“Παύση” για τους ελεύθερους επαγγελματίες
Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, σύμβουλος επιχειρήσεων – συγγραφέας
Στο θέμα της φορολόγησης των ελεύθερων επαγγελματιών υπάρχουν μερικές αδιαμφισβήτητες βασικές παραδοχές. Προφανώς, το να δηλώνει το 68% των 750 χιλιάδων επαγγελματιών, κέρδη, όχι έσοδα, κάτω από 10 χιλιάδες ευρώ δεν έχει καμία λογική και υποκρύπτει εκτεταμένη φοροδιαφυγή..
Επίσης είναι δεδομένο ότι σε μια χώρα με κατακερματισμένο παραγωγικό μοντέλο, όπου οι ατομικές επιχειρήσεις ξεπερνούν κατά πολύ τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, ευνοείται η φοροδιαφυγή, και λόγω των πιο προσωπικών σχέσεων που χτίζονται με τους καταναλωτές.
Τέλος, το φορολογικό ζητούμενο πρέπει να είναι η αύξηση δήλωσης πραγματικών εισοδημάτων κι όχι να τίθενται δήθεν “αντικειμενικά” κριτήρια που δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα και ως οριζόντιο μέτρο, ρίχνουν τον πέλεκυ άκριτα επί δικαίων και αδίκων.
Ο σύμβουλος που πρότεινε τον παγκοσμίως πρωτότυπο, κι όπως θα αποδειχτεί αναποτελεσματικό, νέο τρόπο φορολόγησης των ελεύθερων επαγγελματιών, πρέπει να μισεί πολύ την κυβέρνηση και να μην έχει κολλήσει ένσημο στη ζωή του, πέρα από δοτές θέσεις. Αλλιώς δεν εξηγείται ότι οι ρυθμίσεις που προτείνει βασίζεται σε μια μάλλον αντισυνταγματική λογική.
Ο μισθός ενός υπαλλήλου (συνυπολογίζοντας μάλιστα και τα δώρα!) δεν μπορεί να αποτελεί μέτρο σύγκρισης γιατί ακόμη κι ο πιο επιτυχημένος επαγγελματίας είναι πολύ πιθανό να περάσει από βαθιά υφεσιακές φάσεις (για λόγους προσωπικούς, κοστολογίου, συνολικής απορρύθμισης του κλάδου κλπ) ενώ ο υπάλληλος ζει μόνο με το φόβο της απόλυσης διαθέτοντας ακόμα και τότε το δίχτυ του επιδόματος ανεργίας.
Επί της ουσίας, εξομοιώνουμε τα καθαρά κέρδη ενός επαγγελματία με τα “μεικτά έσοδα” ενός υπαλλήλου πριν αφαιρεθούν βασικά έξοδα που αφορούν τις ώρες εργασίας του, όπως πχ μεταφορικά, διατροφή κλπ, ρίχνοντας το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα πολύ χαμηλότερα. Αφήστε που είναι παράταιρο να προσδιορίζεις με τον ίδιο τρόπο το ελάχιστο εισόδημα διαφορετικού τύπου φορολογούμενων αλλά να το φορολογείς με εντελώς διαφορετικούς συντελεστές!
Έχω επισημάνει πολλές φορές ότι πέρα από τους κατ’ εξακολούθηση φοροφυγάδες, ένα σημαντικό μέρος επαγγελματιών διατηρεί την επιχείρηση ακόμη και με κατά καιρούς ζημιές ή πολύ χαμηλά εισοδήματα για ευρύτερους κοινωνικούς λόγους. Κάποιοι επιμένουν να κυνηγούν το όραμα τους μέχρι τέλους. Αλλοι, ειδικά γυναίκες, επιθυμούν απλώς να παραμένουν ασφαλισμένοι ωθα να κατοχυρώσουν συνυταξιοδιτικό δικαίωμα κι ας διαθέτουν επαρκές οικογενειακό εισόδημα.
Με το προτεινόμενο φορολογικό πλαίσιο σπρώχνουμε τους δεύτερους εκτός συστήματος, δίχως να προτείνουμε αποτελεσματικά μέτρα κατά της δράσης των πρώτων. Αντί να επικεντρωθούμε στη διασύνδεση pos και ταμειακών με το υπ. Οικονομικών και μια σειρά ακόμη ανάλογων ορθών αποφάσεων, τα μέτρα για το λαθρεμπόριο, τον έλεγχο των offshore, τις τριγωνικές κι εναρμονισμένες πρακτικές στο εμπόριο, την εντατικοποίηση των ελέγχων, την αξιοποίηση των ψηφιακών μέσων που αποδεικνύουν την αντίφαση δηλωμένου εισοδήματος και ποιότητας ζωής, μοιάζει σαν να περνάμε σε ένα κυνήγι μαγισσών όσων παλεύουν για την επιβίωση κι ανήκουν στο άνω του 50% που αδυνατεί να πληρώσει τις ασφαλιστικές εισφορές και τις ρυθμίσεις στην εφορία.
Πολύ φοβάμαι ότι οι στόχοι για έσοδα 800 εκ. ευρώ (600 εκ. αν αφαιρεθεί η μείωση του τέλους επιτηδεύματος) δύσκολα θα επιτευχθούν υπό αυτές τις συνθήκες. Αρκετοί ελεύθεροι επαγγελματίες θα σπρωχτούν στην παύση εργασιών και κάποιοι από αυτούς θα συνεχίσουν να κινούνται, ολοκληρωτικά πλέον, στη μαύρη σφαίρα της οικονομίας. Εναλλακτικά, θα δούμε μια νέα εκτόξευση των ληξιπρόθεσμων οφείλων.
Υ. Γ. Ακούω συχνά ότι η κατανάλωση των Ελλήνων ξεπερνά κατά 40 δισ. τα εισοδήματά τους κι άρα το ποσό αυτό αφορά την παραοικονομία. Απορώ αν πρόκειται για χρήσιμη επικοινωνιακή ατάκα ή όντως ορισμένοι λησμονούν ότι ένα μεγάλο μέρος αυτού του ποσού αφορά τη χρήση πιστωτικών καρτών και πάσης φύσεως δανείων που αυξάνουν πρόσκαιρα την κατανάλωση σπρώχνοντας την αποπληρωμή στο απώτερο μέλλον.