Ο Γεραπετρίτης και το τέλος της ευθύνης

Γράφει ο Γιάννης Κίτσος, οικονομολόγος – σύμβουλος χρηματοοικονομικού και στρατηγικού σχεδιασμού

Μετά τον Σταμάτη Ζαχαρό, τον Σάκη Μουμτζή και όλο το «liberal» – τρόπος του λέγειν – περιβάλλον των κυβερνητικών κονδυλοφόρων και τρολ, ήρθε και ο Γεραπετρίτης να προσθέσει τη δική του πινελιά στη γραμμή υπεράσπισης της κυβέρνησης απέναντι στα όσα έθεσε ο Αντώνης Σαμαράς στη συνέντευξη του στον ΑΝΤ1. Και τι μας είπε; Ό,τι λένε πάντα: ότι όλα έγιναν σωστά, ότι δεν ήξεραν, ότι φταίνε οι προηγούμενοι. Από τα Τέμπη μέχρι τον ΟΠΕΚΕΠΕ, από την ακρίβεια μέχρι την ανυπαρξία διοίκησης, η ίδια μονότονη επωδός: «εμείς δεν φταίμε». Μια κυβέρνηση που δεν αναλαμβάνει ποτέ ευθύνη, γιατί έχει πείσει τον εαυτό της ότι είναι αλάνθαστη. Και ένας υπουργός Εξωτερικών που νομίζει ότι κάνει πολιτική επειδή αρθρώνει ωραίες φράσεις.

Ο Γεραπετρίτης, συνεχίζοντας τη γνωστή κυβερνητική συνταγή του «επιτελικού λόγου χωρίς περιεχόμενο», επιχείρησε να παρουσιάσει τις διπλωματικές του κινήσεις ως επιτυχία. Στην πραγματικότητα, όμως, αυτό που πρόβαλε ήταν μια καθαρά ιδεολογική ανάγνωση της εξωτερικής πολιτικής, ένας συνδυασμός τεχνοκρατικού κοσμοπολιτισμού και ψευδοφιλοσοφικής ρητορικής, που θυμίζει περισσότερο πανεπιστημιακό σε αμφιθέατρο παρά ηγέτη υπεύθυνο για τα εθνικά σύνορα. Με ύφος νέου Φουκουγιάμα, μας μίλησε για το τέλος της ιστορίας και την αυγή μιας εποχής «διαλόγου και ειρήνης». Μόνο που, όπως αποδεικνύει η ίδια η ιστορία, κάθε φορά που η Ελλάδα παρασύρθηκε από τέτοιες φαντασιώσεις, πλήρωσε βαρύ τίμημα.

Η «διπλωματία χωρίς πάθη», όπως την οραματίζεται ο Γεραπετρίτης, είναι στην πραγματικότητα πολιτική χωρίς πυξίδα. Διότι όταν δηλώνεις ότι «η Ελλάδα δεν διεκδικεί τίποτα από την Τουρκία», αφήνεις να εννοηθεί ότι αποδέχεσαι πως το μόνο που μπορεί να μπει στο τραπέζι του διαλόγου είναι τα δικά σου κυριαρχικά δικαιώματα. Ο διάλογος, σε αυτή την περίπτωση, δεν είναι άσκηση ειρήνης αλλά τεχνική υποχώρησης. Και η απουσία εθνικής στρατηγικής, ντυμένη με τη ρητορική της ψυχραιμίας και της «ώριμης στάσης», γίνεται απλώς το άλλοθι για μια πολιτική αδράνειας που παραδίδει έδαφος, σπιθαμή προς σπιθαμή, στο όνομα της «ρεαλιστικής προσέγγισης».

Το ζήτημα, όμως, δεν είναι μόνο εξωτερικό. Είναι βαθιά πολιτικό. Αυτή η κυβέρνηση έχει κάνει δόγμα τη μετακύλιση ευθυνών. Κάθε κρίση αντιμετωπίζεται επικοινωνιακά, όχι ουσιαστικά. Στα Τέμπη φταίνε οι υπάλληλοι. Στον ΟΠΕΚΕΠΕ φταίνε οι προηγούμενοι. Στην ακρίβεια φταίει η διεθνής συγκυρία. Και στην εξωτερική πολιτική, φταίει η «πολυπλοκότητα του διεθνούς περιβάλλοντος» αλλά και προηγούμενοι. Μια κυβέρνηση που αυτοαπαλλάσσεται διαρκώς, καταλήγει αναπόφευκτα να απονευρώνει το κράτος. Γιατί ένα κράτος χωρίς ευθύνη, χωρίς συνείδηση της αποστολής του, δεν μπορεί να υπερασπιστεί ούτε τους πολίτες του ούτε τα σύνορα του.

