Τα παθήματα που δεν έγιναν μαθήματα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις
Γράφει η Κρινιώ Καλογερίδου
Έχουμε φτάσει πολλές φορές στο χείλος του πολέμου με την Τουρκία, κι ας μην το έχουμε πάρει είδηση οι περισσότεροι. Ας μην το έχουμε πάρει είδηση, παρά μόνο τα τελευταία εννιά χρόνια (με την αλλαγή επί το επιθετικότερο της πολιτικής Ερντογάν απέναντι στην Ελλάδα μετά την απόπειρα πραξικοπήματος εναντίον του τον Ιούλιο του 2016).
Εννιά χρόνια συνειδητοποίησης ότι έχουμε δίπλα μας ένα νεο-οθωμανικό, αυταρχικό καθεστώς με αναθεωρητική, επεκτατική πολιτική, το οποίο προβάλλει κατά το δοκούν (με πρόσχημα την ενδεχόμενη επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια νότια της Κρήτης) το κατοχυρωμένο απ’ την Τουρκική Εθνοσυνέλευση το 1995 casus belli, προς ικανοποίηση των παράλογων απαιτήσεών του.
Απαιτήσεων με συνοδευτικά απειλές, παραγνώριση του Διεθνούς Δικαίου, αδιαλλαξία και εμμονή στις διεκδικήσεις του. Τις διεκδικήσεις της Τουρκίας σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο. Βουλιμία κατακτητική που δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με την πολιτική των υποχωρήσεων, του κατευνασμού και των γενναιόδωρων προσφορών από τη μεριά της Ελλάδας και της Κύπρου…
Αυτή είναι η πραγματικότητα και, όποιος εκπρόσωπος του Ελληνισμού συνεχίζει να την αγνοεί, θα δει την Ελλάδα – αργά ή γρήγορα – να μετατρέπεται σε θήραμα των αρπακτικών διαθέσεων της Τουρκίας, όπως αποτυπώνονται επανειλημμένα αυτές στα λόγια Αξιωματούχων της, με πρώτο το δίδυμο Ερντογάν-Μπαχτσελί, δίδυμο επικινδυνότητας διαρκείας για την Ελλάδα…
Δίδυμο των υπέρμαχων του αναθεωρητισμού στην Τουρκία, οι οποίοι αμφισβητούν ευθέως (με ”προειδοποιητικές” βολές και πιέσεις για αποστρατιωτικοποίηση) την ελληνική κυριαρχία σε ελληνικά 152 νησιά. Από τη Ζουράφα και τις Οινούσσες στο Βόρειο Αιγαίο μέχρι τους Φούρνους στο Βορειοανατολικό, το Αγαθονήσι στο Ανατολικό, το Πεταλίδι στο Κρητικό Πέλαγος και τη Γαύδο στο Λιβυκό.
Αμφισβητούν την ελληνική κυριαρχία στο μισό Αρχιπέλαγος και το δείχνουν στους χάρτες τους. Τους χάρτες που μοίρασε το 2022 το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών, όπου παρουσιάζουν βαμμένα κόκκινα τα εν λόγω νησιά μας, αψηφώντας το status quo της ελληνικής νησιωτικής επικράτειας, που είχε κατοχυρωθεί με τις Συνθήκες της Λωζάννης (1923) και των Παρισίων (1947).
Αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι τους εν λόγω χάρτες ”ακύρωσε” χάρτης της Ε.Ε που δημοσιεύτηκε τον Νοέμβριο του ’24 (στο πλαίσιο εκπόνησης απ’ την Ευρωπαϊκή Επιτροπή χαρτών Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού περιοχών των κρατών μελών της), παρουσιάζοντας την ελληνική επικράτεια με εκτεταμένα στα 12 ν μ τα χωρικά της ύδατα (ΕΧΥ) και την Τουρκία να αποκλείεται εντελώς από Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο, ενώ μένει χωρίς έξοδο απ’ τον Μαρμαρά!!!
Γεγονός που έκανε… ”Τούρκους” τους Τούρκους, όπως ήταν φυσικό, και αναζωπύρωσε την αρπακτική τους διάθεση για οικειοποίηση των ελληνικών κεκτημένων, επιβεβαιώνοντας το χιλιοειπωμένο εκφοβιστικό μήνυμα του Ερντογάν προς εμάς ”Μπορεί να έρθουμε μια νύχτα ξαφνικά και θα έρθουμε…”.
