Τι είναι το nearshoring και reshoring και πώς απειλούν την παγκόσμια ειρήνη το 2023
Γράφει ο Αμφικτρύων
Στα πρώτα χρόνια της παγκοσμιοποίησης οι μεγάλες πολυεθνικές είχαν οργανώσει διεθνοποιημένες και κατακερματισμένες αλυσίδες παραγωγής και διάθεσης των προϊόντων τους. Τα προϊόντα παράγονταν στις χώρες όπου οι μισθοί ήταν χαμηλοί, ενώ οι πρώτες ύλες και τα εξαρτήματα σε πολλές περιπτώσεις εισάγονταν από άλλες χώρες.
Για παράδειγμα, η VW παράγει τα περισσότερα αυτοκίνητα της εκτός Γερμανίας ενώ τα περισσότερα IPhone της Apple συναρμολογούνται στην Κίνα από εξαρτήματα και πρώτες ύλες που εισάγονται από τρίτες χώρες.
Οι περιορισμοί που επιβλήθηκαν στις μετακινήσεις κατά την διάρκεια της πανδημίας οδήγησαν αυτό το παραγωγικό μοντέλο στην κατάρρευση ενώ μετά το τέλος της πανδημίας η παλαιά παραγωγική κανονικότητα δεν επανήλθε στην πρότερη μορφή της, επειδή πόλεμος στην Ουκρανία δημιούργησε νέες συνθήκες.
Νέο πλαίσιο
Η σχεδόν μονομερής παραγωγική εξάρτηση των μεγάλων πολυεθνικών από την Κίνα σε συνδυασμό με την στενή συμμαχική σχέση Ρωσίας-Κίνας και τις Δυτικές κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας, δημιούργησαν ένα νέο γεω-πολιτικό πλαίσιο, που προκάλεσε έντονο προβληματισμό και αναζητήσεις στις ηγεσίες των μεγάλων επιχειρήσεων.
Η απάντηση που δόθηκε από τα οικονομικά think tank ήταν η νέα τάση που περιγράφεται με τους όρους “Nearshoring” η “Reshoring” και επανεξετάζει την χρησιμότητα των αλυσίδων παραγωγής που βρίσκονται στην Νότιο-Ανατολική Ασία, ενώ παράλληλα ευνοεί την δημιουργία η την ενίσχυση περιφερειακών παραγωγικών αλυσίδων που βρίσκονται κοντά στα μεγάλα καταναλωτικά κέντρα.
Σε απλά Ελληνικά, η κατανάλωση στην Βόρεια Αμερική (ΗΠΑ, Καναδάς) και την Ε.Ε θα καλυφθεί από γραμμές παραγωγής που θα λειτουργούν στο Μεξικό, την Βόρειο Αφρική (Αίγυπτο, Μαρόκο, Τυνησία), τα Βαλκάνια και την Τουρκία. Πρόκειται για χώρες που αφενός υπέρ-καλύπτουν τις προδιαγραφές της Νότιο-Ανατολικής Ασίας αφού οι μισθοί είναι χαμηλοί, υπάρχει μεγάλο και σχετικά καλά εκπαιδευμένο εργατικό δυναμικό και οι υποδομές εκσυγχρονίζονται και επεκτείνονται συνεχώς αφετέρου διαθέτουν το γεωγραφικό πλεονέκτημα ότι βρίσκονται κοντά στην μεγάλη κατανάλωση.
Ο Ερντογάν έχει πιάσει το νόημα
Όποιος νομίζει ότι τα παραπάνω είναι θεωρητικές οικονομικές αναζητήσεις, δεν έχει παρά να παρακολουθήσει την προεκλογική εκστρατεία του Τ. Ερντογάν. Ο Τούρκος Πρόεδρος αναλύει στους ψηφοφόρους του την παραπάνω οικονομική τάση και δεσμεύεται ότι θα κάνει ότι πρέπει για να γίνει η Τουρκία «ένα από τα κορυφαία κέντρα παραγωγής στον κόσμο». Τα πρώτα πραγματικά στοιχεία ήδη τον επιβεβαιώνουν. Η Γερμανική Tesa, η Ιταλική Benetton και η Σουηδική Ikea ήδη ανακοίνωσαν ότι θα μεταφέρουν σημαντικό μέρος της παραγωγής τους από την Νότιο-Ανατολική Ασία στην Τουρκία.
Τον καλοκαίρι 2022 και με τον Γενικό Τίτλο «Απλά Μαθήματα Πολιτικής Οικονομίας» είχαμε δημοσιεύσει μία σειρά δέκα άρθρων για τα προβλήματα και τις προοπτικές της Διεθνούς Οικονομίας. Σε τρία από αυτά τα άρθρα αναφερθήκαμε στην Κίνα, που λόγω όγκου και οικονομικής δυναμικής επηρεάζει καθοριστικά την παγκόσμια οικονομία.
Συγκεκριμένα γινόταν αναφορά στο συνδυασμό των συστημικών προβλημάτων της κινέζικης οικονομίας (σταθερότητα χρηματοπιστωτικού συστήματος, φούσκα ακινήτων) και των επιπτώσεων από τον πόλεμο στην Ουκρανία, που συνέθετε ένα ιδιαίτερα προβληματικό πλαίσιο για την κινέζικη οικονομία.
