τα οφέλη της διττής στάσης της απέναντι σε Ρωσία και Δύση. Όσον αφορά τη Δύση, η Τουρκία επιθυμεί την αναβάθμιση της πολεμικής της αεροπορίας από τις ΗΠΑ. Αν και ο πρόεδρος των ΗΠΑ συναινεί, έχει μπροστά του το Κογκρέσο που αντιδρά στην αναξιόπιστη συμπεριφορά της Τουρκίας και την αποσταθεροποίηση που προκαλεί στη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ. Άρα, μια επικίνδυνη όξυνση με την Ελλάδα θα της στερούσε ίσως και τις λιγοστές ελπίδες για την αναβάθμιση της αεροπορίας της και θα προκαλούσε αντιδράσεις σε μια Δύση που πλέον δείχνει να μάχεται τον αναθεωρητισμό σε κάθε περίπτωση.
Εν κατακλείδι, ακόμη και αν η Τουρκία έστελνε το γεωτρύπανο σε περιοχή αμφισβητούμενης κυριαρχίας , εκτός του ότι θα απομονωνόταν διπλωματικά, θα είχε να αντιμετωπίσει μία ισχυρή επιχειρησιακά Ελλάδα με ένα πλέγμα συμμαχιών τόσο ισχυρό που θα ανάγκαζε την Τουρκία σε αναδίπλωση. Όσο κερδισμένη και να είναι η Τουρκία λόγω της ρωσικής εισβολής, ποτέ δεν θα καταφέρει να απεγκλωβιστεί από τα φαντάσματα του παρελθόντος και του αναθεωρητισμού που τη στοιχειώνουν.