Το κατά… Κεφαλήν Εισόδημα
Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, σύμβουλος επιχειρήσεων – συγγραφέας
Ανακοίνωσε η Eurostat τα ετήσια στοιχεία του 2023 για την πορεία του κατά κεφαλήν εισοδήματος των χωρών της Ε.Ε., σε όρους αγοραστικής αξίας (PPP) και τα αντικρουόμενα επιχειρήματα δεν αφήνουν καιεηαλο περιθώριο κατανόησης της πραγματικότητας και κυρίως τόσο της διαχρονικής πορείας του δείκτη όσο και των παραγόντων που ενισχύουν ή απομειώνουν την εξέλιξη του.
Το σημερινό 67% του Ευρωπαϊκού μέσου όρου φαντάζει ως νούμερο χαμηλό για μια χώρα με διαδρομή δεκαετιών στην Ε.Ε. Βέβαια αυτή η χώρα έχει περάσει μέσα από τις συμπληγάδες μιας δεκαετούς και πλέον οικονομικής κρίσης που ακολουθήθηκε από την υγειονομική κρίση του κορωνοϊού, την ενεργειακή και επισιτιστική κρίση.
Αν σκεφτεί κανείς ότι λίγο πριν την είσοδο στα μνημόνια ξεπεράσαμε το 90% κι ότι ακόμη και στο τέλος της διακυβέρνησής Σαμαρά, το 2014, παραμέναμε στο 72% με εξαιρετικές προοπτικές για σύντομη επάνοδο στο 80%, δύο είναι τα βασικά συμπεράσματα στα οποία μπορεί να καταλήξει, αναλογιζόμενος μάλιστα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ παρέδωσε τον σχετικό δείκτη στο 66%.
Το ένα συμπέρασμα, το καθαρά θεσμικό, είναι ότι ακόμη και σημερινά οικονομικά στοιχεία αποδεικνύουν πόσο οπισθοδρόμησε η χώρα και πόσο επλήγησαν οι ίδιοι οι πολίτες, μετά τη “βίαιη” ανατροπή της κυβέρνησης Σαμαρά. Οπισθοδρόμηση που δεν επέτρεψε την ταχύτερη επάνοδο και στην εισοδηματική κανονικότητα που θα επέτρεπε στην οποία ελληνική κυβέρνηση να διαθέτει περισσότερο δημοσιονομικό χώρο και οικονομικά εργαλεία για να αντιμετωπίσει ακόμη πιο επιτυχημένα τα διεθνή προβλήματα των τελευταίων ετών.
Το δεύτερο συμπέρασμα, αφορά τις εσωτερικές παθογένειες και τις μεταρρυθμίσεις που πρέπει να ολοκληρωθούν, αν επιθυμούμε να δούμε την προσέγγιση της αγοραστικής αξίας των εισοδημάτων προς τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, σε λιγότερο από μια δεκαετία που πιθανότατα να προσεγγίσουμε νούμερα κοντά σε αυτά του 2007, χωρίς τον φόβο μιας νέας κατάρρευσης λόγω αδυναμίας αποπληρωμής των ετήσιων τοκοχρεωλυσίων του δημοσίου χρέους.
Παρά το γεγονός ότι η βελτίωση του συγκεκριμένου δείκτη, στην Ελλάδα τρέχει με διπλάσιους ρυθμούς από την υπόλοιπη Ευρώπη τα τελευταία χρόνια, τα δομικά προβλήματα στην αγορά όπως η μεγαλύτερη δυσκολία χαλιναγώγησης του πληθωρισμού της απληστίας με το μοναδιαίο εγχώριο κέρδος να φορτώνει τον πληθωρισμό με 1% (3η υψηλότερη επιβάρυνση μετά την Ουγγαρία και τη Ρουμανία) περιορίζουν τη συνολική δυναμική ταχύτερης βελτίωσης του PPP κατά κεφαλήν εισοδήματος. Κι αυτό πρέπει να ληφθεί ως ένα ισχυρό καμπανάκι περαιτέρω ενίσχυσης του ρόλου της Επιτροπής Ανταγωνισμού και της ποσότητας και ποιότητας του ελέγχου της αγοράς, αλλιώς η ονομαστική αύξηση του ΑΕΠ θα καταλήγει εν πολλοίς χαμένη συνεισφορά σε ένα εισοδηματικό βαρέλι χωρίς πάτο.