Ρωξάνη Μπέη: Η δική μας συμμαχία με την κοινωνία, με το λαό, είναι προοδευτική στην πράξη

Η κ. Ρωξάνη Μπέη – Καραμπότσου, Δικηγόρος Αθηνών, Δημοτική Σύμβουλος Δήμου Αθηναίων ”ΑΘΗΝΑ ΕΙΣΑΙ ΕΣΥ’ ‘Αντιπρόεδρος Κ.Υ.Α.Δ.Α. (Κέντρο Υποδοχής και Αλληλεγγύης Δήμου Αθηναίων). Μέλος Πολιτικού Συμβουλίου ΠΑ.ΣΟ.Κ./ΚΙΝ.ΑΛ. και Υποψήφια Βουλευτής στην Εκλογ. Περιφέρεια Α’ των Αθηνών με το ΠΑ.ΣΟ.Κ./ΚΙΝ.ΑΛ. μιλά στον Μαρκόπουλο Χ. Θωμά 

Γιατί ΠΑ.ΣΟ.Κ./ΚΙΝ.ΑΛ., Ε.Σ.Κ. (P.E.S.) και Νεολαία ΠΑ.ΣΟ.Κ. και ευρύτερα ελληνική κεντροαριστερά εν έτει 2023; Τι σας κάνει πιο χρήσιμους από Ν.Δ. και ΣΥ.ΡΙΖ.Α./Π.Σ.; 

Κατ’ αρχάς θεωρώ μεγάλο λάθος να κρίνουμε την ταύτιση με το ΠΑΣΟΚ και την κεντροαριστερά σήμερα ως μια εκτός καιρού πολιτική επιλογή. Οι συχνές αναφορές μας στο ιστορικό μας παρελθόν ως κόμμα και ως χώρος, οφείλονται στην πλούσια πολιτική μας παρακαταθήκη και όχι στην έλλειψη θέσεων και προτάσεων στο τώρα, ούτε στην απουσία οράματος για το μέλλον. Για την ακρίβεια, η κεντροαριστερά, ή ακόμα καλύτερα, η Σοσιαλδημοκρατία είναι πιο αναγκαία και πιο πολιτικά επίκαιρη από ποτέ, ειδικά για τη χώρα μας.

Νομίζω πως αυτό αποδεικνύεται περίτρανα από τις πρόσφατες και αλλεπάλληλες κρίσεις που έχουμε βιώσει και βιώνουμε διαρκώς. Η κρίση της πανδημίας, που δοκίμασε τις υποδομές και τις αντοχές του Εθνικού Συστήματος Υγείας, η ενεργειακή κρίση που έχει τσακίσει οικονομικά τόσα νοικοκυριά, το εργασιακό περιβάλλον που ευνοεί τους εργοδότες σε βάρος των εργαζομένων, όλα αυτά όπως και άλλα προβλήματα, που χαρακτηρίζουν τη διακυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, καθιστούν αναγκαία μια πολιτική πρόταση αριστερή, αλλά υπεύθυνη, συνετή, ουσιωδώς προοδευτική και θεσμικά συνεπή. Και αυτήν την πρόταση δεν την έχει ο ΣΥΡΙΖΑ.

Οι διαφορές μας με τη ΝΔ είναι πολλές, μεγάλες και σαφείς. Υπάρχει μια μεγάλη απόσταση ανάμεσα σε μας και τη ΝΔ ως προς τη φιλοσοφία διαχείρισης του κράτους, το πολιτικό ήθος, την αντίληψη περί δημοκρατίας και τη νοοτροπία μας περί πολιτικής εν γένει, μία απόσταση τόσο σε επίπεδο ιδεολογικό και πολιτικής κουλτούρας, όσο και σε επίπεδο πολιτικής πρακτικής. Το σκάνδαλο των υποκλοπών φανερώνει ακράδαντα πόσο μακριά βρισκόμαστε από την κεντροδεξιά παράταξη. Αυτό που μένει να καταστεί σαφέστερο, είναι το πόσο μακριά είμαστε απ’ το ΣΥΡΙΖΑ. Διότι, σε αντίθεση με τη «Προοδευτική Συμμαχία» του ΣΥΡΙΖΑ, η δική μας συμμαχία με την κοινωνία, με το λαό, είναι προοδευτική στην πράξη και όχι μόνο στα λόγια.

