Οι Μεμέτηδες της απέναντι όχθης και η Εξωτερική μας πολιτική…
Γράφει η ”Κρινιώ Καλογερίδου” (Βούλα Ηλιάδου, συγγραφέας)
Είχα να τ’ ακούσω απ’ τον Σεπτέμβριο του τρέχοντος έτους αυτό το ”περί συνεργασίας της Ελλάδας με την Τουρκία”, που είχε πει τότε ο κ. Δένδιας με αφορμή τον τουρισμό και με ξένισε είναι αλήθεια, γιατί ξύπνησε μέσα μου την καχυποψία για συμφωνίες κάτω απ;o το τραπέζι με τους απέναντι και κύριο πιάτο το θέμα της συνεκμετάλλευσης του Αιγαίου, το οποίο ισοδυναμεί με εθνική αυτοχειρία μας αν επιβεβαιωθεί.
Παράλληλα, εκείνα τα λόγια του υπουργού Εξωτερικών ξύπνησαν μέσα μου μνήμες του 2005 απ’ την προσφώνηση-προφητεία της Προέδρου της Βουλής κ. Άννας Μπενάκη προς τον νεοεκλεγέντα τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κάρολο Παπούλια περί περιορισμού των εθνικών μας συνόρων και ενός μέρους της εθνικής κυριαρχίας μας.
Ωστόσο η συνέντευξη που διάβασα πρόσφατα του κ. Θάνου Ντόκου, που διορίστηκε μόλις τον περασμένο μήνα Αναπληρωτής Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας απ’ τον πρωθυπουργό, διέτρεξε με άλματα σκέψης τις υποψίες και τις ανησυχίες μου φτάνοντας στα ανώτατα όρια της αγανάκτησής μου.
Κι αυτό γιατί εξέφρασε ξεκάθαρα ηττοπαθή στάση (επί τη βάσει της πολιτικής του κατευνασμού της Τουρκίας), σε τόνους Δένδια -Βαρβιτσιώτη, αποκλιμακώνοντας μάλιστα (σε βαθμό που να χαρακτηρίσει ”καλοδεχούμενη”, άρα πιστευτή), τη διαβεβαίωση του Τούρκου πρέσβη στην Αθήνα ότι ”η Τουρκία δεν είναι αναθεωρητική χώρα”.
”Φαιδρότητες αδαούς”, θα ‘λεγε κανείς ακούγοντάς τον. Όταν όμως αυτός ο ”αδαής” είναι ειδήμων τυπικά και έχει τοποθετηθεί από τον ίδιο τον πρωθυπουργό της χώρας σε περίοπτη θέση του υπουργείου Εξωτερικών ως υπεύθυνος για την Εθνική μας Ασφάλεια, τότε ο ”αδαής” μπορεί να γίνει επικίνδυνος με τις ”συμβουλές” του όσα πτυχία, μεταπτυχιακά και διδακτορικά κι αν έχει στο βιογραφικό του.
Η άγνοια και πολύ περισσότερο ο εσκεμμένος αποπροσανατολισμός της Κοινής Γνώμης (που κρύβεται, εν προκειμένω, πίσω από τις προθέσεις του κ. Ντόκου), ώστε να εφησυχάζει αυτή – όπως έγινε στις Πρέσπες – και να ξυπνήσει στο παραπέντε μιας νέας ”συμφωνίας” για το Αιγαίο, είναι εθνικό έγκλημα που παίζει στα ζάρια τις τύχες της χώρας.
Γιατί αν στ’ αλήθεια πιστεύει ο Αναπληρωτής Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας ότι η Τουρκία δεν είναι αναθεωρητική δύναμη (για να αποδέχεται αφελώς τον ισχυρισμό του Τούρκου πρέσβη), τότε δεν κάνει για τη θέση αυτή, που απαιτεί γνώση, ενημέρωση, ευθυκρισία και διορατικότητα.
Αν πάλι την αποδέχεται δημόσια ως μη αναθεωρητική, για να μην οξύνει περαιτέρω το ήδη τεταμένο κλίμα στις σχέσεις μας με την Τουρκία λόγω των προκλήσεων του Ερντογάν, τότε ψεύδεται ασυστόλως προς τον ελληνικό λαό, γιατί του αποκρύπτει ότι συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο.
Ότι αυτή δηλαδή είχε πάντα αναθεωρητική πολιτική και τώρα, επί Ερντογάν, πολύ περισσότερο. Γι’ αυτό εγείρει μονίμως θέμα αναθεώρησης Συνθηκών που δεν τη συμφέρουν εδαφικά, όπως – εν προκειμένω – η Συνθήκη της Λωζάνης (1923) την οποία αμφισβητεί γιατί δεν τη συμφέρουν τα ελληνοτουρκικά και τουρκοσυριακά σύνορα, που είχαν ορισθεί από εκείνην.
Επιπλέον, η αναθεωρητική πολιτική της Τουρκίας – που επιδιώκει την αναμόχλευση της ως άνω Συνθήκης – έχει διττό στόχο σήμερα: τη Θράκη και το Αιγαίο. Στην μεν Θράκη βάζει τους προπαγανδιστές της, μέσα απ’ τα κόμματα που εκπροσωπούν τη μουσουλμανική μειονότητα (ΚΙΕΦ ή DEB – Κόμμα ισότητας, Ειρήνης και Φιλίας), να την αποκαλούν τουρκική και Τούρκους τους Έλληνες μειονοτικούς (με καθοδήγηση του Τουρκικού Προξενείου Κομοτηνής), στο δε Αιγαίο μιλά για ”γκρίζες ζώνες” στα νησιά και τις βραχονησίδες, που αφορούν, σχεδόν, το μισό της συνολικής έκτασής του.
