“Μια χούφτα ψαράδες” Ίμβριοι με καρδιά ελληνική!

Γράφει η Κρινιώ Καλογερίδου

Διάβαζα με γλυκόπικρα συναισθήματα προ ημερών μια ειδησούλα που πέρασε στα ψιλά των εφημερίδων και αφορούσε τη λειτουργία του 1ου Θερινού Σχολείου στο Σχοινούδι της Ίμβρου, στο οποίο ζούσαν άλλοτε (1923-1964) χιλιάδες Ίμβριοι, αφού το νησί πρόκοβε παρά την παράδοσή του στην τουρκική κυριαρχία με τη Συνθήκη της Λωζάνης.

Πρόκοβε γιατί οι ”Ρωμιοί” κάτοικοί του, που αποτελούσαν τη συντριπτική πλειονότητα του πληθυσμού του νησιού του ΒΑ Αιγαίου, ήταν άνθρωποι δημιουργικοί, φιλόδοξοι, εργατικοί και παθιασμένοι με την μικρή τους πατρίδα, την οποία έβλεπαν πάντα σαν αποκομμένο κλαδί από τον εθνικό κορμό της μάνας Ελλάδας.

Η προκοπή και η δημιουργικότητα των Ιμβρίων καθρεφτίζονταν τότε στα αρχοντόσπιτά τους τα οποία υψώνονταν αγέρωχα κρύβοντας τις γύρω βουνοπλαγιές και χαιρετούσαν από ψηλά ”τα καραβάκια που άφηναν με γέλια τα ακρογιάλια της Ίμβρου”, όπου τα έξι στα επτά χωριά ήταν ελληνικά (Σχοινούδι [κωμόπολη 3000 κατοίκων στις αρχές της δεκαετίας του ’60], Άγιοι Θεόδωροι, Γλυκύ, Παναγιά, Κάστρο και Αγρίδια), ενώ στο έβδομο κατοικούσαν λιγότεροι από διακόσιοι Τούρκοι. Κι αυτοί διοικητικοί υπάλληλοι.

Φευ! Οι καλές εποχές για την την Ίμβρο, όσο διατηρούσε αυτή ακέραιο τον ελληνικό χαρακτήρα της από τον 5ο αιώνα πΧ μέχρι το 1964, πέρασαν ανεπιστρεπτί. Μιλώ για τον 5ο αιώνα και οι ιστορικοί συνειρμοί με κατακλύζουν φέρνοντας στο μυαλό μου τα λόγια του Θουκυδίδη (Ἱστορίαι 3.1.1-3.6.2) μετά την αποστασία της Μυτιλήνης (428-427) — προκειμένου να ενώσει τις πόλεις της Λέσβου υπό την κυριαρχία της κόντρα στην αθηναϊκή ηγεμονία.

Τότε που ”[…] ἐς πόλεμον καθίσταντο οἱ Μυτιληναῖοι καὶ ἡ ἄλλη Λέσβος πλὴν Μηθύμνης· οὗτοι δὲ τοῖς Ἀθηναίοις ἐβεβοηθήκεσαν, καὶ Ἴμβριοι καὶ Λήμνιοι καὶ τῶν ἄλλων ὀλίγοι τινὲς ξυμμάχων. [3.5.2]” (…” οι Μυτιληναίοι, μ᾽ όλη την υπόλοιπη Λέσβο, εκτός από την Μήθυμνα, άρχισαν τις εχθροπραξίες. Η Μήθυμνα, η Ίμβρος, η Λήμνος και μερικοί άλλοι σύμμαχοι, έστειλαν βοήθεια στους Αθηναίους”), σε μια από τις πάμπολλες φάσεις του Πελοποννησιακού πολέμου (431-404).

Από εκείνα τα ιστορικά χρόνια της κλασικής αρχαιότητας, που κράτησα σαν ανάμνηση ότα φοιτητικά μου αναγνώσματα, οι συνειρμοί κάνουν γιγαντιαίο άλμα στο χρόνο και ανακαλούν στην εθνική μου συνείδηση την εικόνα της Ίμβρου στα τέλη του 19ου αιώνα. Όταν ζούσαν στο νησί 8.000 Έλληνες έναντι εκατό σχεδόν Τούρκων και λειτουργούσαν 18 σχολεία έναντι ενός τουρκικού…

Γλιστρώντας ανάερα στον χρόνο οι φορτωμένοι με σκέψεις και συναισθήματα συνειρμοί μου φτάνουν στα μέσα της δεκαετίας του ’60 (όπως την περιγράφουν μαρτυρίες Ιμβρίων που εγκατέλειψαν αναγκαστικά το νησί), στα σκοτεινά χρόνια εφαρμογής από την Τουρκία του ”Προγράμματος Διάλυσης και Τουρκοποίησης” από τις τουρκικές Αρχές.

Τότε που επιβλήθηκε από τους νέους ιδιοκτήτες της Ίμβρου και της Τενέδου (τους Τούρκους με βάση τη Συνθήκη της Λωζάνης, 1923) το ”Eritme Programi”, το οποίο απαγόρευσε τη ”διδασκαλία της ελληνικής παιδείας”.