Οι αψιμαχίες των ημερών έχουν ξεγυμνώσει πλήρως τον ευτελή δικομματισμό μιας κυβέρνησης των υποκλοπών και των απευθείας αναθέσεων αφενός, αλλά και μιας αξιωματικής αντιπολίτευσης που επιλέγει να απέχει από τις ψηφοφορίες εντός της Βουλής και να διάγει πολιτικό διάλογο με χυδαίους όρους αφετέρου. Από την άλλη, εμείς ως ΠΑΣΟΚ έχουμε επιλέξει να είμαστε μια υπεύθυνη και θεσμική αντιπολίτευση. Είναι φανερό, λοιπόν, το πόσο διαφορετικά αντιλαμβανόμαστε εμείς και οι δύο «μονομάχοι» του σημερινού τοξικού δικομαμτισμού τους θεσμούς, τη δημοκρατία και τη λειτουργία του κοινοβουλευτικού μας πολιτεύματος. Όσο εκείνοι αρκούνται στο να διαγκωνίζονται για το ποιος φαίνεται ο λιγότερο ακατάλληλος, εμείς έχουμε αποφασίσει να είμαστε οι καταλληλότεροι. Απέναντι στους γαλάζιους και ροζ εκπροσώπους της παρακμής, εμείς διατυπώνουμε μια πραγματικά προοδευτική πολιτική πρόταση διακυβέρνησης για τον τόπο. Σεβόμενοι και εμπνεόμενοι από την μακρά και βαριά πολιτική μας κληρονομιά, παράγουμε θέσεις και προτάσεις που να ανταποκρίνοντια στο σήμερα, με όραμα μια διαφορετική αυριανή Ελλάδα.

– Πηρες την όμορφη απόφαση σου με νεανικό δυναμισμό και ορθά επιχειρήματα, αλλά και δέχθηκες την θετική πρόταση, για υποψηφιότητα στην Α’ των Αθηνών με το ΠΑ.ΣΟ.Κ./ΚΙΝ.ΑΛ.; Πως νιώθεις για αυτό; Τι ελπιδες και τι φοβους έχεις; 

Είναι ασφαλώς μεγάλη τιμή για μένα να συμμετέχω στο ψηφοδέλτιο του ΠΑΣΟΚ και είμαι υπερήφανη που εκπροσωπώ στην Α’ Αθηνών τη δημοκρατική παράταξη και το κόμμα της Αλλαγής. Αναγνωρίζω ότι το βάρος που κουβαλώ στις πλάτες μου είναι μεγάλο, όπως και η ευθύνη. Είμαι υποψήφια στην πιο κεντρική εκλογική περιφέρεια της χώρας, σε μία δύσκολη αρένα. Και το βάρος της ευθύνης είναι ακόμα μεγαλύτερο για μένα προσωπικά, λόγω του επωνύμου που φέρω, ένα επώνυμο που σίγουρα μπορεί να μου δίνει ένα πλεονέκτημα, ταυτόχρονα όμως μπορεί να λειτουργήσει και ως παγίδα. Ωστόσο, δεν είναι αυτό στο οποίο, έτσι κι αλλιώς, ποντάρω ή στο οποίο βασίζω το στίγμα που θέλω να δώσω.

