Τις πταίει που νοσεί η ελληνική οικογένεια;
Γράφει η Κρινιώ Καλογερίδου
Κάποιοι ρομαντικοί, αυτοί που πάσχουν από αθεράπευτες νοσταλγίες και τρέφονται απ’ τις μνήμες του αίματός τους, λένε πως η ζωή είναι πνεύμα και αισθήσεις. Αισθήσεις φερμένες από αλλοτινές ζωές χαμένες στο χρόνο.
Αισθήσεις που προσμένουν εναγώνια τη στιγμή της συνάντησης με την ”αδελφή ψυχή”, στη βάση του Πλατωνικού ορισμού ”Έρωτας είναι η ένωση της ψυχής με το αιώνιο αρχέτυπό της”. Ένωση που κατακλύζει από κύματα ζεστασιάς τη ζωή των ερωτευμένων βάζοντας στο παιχνίδι την προοπτική του γάμου.
Προοπτική φορτωμένη για τους πιο πολλούς με συγκίνηση και ευφορία, η οποία κορυφώνεται σε δυο δόσεις (σε θρησκευτικό επίπεδο): 1. Στο μεγαλείο της τελετουργίας και 2. Στην εκπλήρωση της ευχής του γάμου ”Και έσονται οι δύο εις σάρκα μία” (βλ. Γένεση 2: 21-24 — ο.ε.δ: εγκόλπιο Ορθόδοξου μελλονύμφου).
Ιερό Μυστήριο ο Γάμος στον Χριστιανισμό και ιερή η στιγμή της σύζευξης δύο ανθρώπων οι οποίοι, με την ένωσή τους, δημιουργούν το κύτταρο της κοινωνίας που ονομάζεται ”οικογένεια”.
Απ’ την πλευρά της Ιστορίας, ο γάμος και η οικογένεια έχουν αρχαϊκές και πρωτόγονες ρίζες συνυφασμένες με καταναγκασμούς και εξελικτικά στάδια, βάσει των οποίων (κατά τον Βέλγο ανθρωπολόγο και διανοητή Λεβί-Στρος) ”Η Ιστορία πέρασε στο στάδιο της κοινωνικότητας και η οικογένεια από τη ”φυσική οργάνωση” στην ”κοινωνική οργάνωση” (βλ. στρουκτουραλισμός-ο δομισμός των ορίων της ανθρώπινης ελευθερίας).
Για ένα Κράτος Πρόνοιας, ειδικά, η οικογένεια είναι θεσμός ενταγμένος στο Οικογενειακό Δίκαιο, ενώ για τον Χριστιανισμό αποτελεί ”θείο θεμέλιο”, για τη στήριξη του οποίου οι γονείς γίνονται ”συνεργοί του Θεού” με… ”τροφοδότη λογαριασμό” την Αγάπη.
Όπερ σημαίνει ότι η οικογένεια στον Χριστιανισμό έχει ηθικοπνευματικές διαστάσεις. Είναι αξιακός θεσμός και ”κατοικητήριο του Χριστού”, όπου ευδοκιμεί η αγάπη μεταξύ των μελών της. Αγάπη που αντλείται από την πηγή της Αγάπης, τον ίδιο τον Ιησού Χριστό.
Για άλλους, βέβαια, η οικογένεια ”δεν είναι ιδανικός θεσμός, αλλά μια μικρή επικράτεια όπου το κάθε πρόσωπο έχει τον ρόλο του: γίνεται ο πατέρας, η μητέρα, ο αδελφός, η αδελφή, ο πρόγονος” (Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος: Ο Σύγχρονος Άνθρωπος).
Επικράτεια που, στην πατροπαράδοτη μορφή της (την πατριαρχική), είχε μετατραπεί σε ”λεόντεια εταιρεία” με έναν πατέρα καταπιεστή και τύραννο, ο οποίος λίγο απείχε από τον βάναυσο ήρωα του Κρόνιν στο πολύκροτο μυθιστόρημά του ”Ο Τύραννος”.