Απέναντι σε αυτή τη λογική, η παρέμβαση του Αντώνη Σαμαρά ήρθε ως υπενθύμιση ότι η πολιτική δεν είναι θεωρία ούτε επικοινωνία. Είναι ευθύνη απέναντι στο Έθνος. Και η ευθύνη αυτή σημαίνει να γνωρίζεις τι σημαίνει «κυριαρχία». Να μη φοβάσαι να πεις ότι η Ελλάδα έχει δικαιώματα, έχει λόγο, έχει ιστορικό βάρος. Ο Σαμαράς δεν μίλησε ως αντιπολιτευόμενος. Μίλησε ως πολιτικός με μνήμη, ως Έλληνας που πιστεύει ότι η εθνική αξιοπρέπεια δεν είναι αναχρονισμός. Και αυτή ακριβώς είναι η ρωγμή που προκαλεί πανικό στο σύστημα Μητσοτάκη: η ύπαρξη ενός λόγου που δεν χωράει στα όρια της πολιτικής διαχείρισης.

Η προσπάθεια του Γεραπετρίτη να εμφανιστεί ως θεματοφύλακας της «ψυχραιμίας» είναι στην ουσία προσπάθεια συγκάλυψης μιας επικίνδυνης πολιτικής ατολμίας. Γιατί όταν ο Υπουργός Εξωτερικών θεωρεί ότι «το πρόβλημα λύνεται όταν δεν το οξύνεις», τότε απλώς παραδέχεται ότι η χώρα δεν έχει στρατηγική, έχει φοβικά αντανακλαστικά. Η Ελλάδα δεν μπορεί να πορεύεται με τη λογική του «να μην προκαλέσουμε». Αν κάτι μας δίδαξε η ιστορία, από τη Μικρασιατική Καταστροφή μέχρι τα Ίμια, είναι ότι οι υποχωρήσεις δεν φέρνουν ειρήνη. Φέρνουν αμφισβήτηση, πίεση και τελικά απώλεια.

Η ειρωνεία είναι ότι ο Γεραπετρίτης, στο όνομα της «ευρωπαϊκής ορθότητας», καταλήγει να βλέπει την εξωτερική πολιτική σαν σεμινάριο διεθνών σχέσεων, όπου όλα λύνονται με χαμόγελα, συνεντεύξεις και φόρουμ. Μόνο που η πραγματικότητα είναι διαφορετική: οι ισορροπίες αλλάζουν, οι συμμαχίες δοκιμάζονται, και οι χώρες που επιβιώνουν είναι εκείνες που έχουν σταθερή στρατηγική, όχι ωραίες φράσεις. Ούτε οι μεγάλες κουβέντες για το «τέλος της ιστορίας» ούτε οι διαρκείς αναφορές στην «πολυμέρεια» μπορούν να υποκαταστήσουν την έννοια της εθνικής βούλησης.

Ο Σαμαράς, με τη γνωστή καθαρότητα του λόγου του, δεν έκανε τίποτε άλλο παρά να θέσει το αυτονόητο: ότι η Ελλάδα πρέπει να ξαναβρεί τη φωνή της. Να πάψει να λειτουργεί ως παθητικός παρατηρητής των εξελίξεων. Να αποκτήσει ξανά εκείνη τη στρατηγική αυτοπεποίθηση που έκανε τη χώρα παράγοντα στα Βαλκάνια και την Ανατολική Μεσόγειο. Η σιωπή και η «ψυχραιμία» δεν είναι πολιτική· είναι συνθηκολόγηση. Και το «τέλος της ευθύνης» που εκφράζει σήμερα ο Γεραπετρίτης δεν είναι απλώς ένα ρητορικό σχήμα αλλά η ίδια η παρακμή του πολιτικού μας συστήματος.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.