Ως μία νέα εργαζόμενη γυναίκα, προερχόμενη από την κοινωνία και από τη σφαίρα της αυτοδιοίκησης, επιθυμώ να εκπροσωπήσω εκείνα τα κοινωνικά στρώματα που αισθάνονται αποκλεισμένα από τις πολιτικές διαδικασίες, δικαιολογημένα ίσως, που έχουν χτυπηθεί από τις αλλεπάλληλες κρίσεις κι αποζητούν μια χαραμάδα ελπίδας μέσα στο σημερινό πολιτικό σύστημα. Επιθυμώ να εκφράσω τη νέα γενιά, για ανθρώπους της γενιάς μου που είτε αναγκάζονται να αναζητήσουν την τύχη τους στο εξωτερικό, είτε παλεύουν να δημιουργήσουν κάτι εδώ πέρα, υπό αντίξοες συνθήκες. Θέλω να εκφράσω τις δυναμικές γυναίκες που ακόμα και σήμερα μειονεκτούν έναντι του ανδρικού φύλου τόσο στην αγορά εργασίας όσο και στην πολιτική εκπροσώπηση. Κατεβαίνω ως υποψήφια στην Α’ Αθηνών, όχι επειδή είναι η πιο κεντρική εκλογική περιφέρεια και η πασαρέλα ονομάτων αποτελεί σύνηθες φαινόμενο, αλλά επειδή είμαι μια Αθηναία που επιθυμεί να εκπροσωπήσει τις Αθηναίες και τους Αθηναίους. Θέλω, δηλαδή, να φέρω πραγματικά την Αθήνα στο προσκήνιο, διότι οι άνθρωποι που ζουν σε αυτήν αντιμετωπίζουν πολλά προβλήματα που αποσιωπούνται, παρά το γεγονός ότι πρόκειται για την πρωτεύουσα της χώρας.

Οι φοβίες και οι ανησυχίες μίας νέας υποψηφίου, όπως εγώ, είναι σίγουρα πολλές. Κατεβαίνω για πρώτη φορά στην αρένα της κεντρικής πολιτικής, έχοντας τέσσερα χρόνια εμπειρίας στην αυτοδιοίκηση, συνεπώς δεν διαθέτω τη μεγαλύτερη εμπειρία ανάμεσα στους συνυποψηφίους μου, όπως δεν διαθέτω ούτε τους περισσότερους πόρους για μια «εύκολη» προεκλογική εκστρατεία. Αυτά είναι έυλογο να δημιουργούν ανησυχίες, ωστόσο επιλέγω να τα δω περισσότερο ως ένα πλεονέκτημα, ότι δηλαδή είμαι ένα νέο και άφθαρτο πρόσωπο, με φρέσκες ιδέες, που προέρχεται μέσα από την κοινωνία και μπορεί να μπει στη θέση ενός απλού, καθημερινού ανθρώπου. Το στοίχημα της ανανέωσης είναι βασικό όχι μόνο για το ΠΑΣΟΚ, αλλά και για μένα προσωπικά και ελπίζω ότι οι συμπολίτες μου θα βρουν μια ταύτιση στο πρόσωπό μου και θα αναγνωρίσουν αυτό το πολιτικό στίγμα της ανανέωσης.

Νεολαία και πολιτική και εκλογές… μια παράξενη σχέση πάθους και μίσους! Τι ακους από τα άτομα της γενιάς μας, τι feedback έχεις και τι τους λες; 

Η πολιτική ως έννοια έχει στιγματιστεί και επιφορτιστεί με έντονο αρνητικό περιεχόμενο για τις νεότερες γενιές γενικότερα. Αυτό συμβαίνει τα τελευταία 10 χρόνια τουλάχιστον και όσο πιο κάτω πάμε ηλικιακά, τόσο πιο έντονο είναι το φαινόμενο. Όμως οι σημερινοί 30ρηδες-35ρηδες, θα έλεγα ότι συγκροτούν μια γενιά στο μεταίχμιο, δηλαδή είμαστε ως γενιά πολύ πιο πολιτικοποιημένοι από τις μικρότερες γενιές, αλλά συγχρόνως η απογοήτευση που έχουμε βιώσει από την πολιτική πραγματικότητα στη χώρα είναι εντονότερη από την απογοήτευση των προηγούμενων γενιών. Τα άτομα της γενιάς μου μεγαλώσαμε σε μια εποχή που ακόμη υπήρχε ευμάρεια, ενηλικιωθήκαμε στο ξέσπασμα της κρίσης και ήταν σαν να ενηλικιωνόμασταν κάπως απότομα, ζήσαμε τα φοιτητικά μας χρόνια στη πιο δύσκολη εποχή για τη χώρα μας από τη Μεταπολίτευση και μετά και πλέον μπορώ να πω ότι έχουμε ωριμάσει μέσα σε μια περίοδο στασιμότητας πολιτικής, οικονομικής, ηθικής, αξιακής και ευρύτερα πολιτισμικής. Αυτήν την εικόνα έχω σχηματίσει έχοντας κατά νου, φυσικά, και όσα ακούω από ανθρώπους της γενιάς μου και τους νέους ευρύτερα.