Τα πενήντα και πάνω χρόνια απ’ την κυπριακή τραγωδία του 1974 βαραίνουν σίγουρα στις πλάτες μας δραματικά, αλλά εμείς δεν εκδηλώσαμε διάθεση αποτροπής της τουρκικής επιθετικότητας ως τώρα – επί του πεδίου των προκλήσεων – παρά ελάχιστες φορές. Κι αυτό, αν μη τι άλλο, πιστοποιεί τη διαχρονικά αδιέξοδη εθνική στρατηγική μας στα ελληνοτουρκικά.
Αδιέξοδη και μυωπική, που λειτουργεί προς όφελος της Τουρκίας απ’ τη στιγμή διεύρυνσης της ατζέντας της κλιμακωτά σε βάρος της χώρας μας. Τη στιγμή μάλιστα κατά την οποία εμείς, όχι μόνο δεν κάνουμε βήμα μπροστά για να διεκδικήσουμε εθνικά δικαιώματα, αλλά μένουμε καθηλωμένοι στα εντός εκτός και επί τα αυτά των κεκτημένων μας επιτρέποντας περιοδικά να ατονίσουν οι κόκκινες γραμμές μας..
Μένουμε καθηλωμένοι ακολουθώντας το moto των ”ήσυχων νερών” (της μη αντίδρασής μας, δηλαδή, στις τουρκικές προκλήσεις), όπως μας ζητούν να κάνουμε οι ξένοι. Moto που επιτρέπει την παγίωση των τουρκικών βλέψεων και κινείται στο πλαίσιο της κατευναστικής εξωτερικής πολιτικής της χώρας μας, η οποία αντικατέστησε την αποτρεπτική.
Την πολιτική που κρατάμε, ως φαίνεται, μόνο για ”θερμό επεισόδιο” και γενικευμένη σύρραξη με την Τουρκία. Λόγος που μας έκανε να γυρίσουμε την πλάτη στη δικαιωματική επέκταση των χωρικών μας υδάτων στα 12 ν μ, την οποία εξασφαλίσαμε ήδη από το 1982 συνυπογράφοντας με άλλα 166 κράτη-μέλη (και την Ευρωπαϊκή Ένωση) τη Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας, θεμέλιο λίθο για τη διευθέτηση διακρατικών διαφορών σχετικά με τα χωρικά ύδατα και την υφαλοκρηπίδα.
Η υπογραφή μας, ωστόσο, μένει έκτοτε στα χαρτιά, γιατί – σε αντίθεση με τις άλλες χώρες που έσπευσαν να την εκμεταλλευτούν επεκτείνοντας τα χωρικά τους ύδατα – εμείς (υπό τον φόβο του casus belli των Τούρκων, οι οποίοι -σημειωτέον-επεξέτειναν προ πολλού και παράνομα τα δικά τους χωρικά ύδατα στην Μαύρη Θάλασσα), δεν τολμάμε να εφαρμόσουμε το δικαίωμα επέκτασης των ΕΧΥ (Ελληνικών Χωρικών Υδάτων).
Κι αυτό, αν και γνωρίζουμε ότι τα 12 μίλια θα γκρεμίσουν τα σχέδια της ”Γαλάζιας Πατρίδας” για ”συνεκμετάλλευση”-διχοτόμηση του Αιγαίου και θα μετατρέψουν το Αρχιπέλαγος σε ελληνική λίμνη αποσοβώντας δια παντός τον τουρκικό κίνδυνο.
Αν και γνωρίζουμε ότι η Σύμβαση του 1982 είναι σωτήρια για τα νησιά μας, γιατί – παρά τα περί αντιθέτου λεγόμενα των Τούρκων περί ανυπαρξίας ΑΟΖ (Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης) σε αυτά – η Σύμβαση αναφέρει ρητά (άρθρο 121, παράγραφος 2) ότι ”Όλα τα νησιά διαθέτουν ΑΟΖ […] Η ΑΟΖ και η υφαλοκρηπίδα ενός νησιού καθορίζονται με τον ίδιο τρόπο που καθορίζονται και για τις ηπειρωτικές περιοχές…”.
