Iταλική κατασκοπεία και προπαγάνδα (1911 -1945)

Γράφει ο Βαγγέλης Αντωνιάδης

Στην Ιταλία του 19ου αιώνα ήταν πολύ έντονα τα φιλελληνικά αισθήματα. Ενδεικτικό του έντονα φιλελληνικού κλίματος στην ιταλική χερσόνησο ήταν πως πλήθος Ιταλών πύκνωσαν τις γραμμές των φιλελληνικών ταγμάτων που πολέμησαν κατά τα πρώτα έτη της ελληνικής επανάστασης. Ενώ τα άκρως προοδευτικά και φιλελεύθερα συντάγματα της ελληνικής επανάστασης καταρτίστηκαν σε μεγάλο βαθμό από τον Ιταλό συνταγματολόγο Γκαλίνα. Τα πρώτα ελληνικά τυπογραφία ειδικά στο επαναστατημένο Μεσολόγγι στελεχώθηκαν από Ιταλούς εκδίδοντας τις πρώτες εφημερίδες της επαναστατημένης Ελλάδας που μεταλαμπάδευσαν την φλόγα της επανάστασης σε ολόκληρο τον ελληνικό χώρο.

Μετά το τέλος της επανάστασης πολλοί Ιταλοί στελέχωσαν την ελληνική δημόσια διοίκηση, το δικαστικό σώμα, την χωροφυλακή και άλλες υπηρεσίες τόσο κατά την καποδιστριακή όσο και κατά την οθωνική περίοδο.

Χαρακτηριστικό είναι πως ο ιδεολογικός καθοδηγητής της ιταλικής ενοποίησης Τζουζέπε Ματζίνι θεωρούσε ως πρότυπο την ελληνική επανάσταση, τον πόλεμο της ελληνικής ανεξαρτησίας και τον τρόπο συγκρότησης του νεαρού την εποχή εκείνη ελληνικού κράτους.

Ενώ μία ακόμα άγνωστη σελίδα της ιστορίας είναι πως οι Γαριβαλδίνοι, το στρατιωτικό σώμα που ίδρυσε ο Ιταλός στρατιωτικός και πολιτικός Γαριβάλδης κατά την σύντομη σε διάρκεια πορεία της <<Δημοκρατίας της Ρώμης >> και επιβίωσε μετά την κατάλυση της,   πολέμησε στο πλευρό των ελληνικών δυνάμεων τόσο στον ατυχή πόλεμο του 1897 και κατά τους Βαλκανικούς πολέμους.

Η πρώτη στροφή της ιταλικής εξωτερικής πολιτικής σε βάρος της Ελλάδος παρατηρήθηκε το 1911 όταν στην διάρκεια του ιταλο-οθωμανικού πολέμου οι Ιταλοί θα καταλάβουν τα Δωδεκάνησα. Την ίδια χρονιά θα διοργανωθεί από τον διπλωμάτη Ιωνα Δραγούμη το Δωδεκανησιακό συνέδριο που θα διαλυθεί από τις ιταλικές αρχές.
Όμως πριν την διάλυση του θα προλάβει να διατυπώσει το αίτημα των Δωδεκανησίων για ένωση με την Ελλάδα.

Το 1912 η Ιταλία προσδεμένη ακόμα στο άρμα των κεντρικών δυνάμεων και κυρίως της Αυστροουγγαρίας θα αντιταχθεί στην προσάρτηση της Θεσσαλονίκης στην Ελλάδα.

Όμως οι επιθετικές διαθέσεις της Ιταλίας σε βάρος της Ελλάδος και ευρύτερα των κρατών της βαλκανικής θα φανούν ξεκάθαρα την επόμενη χρονιά με την συνθήκη του Βουκουρεστίου που σφράγισε την λήξη του δεύτερου βαλκανικού πολέμου και το πρωτόκολλο της Φλωρεντίας . « Όταν η Ιταλία με την ανοχή του Ελευθερίου Βενιζέλου θα αποσπάσει από την Ελλάδα την περιοχή της Βορείου Ηπείρου προς όφελος της νεοϊδρυθείσας Αλβανίας, ενός κράτους που θα λειτουργήσει ως ιταλικό προτεκτοράτο, αλλά και ασφαλές προγεφύρωμα της Ιταλίας στην βαλκανική. Γεγονός που φάνηκε ξεκάθαρα τόσο με την αμαχητί κατάληψη της τον Απρίλιο του 1939 όσο και με την εργαλοιοποίηση της κατά της Γιουγκοσλαβίας και κυρίως κατά της Ελλάδος τα επόμενα χρόνια.

Η πρώτη ανοιχτή σύγκρουση Ελλάδος-Ιταλίας θα εκδηλωθεί στην διάρκεια της μικρασιατικής εκστρατείας με τις αψιμαχίες ανάμεσα σε ελληνικές και ιταλικές δυνάμεις στην περιοχή του Αιδινίου το 1919 και αργότερα στην Κιλικία ενώ η ιταλική στήριξη στους κεμαλικούς σύντομα θα εκδηλωθεί ανοιχτά και με διπλωματικά και οικονομικά μέσα.

