Πολιτικές μεταγραφές. Από τον… Μέσι στο… Νίκωνα!
Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, Οικονομολόγος – Ψυχολόγος, Συγγραφέας
Οι στελεχειακές μεταγραφές είναι συνηθισμένο πολιτικό φαινόμενο, όπως άλλωστε και η χρησιμοποίηση λαμπερών προσωπικοτήτων του δημοσίου βίου ως υποτιθέμενο μέσο προσέλκυσης μη συμβατικών ψηφοφόρων, πολιτών που δεν ανήκουν στον στενό ιδεολογικό χώρο ενός κόμματος ή δηλώνουν απολιτίκ.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής οικοδόμησε την ΝΔ ως μια μεγάλη παράταξη που καλύπτει κοινωνικά από την Δεξιά έως τις παρυφές της Αριστεράς και σε μια δύσκολη περίοδο αξιοποίησε άτομα με ευρύτερες ιδεολογικές αναφορές. Ο δε Ανδρέας Παπανδρέου ενσωμάτωσε στο ΠΑΣΟΚ από τον Μπούτο μέχρι τονΒαφειάδη. Κάτι ανάλογο συνέβη και τις επόμενες δεκαετίες με εκατέρωθεν μεταγραφές.
Στα πλαίσια των μεγάλων πλειοψηφικών παρατάξεων αναζητούνταν ακόμη και πρόσκαιρες ταυτίσεις σε επιμέρους θέματα ή συνθήματα – στόχους που να δικαιολογούν τη συμπόρευση. Η επάνοδος στη δημοκρατική σταθερότητα το 1974. Η Αλλαγή το 1981. Η κάθαρση των σκανδάλων το 1989. Ο εκσυγχρονισμός το 1996. Η επανίδρυση του κράτους το 2004 κ.ο.κ.
Το ποιοι και κατά πόσο ανταποκρίθηκαν στο νέο ρόλο τους και ποιοι εκμεταλλεύτηκαν την ευκαιρία για να συνεχίσουν την κοινοβουλευτική παρουσία τους κρίνεται από την Ιστορία. Ποιοι προσέφεραν στα νέα κόμματα τους ή αποδείχτηκαν επαγγελματίες καιροσκόποι που πωλούν την πραμάτεια τους στον όποιον ενδιαφερόμενο κρίνεται στην πράξη.
Οι τωρινές προσχωρήσεις στην ΝΔ διαθέτουν το κίνητρο της δημιουργίας ενός μετώπου που θα απομακρύνει τον ΣΥΡΙΖΑ από την εξουσία. Με αυτή τη δικαιολογία θα βρεθούν στα ψηφοδέλτια της από ανθρώπους του θεάματος με πετυχημένη επαγγελματική πορεία αλλά συχνά ανύπαρκτο ή ασαφή πολιτικό λόγο έως εν ενέργεια βουλευτές ή στελέχη άλλων κομμάτων που βλέποντας πλέον το φως της εξουσίας να πλησιάζει επιθυμούν να συνταχθούν στην προσπάθεια του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Μόνο που τα τελευταία χρόνια η χώρα βρίσκεται στην πιο περίεργη κι επικίνδυνη φάση της. Όχι μόνο οικονομικά αλλά κυρίως αξιακά. Δεν διάγουμε περίοδο εθελοτυφλούσας ευδαιμονίας, ούτε βολικών γενικοτήτων. Οι επιμέρους συμπορεύσεις για την διατήρηση της Ευρωπαϊκής πορείας, στην οποία ο καθένας δίνει δική του ερμηνεία, ή η αρχική αντίθεση στις κυβερνητικές προτεραιότητες, δεν σηματοδοτούν αγαστή συνεργασία στην εκπόνηση και εκτέλεση ενός προγράμματος για την μεταμνημονιακή κατεύθυνση του τόπου.
Το μεταναστευτικό παραμένει κορυφαίο Ευρωπαϊκό ζήτημα κι οι λύσεις που πρέπει να διεκδικήσουμε μόνο χλιαρές δεν μπορούν να είναι. Η αυθεντία της Ευρωπαϊκής εξουσίας αμφισβητείται με την εθνική συνείδηση να αποκτά κυρίαρχη θέση στο νέο αφήγημα πολλών κρατών και να αναζητείται διεύρυνση της δημοκρατικής νομιμοποίησης των αποφάσεων.
Η ασφάλεια των πόλεων και η καταπολέμηση της εγκληματικότητας αποτελεί προαπαιτούμενο κοινωνικής και οικονομικής σταθερότητας. Ο δήθεν “φιλελεύθερος” δικαιωματισμός προκαλεί έντονες αντιδράσεις στοχεύοντας παραδοσιακές αξίες που εκφράζουν την πλειοψηφία των Ελλήνων. Τα εθνικά μας θέματα βρίσκονται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι που η επιτυχής διαπραγμάτευση από την καταστροφή απέχουν ελάχιστα. Στο δε οικονομικό και φορολογικό πεδίο χρειάζονται γενναίες φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις.
Πέρα λοιπόν από το πόσο κάποια πρόσωπα ταυτίζονται ή όχι με τις βασικές παραταξιακές αρχές της ΝΔ, τι έχουν να συνεισφέρουν στην αντιμετώπιση των παραπάνω θεμάτων; Πόσο συμπίπτουν οι διαχρονικές απόψεις τους με το πλαίσο στο οποίο κινούνται πλέον όλα τα Κεντροδεξιά Ευρωπαϊκά κόμματα;
Αν δεν προκύπτει μια τέτοιου είδους ταύτιση η συμμετοχή σε μια εκλογική λίστα δεν σημαίνει και πολλά. Ούτε οι ίδιοι θα υπηρετήσουν αξιόπιστα την κομματική ρητορική ούτε το κόμμα θα μετακινηθεί προς τις θέσεις που οι ίδιοι πρεσβεύουν.
Στο τέλος ίσως παραστήσουν για λίγο κάτι που δεν είναι, για χάρη της εκλογής μέσα από την στοχευμένη κεντρική προώθηση τους με μηδενικό όμως εκλογικό όφελος για το συνδυασμό στον οποίο θα συμμετέχουν. Δώρο, αδωρο δηλαδή.