Πέραν αυτού, ”πιπιλίζουμε” απ’ το 1973 την καραμέλα της μίας και μόνο διαφοράς μας με την Τουρκία (βάσει της αρχής της μέσης γραμμής) – διαφοράς για οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας, στην οποία προσθέσαμε και την ΑΟΖ από το 1982) – τη στιγμή που ο Τούρκος υποστηρίζει πως στη Χάγη θα ανοίξει τη βεντάλια όλων των διεκδικήσεών του στην ελληνική επικράτεια.
Σημειωτέον ότι, πέρα απ’ την αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας σε νησιά του Αιγαίου και το χρόνιο αίτημα της Τουρκίας για αποστρατιωτικοποίησή τους, αυτή έχει βάλει στο μάτι και τη Θράκη με τα Δωδεκάνησα (βλέπε αίτημα αναγνώρισης ”τουρκικής” μειονότητας σε αυτά), τη μισή Κρήτη στο Κρητικό Πέλαγος και τη Θεσσαλονίκη στην Κεντρική Μακεδονία…
Απέναντι στις βουλιμικές τάσεις της εμείς, όπως προείπα, κρατάμε στον πάγο τα 12 ν μ που δικαιούμαστε και διατηρούμε ενεργά την ύπαρξη υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ των νησιών μας και το δικαίωμα που μας δίνει η Σύμβαση για καταφυγή μας στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης προς επικύρωση των δικαιωμάτων τους με βάση τη Σύμβαση του Δικαίου της Θάλασσας.
Σύμβαση που υπέγραψε η Ελλάδα, αλλά όχι η Τουρκία, για να προβάλλει αντ’ αυτής – ως επιχείρημα αμφισβήτησης της ελληνικότητας των νησιών του βορείου και ανατολικού Αιγαίου – την τουρκική λογική που στηρίζεται στη θεωρία περί ”γκρίζων ζωνών” και εγγυτέρων νήσων (με επίκεντρο το “απομονωμένο” Καστελόριζο του συμπλέγματος της Μεγίστης [Μεγίστη, Στρογγύλη, Ρω, Καστελόριζο], το οποίο ανήκει στο ευρύτερο σύμπλεγμα των Δωδεκανήσων).
Οι παραλείψεις και τα λάθη των ελληνικών κυβερνήσεων είναι ο κύριος λόγος, φυσικά, που φτάσαμε ως εδώ, με αποκορύφωμα την ηττοπαθή στάση μας στα Ίμια (1996) – έναντι της ένοπλης τουρκικής αμφισβήτησης της ελληνικής θαλάσσιας κυριαρχίας – και τη Συμφωνία της Μαδρίτης που ακολούθησε (1997) – επί κυβέρνησης Κώστα Σημίτη αμφότερα – για να πάρει σάρκα και οστά το «γκριζάρισμα» του Αιγαίου.
Αλλά, φευ!, οι ”διάδοχοι” του κατευνασμού διακομματικά – αν και αποδείχθηκε εθνικά ζημιογόνος αυτός – συνεχίζουν να τον υπερασπίζονται και να τιμούν ως ήρωες αυτούς που άφησαν την ελληνική σημαία να την πάρει ο… αέρας (αιτιάσεις Θεόδωρου Πάγκαλου, τότε ΥΠΕΞ μας), για να καταλήξει σε τουρκικά χέρια.
Και σαν να μην φτάνει αυτό, οι εκπρόσωποι της πολιτικής και δημοσιογραφικής ελίτ διαστρέφουν την πραγματικότητα (ότι στα Ίμια, δηλαδή, είχαμε απώλεια τμήματος της ελληνικής επικράτειας – για πρώτη φορά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο – και ότι τα παραδώσαμε αμαχητί στον εχθρό, ο οποίος πέτυχε να τα ”γκριζάρει” και να τα μετατρέψει σε ουδέτερη ζώνη).
Με δεδομένα αυτά, είναι καταστροφικό να συνεχίζουμε (επί των ελληνοτουρκικών) μια πολιτική στα χνάρια λανθασμένων πολιτικών κλείνοντας συμφωνίες κορυφής (”Διακήρυξη των Αθηνών Περί Σχέσεων Φιλίας και Καλής Γειτονίας”, 7/12/’23) και ετοιμάζοντας νέες (συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν στην Άγκυρα τον Απρίλιο του τρέχοντα χρόνου) με την αφερέγγυα Τουρκία, τη στιγμή που είναι ηλίου φαεινότερο ότι αυτή συνεχίζει να είναι το ίδιο απειλητική για την Ελλάδα ακόμα και με μεσολάβηση τρίτων…