Κράτος Δικαίου αδικαίωτο για τους “φτωχούληδες του Θεού”…
Γράφει η Κρινιώ Καλογερίδου
Σαν να μην πέρασε χρόνος απ’ την τραυματική εμπειρία κρατικών παρεμβάσεων δια των Οργάνων της Δημόσιας Τάξης σε βάρος ανήμπορων πολιτών (σύλληψη πλανόδιου κουλουρτζή το ’18, γιατί δεν είχε άδεια — σύλληψη γιαγιάς που πουλούσε τερλίκια το ’19 για τον ίδιο λόγο — πλειστηριασμός σπιτιού τετραμελούς οικογένειας με άνεργο πατέρα και ανάπηρη μάνα το ’22) και ένιωσα πάλι το ίδιο συναίσθημα.
Το συναίσθημα της πικρής διαπίστωσης ότι το ελληνικό κράτος είναι άψυχο. Και είναι άψυχο, γιατί συνεχίζει να επιτρέπει να συντελούνται πράξεις απανθρωπιάς είτε από Όργανα της ΕΛ.ΑΣ είτε από ελεγκτικούς μηχανισμούς της Δημόσιας Διοίκησης ή από οικονομικά εύρωστους ιδιώτες σε βάρος αναξιοπαθούντων μελών του.
Αυτό σημαίνει ότι λειτουργεί ως ηθικός αυτουργός για την παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των κοινωνικά αδύναμων, περιθωριοποιημένων ή πτωχευμένων πολιτών, σαν να μην έχουν αυτοί το ίδιο δικαίωμα στη ζωή (λόγω ανεπάρκειας και των στοιχειωδών μέσων επιβίωσής τους), πράγμα που τους αναγκάζει να παρανομούν ως πλανόδιοι πωλητές του δρόμου, ως αφερέγγυοι δανειολήπτες, ενοικιαστές κλπ.
Ενδεικτικό παράδειγμα για την τελευταία περίπτωση είναι αυτή του 81χρονου ανάπηρου απ’ τα Φλογητά της Χαλκιδικής, που διώχθηκε από το σπίτι του βίαια με την οικογένειά του από είκοσι άντρες της ΕΛ.ΑΣ (ήδη το σπίτι έχει εκπλειστηριαστεί σε ”επενδυτή” από τη Βόρεια Μακεδονία, ο οποίος εγκατέστησε φύλακα ιδιωτικής εταιρείας σεκιούριτι ως νέος ιδιοκτήτης), γιατί αδυνατούσε να αποπληρώσει δάνειο ανακαίνισης του γιου του στο οποίο μπήκε εγγυητής πριν να μείνει άνεργος.
”Έτσι απαιτούν οι κανόνες δανειοδότησης”, σας ακούω να λέτε πικρά.
Και εγώ θα συμφωνήσω μαζί σας. Μόνο που για τέτοιες περιπτώσεις φυσικής αδυναμίας, σε περίοδο μάλιστα εκτίναξης της ακρίβειας στα ύψη, θα έπρεπε να υπάρχει κοινωνική αρωγή και όχι κρατική αδιαφορία.
Αδιαφορία που παρατηρείται όχι μόνο σε κρατικό επίπεδο, αλλά και σε κοινωνικό, σαν να έχουν στραγγίξει οι ψυχές των Ελλήνων μέσα σε πλαίσιο απανθρωπιάς που χαρακτηρίζεται από τα δαιμόνια της εποχής μας: τον ατομικισμό, τη σκληρότητα, την ασπλαχνία και την αδιαφορία. Της εποχής του ”εγώ” και όχι του ”εμείς”, όπως ευχόταν για τους Έλληνες ο Μακρυγιάννης.
Της εποχής της κουτσουρεμένης δημοκρατίας σε ένα μετεμφυλιακό κράτος που δεν ξεπέρασε ακόμα τους εφιάλτες του εθνικού διχασμού, πράγμα που επιβεβαιώνουν οι όλο και αυξανόμενοι εμπαθείς σχολιαστές στα ΜΚΔ, ως εκπρόσωποι των αριστεροδεξιών άκρων.
Της εποχής των έωλων πολιτικών υποσχέσεων για ισότητα, δικαιοσύνη, διαφάνεια και αλληλεγγύη. Ιδέες, μεγαλοστομίες και υποσχέσεις που πάνε… άπατες, με αποτέλεσμα να μη γίνεται ποτέ πράξη το όραμα της ανασυγκρότησης και εξυγίανσης του ελληνικού κράτους.
