«Αντιπολιτευτική ακράτεια»…
Γράφει ο Μπάμπης Παπαπαναγιώτου
Τα ολισθήματα στα οποία έχει υποπέσει ο ΣΥΡΙΖΑ, από τη στιγμή που έγινε γνωστή η θηριωδία σε βάρος του 12χρονου κοριτσιού, είναι πολλά και απίστευτα. Καθώς παραπέμπουν ευθέως σε μια στυγνή προσπάθεια ψηφοθηρίας πάνω στο κακοποιημένο κορμάκι και την ευάλωτη ψυχή ενός μικρού παιδιού. Ωμά, κυνικά και εν ψυχρώ.
Παραμερίζοντας -κακώς- τη χθεσινή χυδαία επίθεση της βουλευτού κ. Βαγενά συλλήβδην εναντίον της Ν.Δ. «είστε κόμμα βιαστών». (Η κατοπινή τηλεφωνική συγγνώμη προς τον κ. Χαρακόπουλο που ήταν ο αποδέκτης της χυδαιότητας, ελάχιστη σημασία έχει, καθώς έγινε «κατ’ εντολήν»). Παραμερίζοντας την προκλητική υιοθέτηση του γνωστού χυδαίου hashtag από τον (καθ’ ομολογία του ουσιαστικά) επιπόλαιο βουλευτή κ. Μαμουλάκη, αλλά και όλης της «υπόγας». Και κυρίως παραμερίζοντας -πάλι κακώς- την οργανωμένη προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ, μέσω αλλεπάλληλων υπαινιγμών περί συγκάλυψης, η οποία έφτασε στο ακραίο σημείο να υπονοεί ότι όποιος δεν έχει ψηφίσει ΣΥΡΙΖΑ μπορεί και να είναι «παιδεραστής» ή «βιαστής», φτάνουμε στην καρδιά της ανερυθρίαστης ψηφοθηρίας. Στον αρμόδιο τομεάρχη του ΣΥΡΙΖΑ τον κ. Σπίρτζη, ο οποίος απλώς βρίσκεται μπροστά από τον Α. Τσίπρα. Είναι αδιανόητο να μην είναι υπό την έγκριση του προέδρου του κόμματος, τα όσα έχει πει και γράψει ο αρμόδιος τομεάρχης του. Εστω και προσχηματικά -«αλά Κουρουμπλή»-θα τον είχε διαγράψει. Οχι μόνο δεν τον διέγραψε. Αλλά ήλθε και ο εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, ο κ. Ηλιόπουλος, να «ψιλοδιορθώσει» μεν τον κ. Σπίρτζη (έπρεπε να έχουν δοθεί στη δημοσιότητα όχι τα 213 ονόματα, αλλά «τουλάχιστον 10 παιδοβιαστών»), αλλά ουσιαστικά να τον καλύψει πλήρως.
Στο μεταξύ ο κ. Σπίρτζης τι είχε προλάβει να κάνει; Είχε προλάβει να υιοθετήσει την καταγγελία της «μάνας», η οποία μερικές ώρες αργότερα συνελήφθη για «διακεκριμένη μαστροπεία», ότι … «την έδιωξαν από το Α.Τ. Κολωνού». Είχε προλάβει μαζί με την «υπόγα», αλλά και επώνυμους δημοσιογράφους, να στήσουν ένα τείχος προστασίας γύρω από τη «μάνα», για να μην αλλάξει η ατζέντα, μέσω «αποπροσανατολισμών», όπως θα ήταν η συμμετοχή μελών της οικογένειας της 12χρονης στην εκπόρνευσή της. Κάτι που δεν σταμάτησε, όταν λίγες ώρες η «μάνα» συνελήφθη ως μαστροπός του παιδιού της…
Το κορυφαίο όμως το έκανε χθες στο ΟΠΕΝ. Συνέχισε να κατηγορεί την ΕΛ.ΑΣ. γιατί δεν δίνει τα ονόματα των 213 και γιατί επι 1,5 μήνα κωλυσιεργεί αφήνοντας περιθώρια στους βιαστές να κρύψουν επιβαρυντικά στοιχεία. Με τον υπαινιγμό περί συγκάλυψης και τη συνεχή διασύνδεση αυτής της υπόθεσης με την υπόθεση Λιγνάδη, να είναι διαρκείς. Τι ζητούσε ο κ. Σπίρτζης; Εγκαλούσε τον κ. Θεοδωρικάκο και μέσω αυτού την κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό, γιατί… δεν παρανόμησαν! Το γνωρίζουν, όχι μόνο οι πρωτοετείς φοιτητές της Νομικής, αλλά και οι υποψήφιοι να εισαχθούν σε αυτήν, ότι εντάλματα για τη δημοσιοποίηση ονομάτων δίνει ΜΟΝΟ η Δικαιοσύνη. Κανένας υπουργός και καμία κυβέρνηση δεν μπορεί να παραβιάσει το Σύνταγμα δίνοντας ονόματα, όποτε το κρίνει ή «γουστάρει». Εκτός κι αν ο κ. Σπίρτζης εγκάλεσε την κυβέρνηση, γιατί… δεν παραβίασε την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης και… δεν την πίεσε να κινηθεί πιο γρήγορα. Αλλά κι αυτό πρόβλημα είναι, δείχνει κατάφορη θεσμική ασέβεια.
Κι ακόμα λίγο παρακάτω. Η ΕΛ.ΑΣ. αυτόν τον 1,5 μήνα, δηλαδή από τότε που έγινε η καταγγελία, όπως αποδεικνύεται εκ του αποτελέσματος κινήθηκε γρήγορα, θεσμικά και αποτελεσματικά. «Εδεσε» την υπόθεση. Γι’ αυτό προχωράει τόσο γρήγορα η εξιχνίαση της κτηνωδίας. Σε βάθος και σε πλάτος. Δεν μπορεί να φανταστεί κανείς ότι ο κ. Σπίρτζης και ο ΣΥΡΙΖΑ είχαν ή έχουν κάποιο λόγο, ώστε να μη φτάσει το μαχαίρι στο κόκκαλο.
Εφόσον δεν ισχύει αυτό, η στάση του ΣΥΡΙΖΑ στην όλη υπόθεση μόνο μια εξήγηση μπορεί να έχει: την επιπολαιότητα και την «αντιπολιτευτική ακράτεια» που έχει. Η οποία τον οδηγεί σε μια ακραία ψηφοθηρική συμπεριφορά. Η οποία με τη σειρά της μπορεί να προκαλέσει σκέψεις, όπως ότι «δεν τους καίγεται καρφάκι» για το κοριτσάκι. Καίγονται όμως να ασελγήσουν πολιτικά και να διασωθούν πολιτικά. Με κάθε κόστος για την πολιτική αξιοπρέπειά τους, για τους θεσμούς, και τον όποιο πολιτικό πολιτισμό έχει απομείνει, μετά το γιουρούσι τους στον δημόσιο βίο.