Έναν Padre padrone (πατέρα-αφέντη), ουσιαστικά, ο οποίος απαιτούσε υποταγή σκλάβου από τα μέλη της οικογένειάς του. Κάτι που δεν βλέπουμε στην μητριαρχική κοινωνία, όπου ”η ανθρωπότητα ήταν ευτυχής ή, τουλάχιστον, λιγότερο δυστυχής (Ευ. Παπανούτσος: ”Το Δίκαιο της Πυγμής”).
Σε κάθε περίπτωση, ασφαλώς, αυτό που είχε και έχει σημασία είναι να μπορεί να εκπληρώνει η οικογένεια τα βασικά λειτουργήματά της εκ των οποίων το βασικότερο είναι η προσφορά στο παιδί ή τα παιδιά της καλύτερων συνθηκών ζωής απ’ ό,τι θα μπορούσαν να έχουν αυτά οπουδήποτε αλλού.
Κάθε παιδί δικαιούται, άλλωστε, να μεγαλώνει σε περιβάλλον όχι υποταγής, αλλά στοργής, αγάπης, τρυφερότητας και αλληλεγγύης, ώστε να μοιράζεται με τους δικούς του ανθρώπους τη χαρά και τη λύπη του. Να διαμορφώνει την προσωπικότητά του με βάση τη σωστή αγωγή και να ανταποκρίνεται στον πολιτισμό της καθημερινότητάς του.
Πολιτισμό που απαιτεί την κοινωνικοποίησή του, την εξέλιξη του χαρακτήρα του, την ανάπτυξη πρωτοβουλιών και δραστηριοτήτων από κοινού με τους συμμαθητές του. Πολιτισμό που απαιτεί την μετατόπιση του ενδιαφέροντός του από το ”εγώ” στο ”εμείς”, ώστε να μάθει να ζει ειρηνικά σεβόμενος τα δικαιώματα των άλλων.
Το κύριο βάρος για όλα αυτά επωμίζεται, φυσικά, η οικογένεια. Η ελληνική οικογένεια, στην περίπτωσή μας, ευθύνη της οποίας είναι να δώσει στο παιδί ή τα παιδιά της την πρέπουσα αγωγή που οδηγεί στην κατάκτηση του πολιτισμού της καθημερινότητας.
Του πολιτισμού των αξιών και των κοινωνικών ιδεωδών (πολύτιμα κληροδοτήματα των προγόνων μας), που θα βοηθήσουν στην ψυχοπνευματική τους ανάπτυξη, ώστε να μπορεί να ανταποκριθεί η οικογένεια (το γονεϊκό δίδυμο, κατ’ εξοχήν) στις υποχρεώσεις, τα καθήκοντά της. Να μπορεί να ανταποκριθεί στο χρέος της.
Και χρέος των γονιών είναι να διαμορφώσουν συνθήκες στα σπίτια τους όπου να μπορούν να καρποφορήσουν στις καρδιές των παιδιών συναισθήματα που δεν έχουν να κάνουν μόνο με το θυμικό τους, αλλά και με την καλλιέργεια της ψυχής και του πνεύματός τους.
Να καρποφορήσουν συναισθήματα αγάπης, καλοσύνης, αλληλεγγύης, μετριοπάθειας και ανεκτικότητας απέναντι στους άλλους. Γιατί στο όλο πνεύμα της κάθε μορφής οικογένειας (πυρηνικής, μονογονεϊκής, διαζευγμένης) εγκιβωτίζονται οι αξίες, οι ιδέες, τα ήθη και τα έθιμά της που αντανακλούν στην ψυχική ποιότητα των μελών της.
Γι’ αυτό, όσο μεταγγίζονται προοδευτικά — δια της αγωγής και του παραδείγματος — τα ως άνω αξιακά ζητούμενα από τους μεγαλύτερους στους μικρότερους, τόσο οι τελευταίοι καθίστανται άτρωτοι στους πειρασμούς που θα θελήσουν να τους κλυδωνίσουν και να τους διαβρώσουν στην κοινωνική ζωή τους.