Εμείς ως γενιά ξεκινήσαμε με αισιοδοξία και βιώσαμε στη συνέχεια τις περισσότερες και μεγαλύτερες απογοητεύσεις. Ήμασταν οι πρώτοι που έμελλε να ζήσουμε χειρότερα απ’ τους προκατόχους μας. Οι επόμενες γενιές έχουν μεγαλώσει με περισσότερη δυσπιστία και κυνισμό, διότι είναι τέτοιο το κοινωνικοπολιτικό περιβάλλον μέσα στο οποίο έχουν μεγαλώσει και μεγαλώνουν. Αυτές οι κοινωικοοικονομικές συνθήκες που για εμάς υπήρξαν βίαιη προσγείωση σε μια άλλη πραγματικότητα, πολύ πιο σκληρή, για τους σημερινούς 20ρηδες-25ρηδες αποτελούν σύνηθες φαινόμενο, σχεδόν δεδομένο. Το πιο τρομακτικό στη σημερινή εποχή είναι ακριβώς αυτό, ότι έχουμε συνηθίσει σε μία άσχημη καθημερινότητα, έχουμε χάσει την ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο και ο μέσος νέος παλεύει απλώς για να τα βγάλει πέρα, όχι για να εκπληρώσει κάποιο όνειρό του. Έτσι και απέναντι στην πολιτική, επικρατεί ο κυνισμός, οι ισοπεδωτισμοί, η αδιαφορία για τα κοινά, η ιδιοτέλεια και ασφαλώς, η διαιώνιση της κουλτούρας της προσωπικής βολής και του πελατειασμού.

Αυτό που λέω πάντοτε σε συνομήλικούς μου, είναι πως η αλλαγή παραδείγματος που τόσο έχουμε ανάγκη είναι εφικτή, αρκεί να βάλουμε όλοι πλάτη. Μπορούμε να αλλάξουμε τα πράγματα γύρω μας προς το καλύτερο, αρκεί να ενδιαφερθούμε, να ασχοληθούμε, να μην αφεθούμε στη λογική της ηττοπάθειας, του ωχαδερφισμού και της ανάθεσης.  Μέσα από τη δική μου ενασχόληση με τα κοινά, θέλω σε μεγάλο βαθμό να περάσω αυτό το μήνυμα στον κόσμο, να βοηθήσω στην «αποποινικοποίηση» της πολιτικής ως έννοιας, αλλά και στο να έρθει η πολιτική πιο κοντά στο μέσο πολίτη, ειδικά στο μέσο νέο. Είναι καιρός να μπούν δυναμικά στην πολιτική οι δικές μας γενιές, με πάθος και όραμα για μια διαφορετική κοινωνία.

– Είναι σε καλύτερο βαθμό και θέση ο ρόλος και οι προσδοκίες της Ελληνίδας και Ευρωπαίας Γυναίκας του σήμερα, σε σχέση με 20 χρόνια πριν;