Αυτή η γενική αποτύπωση της οικονομικής συγκυρίας οδηγούσε στο αντικειμενικό συμπέρασμα ότι ο Σι Τζινπινγκ (Xi Jinping) όντως πολιτικά αδύναμος λόγω της κακής κατάστασης της οικονομίας που γνωρίζει ότι δεν μπορεί να βελτιώσει, θα υιοθετήσει ρητορική μίσους εναντίον των ΗΠΑ και την Ιαπωνίας και θα αναδείξει το θέμα της Ταϊβάν. Στόχος να αποπροσανατολίσει την κοινή γνώμη και να εξασφαλίσει την υποστήριξη των ενόπλων δυνάμεων ώστε να επανεκλεγεί, στο επικείμενο 20ο συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας, για 3η φορά ανώτατος ηγέτης της χώρας.
Η «λεπτομέρεια» που απογείωσε την Κίνα
Η βασική μεταρρύθμιση που υιοθετήθηκε από τις Κινεζικές ηγεσίες στην μετά-μαοϊκή περίοδο πρόβλεπε τον απόλυτο συγκεντρωτικό έλεγχο του Κομμουνιστικού Κόμματος στην ανάδειξη των πολιτικών κυβερνητικών στελεχών και στην ιδεολογική και πολιτική ταυτότητας του κράτους αλλά ταυτόχρονα και την αποκέντρωση στην διοίκηση και την οικονομία. Ήταν η κρίσιμη λεπτομέρεια που «απογείωσε» την οικονομία και αντικειμενικά στήριξε την πολιτική των μεταρρυθμίσεων. Η προαγωγή των τοπικών αξιωματούχων εξαρτώνταν αποκλειστικά από τα οικονομικά αποτελέσματα της περιφέρειας. Ευνόητα λοιπόν η τοπική εξουσία χρησιμοποιούσε κάθε θεμιτό και αθέμιτο μέσο για να πετύχει καλές οικονομικές επιδόσεις.
Τα πρώτα χρόνια όλα εξελίχθηκαν πολύ καλά οδηγώντας το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας στην απόφαση να αναγνωρίσει το συνταγματικό δικαίωμα της ιδιοκτησίας. Η χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 αποκάλυψε για πρώτη φορά τα προβλήματα αυτού το μοντέλου. Το κινέζικο οικονομικό μοντέλο απειλούνταν, αφενός, από τις αποκαλύψεις για τις παράνομες πρακτικές και την διαφθορά του ιδιωτικού (κυρίως χρηματοπιστωτικού) τομέα, αφετέρου, από τα υπέρογκα χρέη που είχαν αναλάβει οι περιφέρειες για κατασκευή υποδομών που πρόσκαιρα τόνωσαν την ανάπτυξη αλλά τελικά αποδείχθηκε ότι δεν ήταν παραγωγικές και αντικειμενικά δεν μπορούσαν να εξυπηρετήσουν τα χρέη τους.
Η ιδιωτική κατανάλωση
Ο Σι Τζινπινγκ ανέλαβε την ανώτατη ηγεσία το 2012 με την υπόσχεση ότι θα αντιμετωπίσει δραστικά αυτά τα προβλήματα εμπεδώνοντας και πάλι τον έλεγχο του Κομμουνιστικού Κόμματος στον ιδιωτικό τομέα. Πρώτος στόχος να τονωθεί η ιδιωτική κατανάλωση με καταναλωτικά δάνεια από τις κρατικές τράπεζες για να στηριχθεί η εγχώρια παραγωγή που αντιμετώπιζε προβλήματα εξαγωγών λόγω της κρίσης χρέους 2012 που ταλάνιζε εκείνη την περίοδο τις κοινωνίες και τις οικονομίες της Δύσης. Σε απλά Ελληνικά, οι κρατικές τράπεζες εντέλλονταν να δανείσουν για να αυξηθεί η λαϊκή κατανάλωση και να ενισχυθεί η εσωτερική παραγωγή. Το 2021 η αναλογία ιδιωτικής κατανάλωσης προς ΑΕΠ είναι για την Κίνα 38,5%, για την Ιαπωνία 56% και για τις ΗΠΑ 70%, λίαν επιεικώς αυτή η πολιτική απέτυχε.
Προσγείωση ή κατάρρευση;
Όλοι καταλαβαίνουμε πόσο άσχημα θα γίνουν τα πράγματα για την κινέζικη οικονομία όταν επικρατήσουν οι πολιτικές “Nearshoring” και “Reshoring”.
Οι πρόσφατες αποφάσεις του 20ου συνεδρίου του Κομμουνιστικού Κόμματος όμως κάνουν ακόμα μία μεγαλύτερη ιδεολογική υπέρβαση, αφού προωθούν τον κομματικό έλεγχο και τον κρατικό επιχειρηματικό τομέα για να διασφαλισθεί η εθνική οικονομική αυτάρκεια και η δικαιότερη αναδιανομή του εισοδήματος.
Προμετωπίδα αυτής της πολιτικής ο τομέας της υψηλής τεχνολογίας που το Κομμουνιστικό Κόμμα επιμένει να ελέγχει. Πιστεύει κανείς ότι αυτή η πολιτική θα αποδώσει αναπτυξιακούς καρπούς; Μάλλον ΟΧΙ. Ιδίως αν συνυπολογίσουμε ότι το 2023 θα πρέπει να εξυγιανθεί (από-μοχλευθεί) ο τομέας των ακινήτων.
Από τα παραπάνω προκύπτει και ένα ιδιαίτερα σημαντικό και κρίσιμο ερώτημα.
Θα προσγειωθεί ομαλά ή θα καταρρεύσει μέσα στο 2023 η κινέζικη οικονομία; Ερώτημα κρίσιμο για την παγκόσμια ειρήνη, εάν συνυπολογίσουμε ότι μετά την εκλογή του Σι Τζινπινγκ ο Κινέζικος Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός δραστηριοποιείται ιδιαίτερα έντονα και επιθετικά στα στενά της Ταιβάν.