Κοντά σ’ αυτά έχει χαθεί το φιλότιμο και η ανθρωπιά μας σε όλα τα επίπεδα του δημόσιου και ιδιωτικού βίου μας. Έτσι διαμορφώθηκε από χρόνια μια αποκρουστική πραγματικότητα με
ευθύνη της Πολιτείας η οποία αδυνατεί να αφουγκραστεί τα μηνύματα των ασθενέστερων, με αποτέλεσμα να μετατρέπονται σε ανέκδοτα προεκλογικά οι υποσχέσεις των πολιτικών για ”αλλαγή” σε επίπεδο διαβίωσης του λαού μας.
Και αυτό γιατί, μετά την άνοδο στην εξουσία, γίνονται όλοι ανεξαίρετα ”λωτοφάγοι” και γυρίζουν την πλάτη σε όσα υπόσχονταν σε κοινωνικό επίπεδο: στη γεφύρωση των ανισοτήτων (τις οποίες μεγάλωσε η πανδημία), την ενίσχυση του Κράτους Πρόνοιας και Δικαίου, την καταπολέμηση της οικογενειοκρατίας και τον περιορισμό, τον έλεγχο διαχείρισης δανειακών χαρτοφυλακίων σε Funds, τα οποία καραδοκούν για να αρπάξουν παράνομα τις πρώτες κατοικίες των πνιγμένων στα χρέη Ελλήνων.
Funds (κυρίως αμερικανικών, οργανισμών συλλογικών επενδύσεων), που εκπλειστηριάζουν ασκαρδαμυκτί τον ιδρώτα και τον μόχθο της ζωής τους. Κοινώς, κάνουν μπίζνες με τα μη εξυπηρετούμενα (κόκκινα) δάνεια των Ελλήνων δανειοληπτών οδηγώντας τους στην απόγνωση, καθώς δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν δικαστικά τις άθλιες πρακτικές τραπεζών και funds σε βάρος τους, με αποτέλεσμα να χάνουν τα σπίτια τους ακόμα και για χρέος 15-20.000 ευρώ…
”Πάντα σ’ αυτόν τον τόπο”, σας ακούω να λέτε, ”έβγαιναν και βγαίνουν κερδισμένοι οι διαπλεκόμενοι και οι πλούσιοι, που απομυζούν τα ταμεία του κράτους — όπως και τους οικονομικά ασθενέστερους — εκμεταλλευόμενοι τις κερκόπορτες διαφθοράς λόγω αδιαφάνειας, οικογενειοκρατίας και αναξιοκρατίας”…
Έβγαιναν και βγαίνουν κερδισμένοι, θα έλεγα, οι κάθε λογής και προέλευσης κερδοσκόποι οι οποίοι κοιτάζουν πώς θα εκμεταλλευτούν την μάστιγα της ακρίβειας και την μη ύπαρξη δίκαιης φορολογίας που να αυξάνει αισθητά το φορολογικό βάρος αναλογικά με τον πλούτο του καθενός.
Δίκαιης φορολογίας και διανεμητικής δικαιοσύνης που να ενισχύει τους μη έχοντες με μερίδιο από τα υλικά αποκτήματα των εχόντων δια της αξιοποίησης από το κράτος της συνδρομής της ιδιωτικής πρωτοβουλίας (βλ. εφοπλιστές, μεγαλοεπιχειρηματίες) στις κοινωνικές υποχρεώσεις της Πολιτείας προς όφελος των ασθενέστερων τάξεων, των ατόμων με ειδικές ανάγκες (ΑΜΕΑ) και αυτών που ζουν στο περιθώριο της ζωής και του ΕΣΥ…
Τώρα θα μου πείτε, πώς μπορούμε να ελπίζουμε σε διανεμητική δικαιοσύνη όταν πολιτεία αφήνει απροστάτευτα τα ευάλωτα μέλη της και το κράτος δικαίου αδικαίωτα; Όταν η δικαιοσύνη (παρά το γεγονός ότι η δικαστική ανεξαρτησία είναι προστατευόμενη ως αρχή του Δικαίου, σύμφωνα με το άρθρο 87 του Συντάγματος) δείχνει περιοδικά ότι δεν είναι ανεξάρτητη, αλλά χειραγωγούμενη;
Πώς μπορούμε να ελπίζουμε σε ανεξάρτητη δικαιοσύνη, όταν οι πολιτικοί αμνηστεύουν προληπτικά την εγκληματική πολιτική τους χωρίς δικαστική παρέμβαση, γιατί ισχύει το ακαταδίωκτο σε υπουργούς (αλλά όχι για τους ”φτωχούληδες του Θεού” οι οποίοι πουλούν κουλούρια και τερλίκια στο δρόμο), πράγμα που εμποδίζει την παραπομπή τους στην κοινή δικαιοσύνη;