Τον περασμένο αιώνα, δείγμα της συνολικής προόδου των δυτικών κοινωνιών υπήρξε και η σημαντική βελτίωση της θέσης της γυναίκας σε αυτές, έστω και σταδιακά. Μιλάμε ασφαλώς για μια σειρά από κατακτήσεις του φεμινιστικού κινήματος. Αυτή η διαδικασία λίγο-πολύ κορυφώθηκε στις αρχές τις νέες χιλιετίας, περίπου 20 χρόνια πριν δηλαδή. Έκτοτε δεν μπορώ να πω ότι έχει σημειωθεί κάποια ιδιαίτερη βελτίωση, μάλιστα τα τελυταία χρόνια θα έλεγα πως έχουν γίνει και κάποια πισωγυρίσματα. Τα δεδομένα μιλούν από μόνα τους. Στα χρόνια της πανδημίας, σύμφωνα με επίσημες μελέτες, σημειώθηκε αύξηση της έμφυλης βίας, αλλά και της ενδοοικογενειακής βίας γενικότερα. Οι γυναικοκτονίες τα τελευταία χρόνια υπήρξαν περισσότερες από ποτέ. Τα περιστατικά σεξουαλικής παρενόχλησης που φτάνουν στο φως της δημοσιότητας όλο και αυξάνονται, γεγονός που οφείλεται στη σπουδαία συμβολή του κινήματος metoo. Η ειδησεογραφία μας κατακλύζεται από περιστατικά βίας και κακοποίησης ή φονικά εγκλήματα με θύματα γυναίκες. Μπορούμε να θεωρήσουμε ότι η θέση της γυναίκας σήμερα βρίσκεται σε καλό επίπεδο, όταν βιώνουμε αυτήν την κατάσταση;

Ακόμη και πέρα από τη στενή σφαίρα της βίας κατά των γυναικών, εμείς οι γυναίκες βιώνουμε μέχρι και σήμερα ανισότητες στον εργασιακό τομέα και στην πολιτική. Πρώτα απ’ όλα κρινόμαστε με πιο αυστηρά κριτήρια από το άλλο φύλο. Έπειτα, η καταπίεση παίρνει πολλές μορφές, όχι μόνο σωματικές. Η πλειονότητα των γυναικών γύρω μας καλείται να φέρει βόλτα μια πιεστική και δύσκολη καθημερινότητα, να καλύψει και να διαχειριστεί πολλαπλούς και απαιτητικούς ρόλους, να αποδείξει ότι αξίζει, σε κάθε της στιγμή, καταβάλλοντας διπλάσιες προσπάθειες από τους άνδρες γύρω τους.

Εκτιμώ πως ήρθε η ώρα όσοι και όσες εντασσόμαστε στον ευρύτερο προοδευτικό χώρο να θέσουμε ψηλά στην ατζέντα μας εκ νέου τη θέση της γυναίκας στη σημερινή κοινωνία, ύστερα από ευρύ και σε βάθος διάλογο. Στην Ευρώπη τα διλήμματα ίσως δεν είναι τόσο κρίσιμα όσο στη χώρα μας, στην Ελλάδα όμως, θεωρώ ότι περισσότερο από ποτέ κάθε Ελληνίδα προσδοκά από τους πολιτικούς εκπροσώπους της κάτι παραπάνω από τα συνηθισμένα ευχολόγια, που ξορκίζουν το κακό δίχως να λύνουν το πρόβλημα. Αυτό που κάθε Ελληνίδα προσδοκά είναι συγκεκριμένες πρωτοβουλίες και πολιτικές παρεμβάσεις που θα λύνουν τα χρόνια προβλήματα που αντιμετωπίζει το γυναικείο φύλο στην Ελλάδα.

– Πες μας 3 μεγάλες Προσωπικότητες που θαυμάζεις και εμπνέεσαι, είτε από Ελλάδα, είτε από Ευρώπη, είτε γενικά, ζώντες ή νεκρούς, ό,τι θες όχι απαραίτητα πολιτικούς ή επιστήμονες.