Σας ακούω να λέτε καγχάζοντας πως η διάβρωση στους κόλπους της οικογένειας είναι που έκανε την κρίση να ξεχειλίσει, γιατί προϋπήρχε ήδη η χαλάρωση των οικογενειαών δεσμών και η δυσαρμονία στις σχέσεις των μελών της οικογένειας απ’ τη στιγμή που οι γονείς δεν ήταν έτοιμοι να δεχτούν τον ισότιμο διάλογο με τα παιδιά τους και αντιδρούσαν με όρους υπεροχής ή ”ακυβερνησίας” μεγαλώνοντας το κενό μέσα τους…
Και τα δύο είναι απορριπτέα, ασφαλώς, γιατί η μεν υπεροχή των μεγάλων κάνει τους μικρούς να νιώθουν ασήμαντοι, άβουλοι και ανήμποροι να πατήσουν στα πόδια τους με αυτοπεποίθηση, η δε επιλογή του άκριτου φιλελευθερισμού αφήνει τα γκέμια τους ακυβέρνητα αντί να είναι χαλαρά για να συγκρατούνται.
Σκαλώνω στην τελευταία μου σκέψη, γιατί μου έρχεται στο μυαλό με θλίψη το τελευταίο (μέσα σε αναρίθμητα προηγούμενα περιστατικό άγριας βίας και εκφοβισμού ενός μαθητή από συνομηλίκους του, που επιβεβαιώνει ότι η βία έχει φωλιάσει για τα καλά στα παιδικά δωμάτια, τις γειτονιές, τις σχολικές αυλές και τις αίθουσες διδασκαλίας.
Και γι’ αυτό υπάρχουν ευθύνες και υπεύθυνοι. Οι κύριοι υπεύθυνοι είναι οι γονείς των κακοποιητικών παιδιών (οι οποίοι, κατά κανόνα, πρώτοι ”ήρξαντο χειρών αδίκων” κακοποιώντας συναισθηματικά και σωματικά τα παιδιά τους, για να τα μετατρέψουν στη συνέχεια σε κακοποιητές άλλων παιδιών.
Παιδιών-θυμάτων τα οποία υφίστανται κακοποίηση από μικρούς ”νταήδες” των σχολείων οι οποίοι δρουν παραβατικά με τις πλάτες των γονιών τους. Κι αυτό είναι αυταπόδεικτο από τη στιγμή που εκείνοι σπεύδουν υποστηρικτικά να καλύψουν παντοιοτρόπως τις πλημμεληματικές ή και κακουργηματικές πράξεις τους ακόμα, αντί να τα πιάσουν από το αυτί και να τα οδηγήσουν οι ίδιοι στη δικαιοσύνη.
Πέραν της ευθύνης όμως των ”πρωταγωνιστών” υπαιτίων για την κακή ανατροφή μιας προκλητικής και παραβατικής μερίδας της νεολαίας μας που τη συκοφαντεί όλη εξακολουθητικά, υπάρχουν και ”δευτεραγωνιστές” οι οποίοι έχουν κι αυτοί τις δικές τους ευθύνες για τα περιστατικά βίας, εκφοβισμού και εγκληματικότητας μέσα και έξω από τα σχολεία.
Όχι, δεν είναι οι εκπαιδευτικοί, γιατί στη σύγχρονη Εκπαίδευση έχουν μετατραπεί και οι ίδιοι σε θύματα κακοποιητών μαθητών. Είναι οι εκάστοτε ιθύνοντες των Διευθύνσεων Εκπαίδευσης και του Υπουργείου Παιδείας, που δίνουν… ”οδηγίες” ανοχής του εκτραχηλισμού της μαθητικής συμπεριφοράς στα σχολεία.
