Το market pass και οι “φιλελεύθερες” εμμονές
Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, σύμβουλος επιχειρήσεων – συγγραφέας
Είναι άπειρες οι φορές που έχω αναφερθεί στην τεράστια διαφορά ανάμεσα στην εποικοδομιτική κριτική και τις εμμονικές αντιδράσεις. Η πρώτη αποτελεί απαραίτητο στοιχείο και αποτελεσματικό μέσο κάθε υγιούς brainstorming. Οι δεύτερες, ιδεολογικές ή ακόμη χειρότερα προσωπικές, οδηγούν τη σκέψη σε προκατασκευασμένες θέσεις και νοητικά αδιέξοδα. Μια τέτοια περίπτωση αναδεικνύεται και μέσα από την αντιπαράθεση για το market pass.
Πολλές φορές έχουμε γράψει ότι καμία πολιτική δεν μπορεί να επενδύει σε μια μόνιμα επιδοματική λογική κι ότι κάθε τέτοια παρέμβαση οφείλει να γίνεται στοχευμένα έχοντας ως προτεραιότητα τη στήριξη της παραγωγής και της εργασίας αλλά και όσων πλήττονται καίρια από τις επιπτώσεις κάθε κρίσης. Άλλωστε ο ίδιος ο πρωθυπουργός το έχει επανειλημμένα επισημάνει και πρόσφατα μας υπενθύμισε αυτή τη βασική αρχή.
Τις τελευταίες μέρες εμφανίστηκαν μια σειρά “ειδικών” για να μας εξηγήσουν είτε ότι δεν νοείται φιλελεύθερη πολιτική με τόσα επιδόματα, είτε ότι πρόκειται για προεκλογικά ψίχουλα που δεν ανακουφίζουν τους πολίτες από τις έντονες πληθωριστικές πιέσεις. Κι αν οι δεύτεροι, είναι οι γνωστοί θιασώτες μιας κρατικιστικής χίμαιρας που διαθέτει αστείρευτες πηγές χρηματοδότησης, οι πρώτοι συνήθως παριστάνουν ότι αγνοούν την πραγματικότητα, προβάλλοντας με εσφαλμένο τρόπο την δήθεν ιδεολογική καθαρότητά τους, τελικά παραπλανώντας συνειδητά την κοινωνία.
Γιατί ο αφελής αλτρουισμός, αυτός που θεωρεί ότι ένα κράτος με τεράστιο δημόσιο χρέος και συντριπτικό μέρος του εσόδων του προϋπολογισμού του να πηγαίνει για πληρωμές μισθών και συντάξεων, συρρικνώνοντας τα περιθώρια κοινωνικής πολιτικής, μπορεί να μοιράζει αφειδώς χρήματα που δεν διαθέτει, έχει αποκαλυφθεί και ξεπεραστεί όλα αυτά τα χρόνια της οικονομικής κρίσης.
Ο άλλος όμως, προσποιείται τον θεμστοφύλακα του οικονομικού φιλελευθερισμού αποκρύπτοντας τους παράγοντες διαφοροποίησης των τωρινών κρατικών βοηθημάτων.
Πρώτον, οι πηγές των κεφαλαίων που χρησιμοποιούνται για αυτές τις δράσεις προέρχονται είτε από την υπέρβαση των αναπτυξιακών στόχων που αποφέρουν μεγαλύτερα φορολογικά έσοδα, είτε από τη φορολόγηση των υπερκερδών των εταιρειών στο χώρο της ενέργειας, που ακόμη κι αν δεν φτάνουν τις αισιόδοξες αρχικές προβλέψεις αποτελούν ένα εξαιρετικά σεβαστό πόσο. Οπότε δεν επιβαρύνουν τον προϋπολογισμό, δεν περιορίζουν τη χρηματοδότηση άλλων δράσεων, δεν χρεώνουν περαιτέρω τη χώρα κι αυτή είναι η τεράστια διαφορά με το παρελθόν.
Δεύτερον, αυτές οι πρόσκαιρες επιδοματικές επιλογές δεν απέτρεψαν την κυβέρνηση από τη συνέχιση της μείωσης της φορολόγησης και των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων ή από την αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ, τόσο για την προώθηση μεγάλων έργων όσο και τη στήριξη της επιχειρηματικότητας.
Ναι λοιπόν στην κριτική και τις προτάσεις που βοηθούν να λυθούν ουσιαστικά προβλήματα, όχι όμως με απωθημένα και ιδεολογική επίφαση που δεν εξυπηρετούν πάρα μόνο όποιον της εκφράζει.