Αρχικά, επειδή η πολιτική είναι γυναίκα, δεν θα μπορούσα να μην αναφέρω μία γυναίκα πολιτικό, όχι και πολύ μεγάλη σε ηλικία, που για μένα πραγματικά αποτελεί πρότυπο πολιτικού εν γένει. Μιλώ φυσικά για τη Jacinda Ardern, που μέχρι πρότινος ήταν η 40η πρωθυπουργός της Νέας Ζηλανδίας και ηγέτιδα του Εργατικού Κόμματος στη χώρα της, ενώ επίσης έχει διατελέσει στο παρελθόν και πρόεδρος της Διεθνούς Ένωσης της Σοσιαλιστικής Νεολαίας. Μας χωρίζουν μόλις 10 χρόνια ηλικιακά κι όμως αυτή η γυναίκα έχει πετύχει τόσα πολλά. Κυρίως προσέδωσε στην πολιτική ένα πρόσωπο που λείπει από τη δική μας πολιτική σκηνή. Προοδευτική, σοσιαλδημοκράτισσα, έγινε πρωθυπουργός όταν ήταν μόλις 37 ετών, έγινε μητέρα ενώ κυβερνούσε, έμεινε στην εξουσία για 6 χρόνια και αποχώρησε με δική της πρωτοβουλία, χωρίς να συντρέχει πολιτικός λόγος, ενώ θα μπορούσε να παραμείνει στην εξουσία για πολύ καιρό ακόμα. Μέσα από τις πολιτικές που εφάρμοσε, την πολιτική της πρακτική και το ήθος, τη στάση της ακόμη και κατά την αποχώρησή της από το τιμόνι της χώρας της, η Jacinda Ardern έχει καταφέρει να θέσει ένα παγκόσμιο πρότυπο προοδευτικής γυναίκας πολιτικού, στο οποίο αν μπορέσω έστω λίγο να μοιάσω, θα είναι μεγάλη μου τιμή.

Από την άλλη, η Marie Sklodowska–Curie ήταν και παραμένει ένα διαχρονικό πρότυπο επιτυχημένης γυναίκας επιστήμονος, που έχει γράψει κυριολεκτικά ιστορία, αφού μιλάμε για την πρώτη γυναίκα που κέρδισε βραβείο Νόμπελ και για τον πρώτο άνθρωπο που κέρδισε δύο βραβεία Νόμπελ. Κακώς βέβαια τη θυμόμαστε μόνο με το επίθετο του συζύγου της, αλλά η ουσία παραμένει ότι η Marie Curie υπήρξε μια πρωτοπόρος των επιστημών και έχει κερδίσει δικαίως την αιωνιότητα. Ως μια νέα γυναίκα νομικός, δεν μπορώ παρά να εκφράσω το θαυμασμό μου για το επιστημονικό έργο κάθε γυναίκας που διαπρέπει στην επιστήμη της, πόσο μάλλον για μια τέτοια ιστορική προσωπικότητα.

Τέλος, θέλω να αναφερθώ σε ένα σπουδαίο Έλληνα που ψήλωσε με το έργο του το πνευματικό μας μπόι, έναν ιδιαίτερο άνδρα, που έζησε για δεκαετίες, μέχρι και το θάνατό του, στην Αθήνα μας, στο όμορφο Παγκράτι. Αναφέρομαι, φυσικά, στον ανεπανάληπτο Μάνο Χατζιδάκι, τον συνθέτη και θεωρητικό που συνέθεσε την αστική κουλτούρα με τη λαϊκή παράδοση, τον άνθρωπο που έφερε το ρεμπέτικο τραγούδι από το κοινωνικό περιθώριο στα μεγάλα σαλόνια. Ο παγκοσμίου βεληνεκούς καλλιτέχνης, βραβευμένος με όσκαρ και με έργα που έχουν παιχτεί μέχρι και στο Broadway, ο ανατρεπτικός στοχαστής, αυτό το ανήσυχο πνεύμα που έχει θεωρηθεί «δεξιός» από πολλούς, για όλους τους λάθος λόγους, ενώ θα έλεγα πως υπήρξε ένας γνήσιος «αντιεξουσιαστής». Ένας άνδρας που παρά τη διαφορετική του σεξουαλική ταυτότητα, στην πράξη ήταν πολύ περισσότερο λεβέντης από πολλούς δήθεν «λεβέντες». Για μένα ο Μάνος Χατζιδάκις συμβολίζει το ζενίθ του σύγχρονου ελληνικού πολιτισμού, το πήχη που οφείλουμε να θέσουμε, αλλά και το επίπεδο που μπορούμε να φτάσουμε ως κοινωνία, εάν το προσπαθήσουμε ειλικρινώς.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.