Τίποτα δεν είναι χωρίς αιτία
Γράφει ο Ιάσων Χατζηγεωργίου
Οι ατάκες που εκτοξεύουν οι δημοσιογράφοι μετά το εκλογικό αποτέλεσμα φανερώνουν πολιτική σκέψη προσχολικού επιπέδου ή εντεταλμένη ρητορική. Απορούν με την άνοδο των κομμάτων που διαθέτουν μια πιο συντηρητική ρητορική και προσβάλλουν την μερίδα του λαού που επέλεξε για εκπροσώπους του στην Βουλή αυτά τα κόμματα.
Τα αποτελέσματα των εκλογών έπιασαν τον παλμό της κοινωνίας και ο χτύπος έδειξε αντίδραση. Η μερίδα της κοινωνίας που στράφηκε σε μπλε (κατά αρκετούς μαύρους) συνδυασμούς ανησυχεί για όσα το αυτί των πολιτικών δεν ιδρώνει και επέλεξε να ρίξει ψήφο αντισυστημική. Τουλάχιστον έτσι την ονομάζει ο ψηφοφόρος για να περιγράψει την υποστήριξη του σε κόμματα που δεν απέκτησαν ισχύ στο παρελθόν και κυρίως που είναι φίλα προσκείμενα στις δικές του πεποιθήσεις.
Η απορία που αποτυπώνεται στα πρόσωπα των ανταποκριτών στα τηλεοπτικά πάνελ, η αγανάκτηση όταν λένε πως η κοινωνία «ναζιστοποιείται» που τους οδηγεί να διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους έχει αιτία, αλλά προσποιούνται πως δεν την γνωρίζουν ενώ απολαμβάνουν τον καρπό της. Και αυτή δεν είναι άλλη από την καταστρατήγηση των παραδοσιακών αξιών της Ελλάδας και η πλήρης απαξίωση όσων προσπαθούν κατά τήρηση των ηθών μας να διατηρήσουν κάτι από τα παλιά, να συντηρήσουν ό,τι θεωρούν πως πρέπει να σωθεί.
Αναμφίβολα οι χώρες της Δύσης αντιμετωπίζουν προκλήσεις πρωτόγνωρες. Οι κρισιμότερες εξ’ αυτών δεν είναι οι οικονομικές, αλλά όσες αποσαθρώνουν την ίδια την δομή της κοινωνίας και κατακερματίζουν το σύνολο των ανθρώπων της. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι το μεταναστευτικό ζήτημα, το οποίο από την μια αλλοιώνει την σύνθεση του πληθυσμού ανοίγοντας την κερκόπορτα στην πολυπολιτισμικότητα και από την άλλη γίνεται αφορμή για κοινωνικές συγκρούσεις και αναμόχλευση παθών στην Ελλάδα. Αντίστοιχο σκηνικό είναι η κατακόρυφη αύξηση της δημοτικότητας κίναιδων προτύπων, τα οποία όχι απλώς χαίρουν προβολής αλλά απολαμβάνουν σταδιακά πλήρη νομοθετική εξουσία αποκτώντας παρά φύσι δικαιώματα. Ενόσω διαδραματίζεται αυτό το σκηνικό, ο μέσος πολίτης -πελάτης, ψηφοφόρος την περίοδο των εκλογών- παρατηρεί τα όσα συμβαίνουν και αγανακτεί. Η ασφυξία που νιώθει ο άνθρωπος τα τελευταία χρόνια είναι αφόρητη, όχι μόνο εξαιτίας των συνθηκών αυτών αλλά και επειδή δεν βρίσκει βήμα έκφρασης. Για την ακρίβεια δεν του επιτρέπεται να έχει φωνή, να συνταχθεί με άλλες κοινωνικές ομάδες που τους ενώνουν κοινές ρίζες και να αρχίσει τις κινητοποιήσεις που θα φέρουν αλλαγές στο πολιτικό τοπίο. Έτσι, απογοητευμένος από την εξέλιξη των πραγμάτων και πιεσμένος από την φίμωση την οποία υπόκειται, ψάχνει τρόπους αντίδρασης. Βεβαίως όχι δυναμικούς και δύσκολους, αλλά στα πλαίσια της επανάστασης δια του καναπέ τους αναζητεί. Και το πιο εύκολο μέσο για να χτυπήσει όσους θεωρεί πως ευθύνονται για την κατάστασή του είναι η κάλπη. Ίσως λοιπόν η αύξηση των συντηρητικών δυνάμεων να είναι το τελευταίο αντανακλαστικό μιας ευνουχισμένης κοινωνίας.