Και σαν να μην έφτανε αυτό, οι Τούρκοι εφάρμοσαν τον ”ισλαμικό πρωτοφασισμό” — πρότυπο του Ναζισμού και του Φασισμού, κατά τον Χίτλερ (βλ. προσφώνησή του σε τουρκική αντιπροσωπεία που τον επισκέφθηκε για να του ευχηθεί την ημέρα των γενεθλίων του) — με στόχο εκκαθαρίσεις στην νέα τουρκική επικράτεια, οι οποίες άρχισαν να εφαρμόζονται με δόλιες μεθόδους.

Μεθόδους όπως η εγκατάσταση στον κάμπο του Σχοινουδίου ”Ανοικτών Αγροτικών Φυλακών” με σκληρούς ποινικούς του υποκόσμου από την Τουρκία και η χρήση καταπιεστικής πολιτικής στα όρια της εξόντωσης και εξαφάνισης του ελληνικού στοιχείου, αφού οι Έλληνες αντιμετωπίζονταν σαν ”γκιαούρηδες” της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

”Γκιαούρηδες” που έπεφταν θύματα συμμοριών ληστών, βιαστών και φονιάδων, οι οποίοι υφάρπαζαν τις περιουσίες τους, λεηλατούσαν τα χωριά τους και μετέτρεπαν σε δημόσιες τουαλέτες τις εκκλησίες τους (βλ. παρεκκλήσι Αγίου Νικολάου, 4 χλμ από το Κάστρο, στην είσοδο του λιμανιού της Ίμβρου, του νησιού με τις 200 εκκλησιές).

Μ’ αυτά και μ’ αυτά, οι κωμοπόλεις έγιναν χωριά και τα χωριά μετατράπηκαν σε ερείπια με κατοίκους αλλού 600-700 (στο Σχοινούδι των 6 και 3.000 κατοίκων από τους 200-300 υπερήλικες οι 80-90 δεν έφυγαν ποτέ από τον τόπο τους), αλλού 300-400, αλλού κάτω από 200 κι αλλού 100 με τη βία και τάση περαιτέρω συρρίκνωσης, αφού το κράτος-συμμορία ανάγκασε σε φυγή 12.000 Έλληνες από τα πολύπαθα νησιά Ίμβρο και Τένεδο τα οποία παραμένουν υπό τουρκική κυριαρχία (βλ. αφιέρωμα της Elif Babul στην Ίμβρο, την γενέθλια γη του Πατριάρχη Βαρθολομαίου).

Οι ελληνικές ρίζες ”βοούν” υπόκωφα πάντα, αλλά έχουν παραδοθεί αφρόντιστες στον αμείλικτο χρόνο και τους σεισμούς ή χρησιμοποιούνται ως αρχαιολογικά σπαράγματα (οικοδομικά υλικά: ”τούβλα”, σφραγίδες και θραύσματα αρχαίων κιόνων [αθηναϊκής κατασκευής κάποιοι, όπως αυτός που έστειλε τον 5ο αι. πΧ στη σύμμαχο της Αθήνας Ίμβρο ο πλούσιος Μιλτιάδης ο Πρεσβύτερος, γιος του Κυψέλου, ολυμπιονίκης σε αγώνα τεθρίππων και αντίπαλος του τυράννου Πεισίστρατου]), για να χτιστούν εκκλησίες.

Εκκλησίες με ελληνικές επιγραφές, σαν εκείνη του δήμου Αθηναίων από το 480 π.Χ. που έβαλε σφραγίδα αρχαιοελληνικής παρουσίας στην εκκλησία των Αγίων Θεοδώρων του ομώνυμου χωριού της Ίμβρου. Ή σαν μια άλλη βυζαντινή επιγραφή που εκπέμπει το ίδιο διακριτικά τον ελληνισμό της στη βρύση του Κάστρου, του ”Καλέκιοϊ” (σ.σ στον λόφο Καστροχωρίου είχε οικοδομηθεί η ακρόπολη των Αθηναίων).

Τη βρύση που βρίσκεται απέναντι από την Αγία Βαρβάρα της ελληνορθόδοξης κοινότητας Ευλαμπίου (Yeni Mahalle), εκκλησία του 1838 ανακαινισμένη το 1947 με δαπάνες των αδελφών Γιάντσιου, οι οποίοι κατάφεραν να ξεπεράσουν τους υφάλους της τουρκικής γραφειοκρατίας και των εκκλησιαστικών επιτροπών γύρω από τα Μειονοτικά Βακούφια (”ευαγή ιδρύματα”).
Σημειωτέον ότι Έλληνες Ίμβριοι από τα τετραπέρατα της γης ανακαινίζουν σταδιακά τα ερειπωμένα σπίτια της Ίμβρου, τα σχολεία και τις εκκλησίες της. Ωστόσο τα πιο πολύτιμα αρχαιοελληνικά, παλαιοχριστιανικά και βυζαντινά ευρήματα του νησιού μεταφέρθηκαν σε μουσεία της Τουρκίας ή μπήκαν και παραμένουν στις αποθήκες τους…
Οι κάτοικοι της Ελληνικής Μειονότητας, φυσικά, αντιλαμβάνονταν εξ αρχής τις τουρκικές παρεμβάσεις (1960-64: κορύφωση του αφελληνισμού σε Ίμβρο και Τένεδο) οι οποίες δεν περιορίζονταν μόνο στις πολιτικές του εποικισμού και την αποψίλωση των αρχαιολογικών θησαυρών, αλλά επεκτείνονταν στην απαλλοτρίωση των κτημάτων τους, η οποία οδήγησε ραγδαία στην φτωχοποίησή τους.

