Τι είναι πλέον η φιλανθρωπία;

Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, σύμβουλος επιχειρήσεων – συγγραφέας

Η επικαιρότητα επιτάσσει ταχύτατη ανθρωποφαγία με μόνη “απόδειξη” την καταγγελία. Υπάρχουν άλλωστε διαθέσιμα να στήσουν λαϊκά δικαστήρια, αρκετά ΜΜΕ και υπηρέτες της ενημέρωσης. Κι αν τελικά δεν επιβεβαιωθούν όλα όσα διακινούνται ως υποθέσεις, ποιος θα νοιαστεί για το αν θα υπάρξει ανασκευή και αποκατάσταση των καταγγελόμενων; Δεν θα είναι δα και η πρώτη φορά που σοβαρά ζητήματα θα έχουν μετατραπεί σε “δημοσιογραφικό” παιχνίδι προς άγρα προβολής και ικανοποίησης του κοινού περί μνησικακίας αίσθημα.

Ζούμε σε μια εποχή που έχουμε πάψει προ πολλού να πέφτουμε από τα σύννεφα με τις αποκαλύψεις παραβατικής συμπεριφοράς από άτομα υπεράνω υποψίας. Προφανώς δεν είναι εύκολο να διαχωρίσουμε την άρτια δημόσια εικόνα ενός προσώπου από τις κρυφές εμμονές του. Ομως αυτή είναι η ανθρώπινη φύση. Πολύπλοκη, γεμάτη αντιφάσεις και ιδιαιτερότητες.

Αν κάτι αξίζει να σχολιαστεί, σε αυτή τη φάση, και πριν ολοκληρωθεί οποιαδήποτε διερεύνηση, είναι το τι εννοούμε ως φιλανθρωπία, πώς εξελίχθηκε η ιδιωτική παρέμβαση στον χώρο της κοινωνικής αλληλεγγύης και τελικά ποιος μπορεί και πρέπει να είναι ο κρατικός ρόλος στη λειτουργία του συγκεκριμένου τομέα. Μήπως έχουμε μπλέξει λίγο τη φύση των πραγμάτων και τα όρια των αρμοδιοτήτων; Μήπως τα όποια προβλήματα προέκυψαν από αυτή τη δυσαρμονία προθέσεων και πράξεων;

Το κράτος, είτε με την κεντρική είτε με την αποκεντρωμένη αυτοδιοικητική μορφή του, οφείλει, στα πλαίσια του υποστηρικτικού έργου του, να παρέχει τη δυνατότητα έστω μιας ελάχιστης υποβοηθητικής δράσης για όσους τη χρειάζονται και να ασκεί επαρκώς και με συνέπεια τον εποπτικό και ελεγκτικό ρόλο του όπου χρειάζεται. Ο δε ιδιωτικός τομέας, όταν επιθυμεί να αναλάβει μέρος αυτής της ευθύνης, να ξεκινά την προσπάθεια με ίδια κεφάλαια, αλλιώς μας δίνει το δικαίωμα να αμφισβητούμε εξαρχής την καθαριότητα των προθέσεων.

Ο “θεσμός” των κρατικοδίαιτων ΜΚΟ που έρχονται να συμπαρασταθούν σε κάθε αδύναμη κοινωνική ομάδα και να την υπερασπιστούν με υπερβάλοντα ζήλο, απέχει πολύ από τη λειτουργία των μεγάλων ιδρυμάτων που προέρχονται από ιδιωτικό χρήμα. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η κρατική επίβλεψη πρέπει να είναι ουσιαστική για να διασφαλίζεται τόσο η αξιοπιστία του φορέα κι η αρτιότητα των στελεχών της, όσο και η εύρυθμη λειτουργία και η εξυπηρέτηση του αρχικού σκοπού χωρίς πσρεκκλίσεις και αδιαφανείς προθέσεις.

Αν το κενό ανάμεσα στην έκφραση καλής προαίρεσης και το αντικειμενικό αποτέλεσμα δεν καλύπτεται από θεσμοθετημένη “επιστασία”, καταλήγουμε είτε στην ανεξέλεγκτη διασπορά δημοσίου χρήματος και ευρωπαϊκών πόρων, είτε σε καταστάσεις όπως αυτές των τελευταίων ημερών που κανείς δεν μπορεί με σιγουριά να αποφανθεί που αρχίζει και που τελειώνει ο μύθος ή το μαρτύριο, πο αρχίζει και που τελειώνει η ειλικρινής καταγγελία ή η οργανωμένη στοχοποίηση με στόχο ακόμη και τη διανομή του κρατικού χρήματος.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.