Συν τοις άλλοις, πέραν του ότι η Τουρκία αμφισβητεί μονομερώς τα νησιά και τις βραχονησίδες μας, την επέκταση της ελληνικής ΑΟΖ με βάση το Δίκαιο της Θάλασσας στα 12 νμ, (στο Αιγαίο είναι casusbelli γι’ αυτήν) και την έκταση του ελληνικού εθνικού εναέριου χώρου μας στα 6-10 νμ, ζητά αβλαβείς διελεύσεις των πλοίων της στο Αιγαίο, δεσμεύσεις για πεδία βολής και ασκήσεων, αποστρατικοποίηση των νησιών μας (πράγμα που απορρίπτουμε) και αποσυμφόρησή της σε βάρος μας απ’ τα εκατομμύρια των προσφύγων και μεταναστών που την έχουν κατακλύσει.
Στις ορέξεις αυτού του βουλιμικού και επεκτατικού γείτονα θέλει, προφανώς, ο κ. Ντόκος να ενδώσουμε περαιτέρω επιδεικνύοντας τις ίδιες κραυγαλέες συμπεριφορές ανευθυνότητας και δουλικότητας του πρόσφατου παρελθόντος, που πολλαπλασίασαν τη θρασύτητα και τις διεκδικήσεις του.
Παρόμοια παραδείγματα κακής εξυπηρέτησης των εθνικών μας συμφερόντων είχαν δώσει στο πρόσφατο παρελθόν ο πρώην πρωθυπουργός κ. Τσίπρας και ο υπουργός Εξωτερικών του κ. Κοτζιάς, οι οποίοι συνυπέγραψαν με τον Σκοπιανό πρωθυπουργό Ζόραν Ζάεφ τη ”συμφωνία των Πρεσπών (12 Ιουνίου 2018), που θα βάλει σε μελλοντικές περιπέτειες τη Μακεδονία μας.
Το ίδιο παιχνίδι της υποταγής στον σουλτάνο και της πολιτικής του ”σφάξε με, αγά μου, ν’ αγιάσω, έπαιξε και ο διάδοχός του επί ΣΥΡΙΖΑ κ. Κατρούγκαλος, που έσπευσε να υοθετήσει ασμένως τη θέση του προκατόχου του ότι ” Η Τουρκία πρέπει να συμπεριληφθεί δίκαια στις εξελίξεις της ενέργειας και του εμπορίου στην ανατολική Μεσόγειο” και ενώπιον του Τούρκου ΥΠΕΞ κ. Τσαβούσογλου να δηλώσει συνηγορήσει απερίφραστα υπέρ των τουρκικών συμφερόντων λέγοντας χαρακτηριστικά:
– Στην ανατολική Μεσόγειο έχει η Τουρκία δικαιώματα που της αναγνωρίζει το δίκαιο της θάλασσας που εμείς θέλουμε να διέπει τις μεταξύ μας διαφορές…
Ε, μ’ αυτά και μ’ αυτά αποθρασύνθηκε εντελώς η Άγκυρα κι άρχισε να πιέζει την Αθήνα μέχρι λιποθυμίας, απειλώντας την ότι θα ”τρυπήσει” την ελληνική υφαλοκρηπίδα, για να την αναγκάσει να συρθεί σε συνεκμετάλλευση του Αιγαίου.
Με τα δεδομένα αυτά, η εγρήγορση και σοβαρότητα του ΥΠΑΜ και του ΥΠΕΞ είναι επιτακτικές και διαρκείας ενόψει των λεκτικών απειλών της Τουρκίας, που άλλοτε είναι ευκαιριακές και γίνονται προς άγραν εντυπώσεων των πολιτών της και άλλοτε γίνονται βάσει σχεδίου, το οποίο τολμά να γνωστοποιήσει δημόσια.
Να γνωστοποιήσει, δηλαδή, ότι θα στείλει πλωτό γεωτρύπανο για να τρυπήσει το υποθαλάσσιο έδαφός μας στη θάλασσα του Καστελόριζου!.. Μέγα το της Τουρκίας θράσος, πράγματι, αλλά αναμενόμενο λόγω του ιστορικού της. Κι αυτό απαιτεί απ’ την ελληνική κυβέρνηση να ενεργεί το ίδιο σοβαρά και καλοσχεδιασμένα.
Οι Μεμέτηδες της απέναντι όχθης θα δουν τον Αλλάχ στο πρόσωπό μας, μόνο αν αφήσουμε κατά μέρος τα κλαψουρίσματα, τις φοβικές αντιδράσεις και τις κατευναστικές τακτικές στην Εξωτερική μας πολιτική. Μόνο αν η στάση μας αποπνέει τη σιγουριά της νίκης του ”ΟΧΙ” απέναντι σ’ οποιαδήποτε πρόκληση.
Και πρόκληση λογαριάζεται κάθε πρόταση για συνδιαχείριση του Αιγαίου, που πρέπει να απορριφθεί ακαριαία τόσο από την κυβέρνηση, όσο κι από την Αξιωματική αντιπολίτευση, η οποία τηρεί σιγή ιχθύος, κοινώς σφυρίζει αδιάφορα για άλλη μια φορά, όταν πρόκειται για εθνικό θέμα…