Τα αντιλαμβάνονταν και τα έβλεπαν όλα, αλλά έσκυβαν το κεφάλι καρτερικά και δεν μιλούσαν για λόγους επιβίωσης, άρρηκτα συνδεδεμένης με την απομόνωση και τον φόβο, ειδικά από τότε που εγκαταστάθηκε στην Ίμβρο (Gökçeada: ”ουράνιο νησί”, με διάταγμα του 1973, η ονομασία του νησιού τουρκιστί) το 1ο τάγμα του 116ου συντάγματος της Καλλίπολης και αργότερα το 5ο Σύνταγμα Καταδρομών και μια Μοίρα Πυροβολικού εξοπλισμένη με ΠΕΠ WS-1 A/B κινέζικης σχεδίασης.

Το ασήκωτο βάρος όμως — που τους έκανε να νιώθουν στο στόμα τη γεύση της αποθάρρυνσης και της ματαιότητας — το σήκωναν και το σηκώνουν οι Ίμβριοι στους ώμους τους από τις αρχές ακόμα της δεκαετίας του 1960, όταν η Ελληνική Πολιτεία συμπεριφέρθηκε σαν κακιά μητριά στα ιμβριώτικα παιδιά της, στέλνοντάς τα το μήνυμα του πρωθυπουργού: ”Δεν θα χαλάσουμε οι Έλληνες τις σχέσεις μας με την Τουρκία για μια χούφτα ψαράδες”!!!, σύμφωνα με την μαρτυρία της Ίμβριας Εύη Χατζηανδρέου (βλ. άρθρο στο real.gr: ”Έπειτα από 49 χρόνια η Ίμβρος ξαναδιδάσκεται ελληνικά”, 24/9/2013).

Μια χούφτα ”ψαράδες” ασήμαντοι ήταν, προφανώς, για τους ιθύνοντες των Αθηνών στις αρχές του ’60 οι συρρικνωμένοι, σχεδόν αποδεκατισμένοι πληθυσμιακά από την… καλοπέραση στα χέρια των Τούρκων Ίμβριοι αδελφοί μας.

Έτσι εξηγείται γιατί οι ιμβριώτικης καταγωγής ομογενείς μας που ζουν στο εξωτερικό, αν και δεν έπαψαν ποτέ να αγαπούν την Ελλάδα, δεν τολμούν να εκφράσουν σήμερα — χωρίς τη στήριξή της — τη φιλοδοξία να ξαναγίνουν 8 και 10.000 στο νησί τους, όπως παλιά.

Δεν τολμούν να σκεφτούν καν την προοπτική να γεμίσουν με Έλληνες την Ίμβρο, από φόβο μήπως φανούν… ”μαξιμαλιστές” στους καχύποπτους Τούρκους ιδιοκτήτες της (καραμέλα της αθηναϊκής ελίτ στην Ελλάδα έγινε ο ”μαξιμαλισμός”, άλλωστε, προς αποτροπή της επέκτασης των ΕΧΥ στα 12 νμ λόγω του casus belli της Τουρκίας).

Έτσι περιορίζουν ταπεινά τις ελπίδες τους φιλοδοξώντας να φτάσουν τους 800 από 600-700 που είναι, όπως τους λογαριάζουν, Κι αυτό με γεμίζει πικρά συναισθήματα και αγωνία. Αγωνία για το μέλλον του Ελληνισμού σε μια ιδιαίτερα δύσκολη ιστορική συγκυρία.

Συγκυρία κατά την οποία ο γείτονας εξ Ανατολών συνεχίζει να απειλεί την εδαφική κυριαρχία μας, ενώ διεκδικεί — πέρα από αποστρατιωτικοποίηση και συνεκμετάλλευση στο Αιγαίο — αναγνώριση ”τουρκικής” μειονότητας σε Θράκη και Δωδεκάνησα, την ίδια στιγμή που προβάλλει ως μόνη λύση στο Κυπριακό τη διχοτόμηση της Κύπρου και οδηγεί με την πολιτική του σε ραγδαία συρρίκνωση τις ελληνικές μειονότητες στην τουρκική επικράτεια, μεταξύ των οποίων αυτές στις Θρακικές Σποράδες: Ίμβρο και Τένεδο…

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.