Το αντανακλαστικό αυτό ιστορικά δεν ωφέλησε ποτέ τους λαούς. Χαρακτηριστικότερο όλων το παράδειγμα της ανόδου του τρίτου Ράιχ στην περίοδο του μεσοπολέμου, όταν και εξαιτίας παρόμοιων συνθηκών οι απογοητευμένοι και προδομένοι από τις κοσμικές εξουσίες Γερμανοί αναζήτησαν διέξοδο σε δυνάμεις περιθωριακές και περιθωριοποιημένες. Είναι καταστροφολογία και αβάσιμη κατηγορία να συγκρίνουμε τα εγκληματικά ένστικτα ενός λαού προ αιώνος με την αγανάκτηση ενός άλλου στο σήμερα. Παρ’ όλ’ αυτά οφείλουμε να αναγνωρίσουμε πως υπήρξε κοινό σημείο στην πορεία που χάραξαν και οι δυο και αποτελεί στοίχημα για κάθε σκεπτόμενο πολίτη ή πολιτικό να μην υπάρξει πουθενά αλλού στο μέλλον εκ νέου σημείο επαφής στις πορείες τους.
Προφανώς δεν είναι οι συνδυασμοί «εκ δεξιών της Νέας Δημοκρατίας» φασιστικά μορφώματα, ούτε και ακροδεξιές δυνάμεις που αναδύονται σε μια εποχή κρίσης. Στην χειρότερη είναι αφελείς πολιτικοί που θα διαγράψουν πορεία φωτοβολίδας, στην καλύτερη είναι αγνοί πατριώτες που θα δώσουν νέο αέρα μέσα στην Βουλή. Μια ακόμη αφορμή που εκνεύρισε την συντηρητική μερίδα της κοινωνίας και την οδήγησε στους κόλπους αυτών των πολιτικών είναι η κουτοπόνηρη κατάργηση του όρου «δεξιά» και το τσουβάλιασμα όλων των ανθρώπων εκτός της αριστερής δοξασίας στην «ακροδεξιά». Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο κατονομασμός όλων των μη αριστερών κυβερνήσεων ως «ακροδεξιές», με χαρακτηριστικά παραδείγματα την Σουηδία, την Ιταλία και την Σερβία. Είναι ιστορική ύβρις για όσους ανθρώπους υπέφεραν από πραγματικές αυταρχικές κυβερνήσεις, όσες έκαναν πράξη τα προστάγματα του υπαρκτού φασισμού, να κατονομάζουμε ως ακροδεξιές τις παρατάξεις που εκφράζουν μια πιο συντηρητική οπτική σε θέματα δημοσίου, οικονομίας, μεταναστευτικής πολιτικής, αντιμετώπισης του δημογραφικού κ.ο.κ.
Και η Ελλάδα δεν αποτελεί κάποια εξαίρεση στατιστικώς αδιάφορη. Τα πρόσφατα σκηνικά στην Γαλλία, οι τρομοκρατικές επιθέσεις σε Ευρωπαϊκές πόλεις, ο εξευτελισμός ιερών συμβόλων σε διάφορες χώρες που κρατούν «προοδευτική» στάση, η μεγέθυνση της εγκληματικότητας θα συντελέσουν στην αύξηση της δημοτικότητας δεξιών δυνάμεων σε όλη την Ήπειρο. Το τι αποτέλεσμα θα έχει αυτό το σενάριο θα το δείξει μόνο ο χρόνος. «Ουδέν ατέκμαρτον» και το σίγουρο είναι πως η αιτία είναι ήδη εδώ: Γυμνοί ΛΟΑΤΚΙστες με παιδοφιλικές διαθέσεις που στήνουν στον τοίχο όσους διαφωνούν με το παραλήρημα της κουλτούρας αφύπνισης και άτομα του αναρχικού χώρου που προασπίζονται τα δικαιώματα ισλαμιστών έναντι των γηγενών, οπλίζουν το χέρι των απλών ανθρώπων. Αυτή την φορά με μια συντηρητική ψήφο. Αύριο;