Οδηγίες αυστηρού ελέγχου των εκπαιδευτικών μόλις τολμήσουν να ζητήσουν την παραδειγματική τιμωρία των παραβατικών μαθητών τους. Τιμωρία της οποίας τα έσχατα όρια εξαντλούνται με την απομάκρυνσή τους από το σχολείο, κάτι που σπανίζει στη Δημόσια Εκπαίδευση τουλάχιστον…
Καταληκτικά, έχοντας υπόψη τα παραπάνω δεδομένα, οδηγούμαστε σε τρία βασικά συμπεράσματα που δείχνουν το δρόμο της λύσης και δεν περιορίζονται στο ”Τις πταίει”:
1. Οι αξίες, συμπεριλαμβανομένης και αυτής του θεσμού της οικογένειας, μπορεί να έχουν ”σκονιστεί” απ’ τον διαχρονικό αποπροσανατολισμό μας, αλλά δεν χάθηκαν. Και δεν χάθηκαν, γιατί δεν είναι αυτές καθαυτές οι αξίες που περνούν κρίση.
”Εκείνο που περνάει κρίση, ταλαντεύεται ή ακυρώνεται εντός μας, είναι η πίστη μας σε αυτές”, λέει ο Αντώνης Σαμαράκης (”Μένει η φιλία, ο έρωτας η ομορφιά”) και έχει δίκιο.
Γι’ αυτό και, στη συγκεκριμένη περίπτωση, εμείς οι Έλληνες εξακολουθούμε (στην πλειοψηφία μας) να στηρίζουμε — σε σχετικές έρευνες — την οικογένεια θεωρώντας την κορυφαίο κοινωνικό θεσμό .
2. Το υπουργείο Παιδείας διακυβερνητικά, με το να μη βάζει στο παιχνίδι των βαθμολογικών μαθητικών επιδόσεων και τη συμπεριφορά, την αγωγή των μαθητών μέσα και έξω από το σχολείο και έχοντας σε μόνιμη βάση στοχοποιημένους τους εκπαιδευτικούς στο θέμα της παραβατικότητας των μαθητών, αφαιρεί από το σχολείο το μείζον ζήτημα της διαπαιδαγώγησής τους.
3. Τίποτα δεν αναπληρώνει την οικογένεια στην αγωγή των παιδιών, η οποία ιστορικά είχε σαν στόχο της την καλλιέργεια των κοινωνικών και ηθικών αρετών των Ελλήνων. Γι’ αυτό η εξυγίανση και η στήριξή της είναι εθνικό χρέος όλων μας για την επιβίωση του Ελληνισμού.
Επειδή όμως νοσεί διαχρονικά αυτή χωρίς ελπίδα ίασης στο ορατό μέλλον (πράγμα που κλιμακώνει τη βίαιη συμπεριφορά των απογόνων της), χρειάζεται θεραπευτικό μετασχηματισμό σε άλλου τύπου δομή που να λειτουργεί με τη βοήθεια του Κράτους Πρόνοιας και της τοπικής Αυτοδιοίκησης βάσει αρχών και κανόνων…
”Το προνοείν και προλαμβάνειν κρείττον εστί του θεραπεύειν”, λέει ο Ιπποκράτης. Και το ”προλαμβάνειν” απαιτεί την αναπροσαρμογή της ελληνικής οικογένειας στις νέες συνθήκες της ατομικής και συλλογικής μας ζωής, που θα περιλαμβάνουν την επιμόρφωση των γονέων (Σχολές Γονέων–Συμβουλευτικοί Σταθμοί) σε τακτά διαστήματα, ώστε να γίνει πιο λειτουργικό το πρόγραμμα διαβίωσης των μελών της.
Επιπλέον, απαιτεί να αντιμετωπίζονται τα γονεϊκά προβλήματα στους κόλπους των οικογενειών των παραβατικών μαθητών σε συνεργασία με τους δασκάλους-καθηγητές τους, τους υπευθύνους συμβούλους των Διευθύνσεων Εκπαίδευσης και τους κρατικούς κοινωνικούς λειτουργούς, χωρίς να αποκλείεται και η συνδρομή της Εκκλησίας όπου κρίνεται αναγκαίο.
Έτσι η ελληνική οικογένεια θα αρχίσει να εξυγιαίνεται σταδιακά, δεν θα αμφισβητείται ως αξία και θα προσφέρει ουσιαστική βοήθεια στην κοινωνικοποίηση των παιδιών της, ώστε να ξαναγίνει γι’ αυτά το ασφαλέστερο καταφύγιο.