Δυνατή φωνή πριν, όχι μετά

Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, σύμβουλος επιχειρήσεων – συγγραφέας

Είχα γράψει πριν μερικές εβδομάδες ένα άρθρο με τίτλο “Τι κόσμος είναι αυτός;”. Το σοκ κι η πσγωμάρα με όσα συμβαίνουν γύρω μας δεν αφήνει και πολλά περιθώρια αντιδράσεων.

Μουδιάζεις στο άκουσμα των δολοφονιών γυναικών επειδή κάποιος “αφέντης” θεωρεί ότι διαθέτει ιδιοκτησιακά δικαιώματα πάνω στη σύντροφο του και εφευρίσκει δικαιολογίες για να εκφράσει τη βιαιότητά του. Μένεις εμβρόντητος από τη χυδαιότητα και την ωμότητα γονιών που δεν τιμούν ούτε κατ’ ελάχιστο τον πολύτιμο τίτλο τους και βασανίζουν, αφαιρούν τη ζωή που οι ίδιοι έφεραν στον κόσμο.

Είναι εύλογο να τίθενται ερωτήματα και απορίες που δεν έχουν εύκολες απαντήσεις για κάτι που μοιάζει αδιανόητο. Απλές εξηγήσεις δεν υπάρχουν. Είτε πρόκειται για μια ακραία σχιζοφρενική περίπτωση, είτε για ψυχοπάθεια, κάτι που μόνο η ψυχιατρική έκθεση διευκρινίζει, το έγκλημα θα παραμένει αποτρόπαιο και αδιανόητο για τον κοινό νου. Άλλωστε η δικαιοσύνη δεν παραχωρεί άκριτα το ελαφρυντικό του μειωμένου καταλογισμού, ούτε βέβαια μια τέτοια διάγνωση θα αλλάξει ιδιαίτερα την τελική ποινή. Το νομικό μας σύστημα έχει αποφασίσει τα ισόβια να μην καταλήγουν σε πάνω από 20 χρόνια κάθειρξης.

Αναφέρομαι συχνά στις ευθύνες του περιβάλλοντος. Στο πώς παριστάνουν ότι δεν βλέπουν την διεστραμμένη αντίδραση και γίνονται συνένοχοι καλύπτοντας τον εγκληματία. Στο πώς παραβλέπουν τα εμφανή σημάδια μιας διαταραχής προσωπικότητας ή μιας ψυχικής νόσου και επιτρέπουν την εξέλιξη συμπεριφορών που μπορεί να καταλήξουν αυτοκαταστροφικές ή εγκληματικές. Στο πώς συμβάλλουν οι ίδιοι, με την καταπίεση ή την κακοποίηση στο σχηματισμό, της ιδιάζουσα προσωπικότητας του άλλου. Στο πώς με την αδιαφορία ή την ηθελημένη αυτοπαραπλάνηση, για να μη χαρακτηριστούν οι άνθρωποι τους “τρελοί”, τους αφήνουν δίχως την κατάλληλη θεραπευτική αγωγή.

Καμία φορά χρησιμοποιώ σε αυτά τα μη επιστημονικά κείμενα, τη γενικόλογη και όχι πάντα ακριβής περιγραφή “ψυχική ασθένεια”, για λόγους συντομίας και εύκολης κατανόησης. Φυσικά κανείς δεν συνδυάζει τη νόσο με το έγκλημα. Στη συντριπτική τους πλειοψηφία οι νοσούντες δεν είναι καν ικανοί για εγκληματική ενέργεια, εκτός κάποιων μεμονομένων βαρύτατων ψυχωσικών συνδρόμων με τάση παραισθήσεων, κυρίως όταν μένουν χωρίς θεραπεία. Δεν πρόκειται βέβαια ούτε για κοινωνιοπαθείς με συναισθηματική απάθεια που ενίοτε μετατρέπεται σε μίσος εναντίον της.

Το ζητούμενο είναι να αποκτήσουμε ως κοινωνία ανοιχτές κεραίες που αντιλαμβάνονται την ξεκάθαρη παρέκκλιση είτε πρόκειται για μια ασθένεια που χρήζει ειδικής φροντίδας, είτε για παραβατική δράση. Να μη θεωρούμε καταδότη όποιον τολμά να καταδεικνύει τη βαναυσότητα και την κάθε είδους νοσηρότητα. Να συμπαραστεκόμσστε στα θύματα όχι με την κατόπιν εορτής υποκριτική σιωπή και θλίψη αλλά με τη δυνατή φωνή της αποκάλυψης και της καταδίκης του δράματος.

Οι μεταχρονολογημένες κραυγές εν είδει συναισθηματικού ή κυριολεκτικού λιντσαρίσματος δεν βοηθούν κανέναν, παρά ίσως μόνο συμβάλλουν στην εκτόνωση και την αποποίηση των ευθυνών που δεν θέλουμε να αποδεχτούμε.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.