Το 1923 μετά την προβοκατόρικη δολοφονία του στρατηγού Τελλίνι που αντιπολιτευόταν το καθεστώς Μουσολίνι και ήταν επικεφαλής της επιτροπής που θα οριοθετούσε τα ελληνοαλβανικά σύνορα, οι Ιταλοί θα βομβαρδίσουν και θα καταλάβουν για σύντομο χρονικό διάστημα την Κέρκυρα.

Αναμφίβολα στο εσωτερικό της ελληνικής αστικής τάξης υπάρχουν δυνάμεις που θεωρούσαν τον Μουσολίνι και τον Χίτλερ ως πρότυπο διακυβέρνησης.

Αυτή η δυναμική οδήγησε και στο ελληνοιταλικό σύμφωνο φιλίας το 1928 ανάμεσα στον Ελευθέριο Βενιζέλο και τον Μπενίτο Μουσολίνι που ακολούθησαν κείμενα τόσο του Ελευθερίου Βενιζέλου όσο και του πολιτικού του διαδόχου Νικολάου Πλαστήρα που υμνούσαν τον φασισμό και όξυναν την επεκτατική πολιτική της Ιταλίας σε βάρος της Ελλάδος.

Το 1939 οι Ιταλοί θα καταλάβουν αμαχητί το σύνολο της αλβανικής επικράτειας. Ολόκληρος ο αλβανικός στρατός τέθηκε κάτω από ιταλική διοίκηση και η ιταλική προπαγάνδα υπόσχεται στους Αλβανούς την προσάρτηση στην Αλβανία της Τσαμουριάς δηλαδή της περιοχής γύρω από τον ποταμό Θύαμη στην Θεσπρωτία, τμήματα της Άρτας και των Ιωαννίνων.

Απόρροια αυτής της προπαγάνδας ήταν η συγκρότηση φασιστικών ταγμάτων από Αλβανούς και η συγκρότηση αλβανικών ταγμάτων κατασκόπων και ιχνηλατών που επιτέθηκαν πρώτα σε ελληνικά εδάφη την 28η Οκτωβρίου του 1940.

Το 1939 συνέπεσε με την λήξη του ελληνο-ιταλικού συμφώνου του 1928 και μία παρελκυστική πρόταση του Μουσολίνι για ανανέωση του που εμπεριείχε πρόταση για απόσυρση των ιταλικών στρατευμάτων από τα ελληνικά σύνορα και παροχή πολεμικού υλικού την οποία η κυβέρνηση Μεταξά απόρριψε με την στήριξη της Μεγάλης Βρετανίας και Γαλλίας.

Οι Ιταλοί συνέχισαν να αναζητούν αφορμές για να δημιουργήσουν ένταση με την Ελλάδα δημιουργώντας προβοκάτσιες.

Χαρακτηριστική η υπόθεση Νταούτ Χότζα. Όταν το ιταλικό προξενείο ειδήσεων Στεφάνι μετέδωσε πως ο Νταούτ Χότζα, Τσάμης ληστής δολοφονήθηκε από Ελληνες πράκτορες.

Η ανακοίνωση ανάφερε πως : Ο μέγας Αλβανός πατριώτης Νταούτ Χότζα γεννηθείς εις την αλύτρωτων περιοχήν της Τσαμουριάς εδολοφονήθη αγρίως από Ελληνες πράκτορες οι οποίοι τον μετέφεραν εις ελληνικόν έδαφος.

Η κυβέρνηση Μεταξά αντέδρασε άμεσα με ανακοίνωση που εξέδωσε το Αθηναϊκό πρακτορείο ειδήσεων που ανάφερε.

Είμεθα εις θέσιν να βεβαιώσουμε ότι αι πληροφορίαι αι μεταδοθείσαι εκ Τιρράνων υπό του πρακτορείου Στεφάνι περί δήθεν φόνου Αλβανού πατριώτου υπό Ελλήνων πρακτόρων είναι απολύτως αβάσιμοι. Προ δύο μηνών περίπου δύο Αλβανοί, οίτινες κατόρθωσαν να εισδύσουν εις το ελληνικό έδαφος συνελλήφθησαν και ανακριθέντες ομολόγησαν ότι εφόνευσαν κατόπιν ρίξεως τον ονομαζόμενον Νταούτ Χότζαν. Όστις ήτο γνωστότατος ληστής επικηρυχθείς προ εικοσαετίας υπό της ελληνικής κυβερνήσεως λόγω φόνων και άλλων εγκλημάτων κοινού δικαίου εκτελεσθέντων επί ελληνικού έδαφος. Η ελληνική κυβέρνησις έθεσε υπό κράτησιν τους φορείς και διέταξε την διεξαγωγήν ανακριτικής εξέτασης.

Ο τορπιλισμός της Ελλης

Στις 15 Αυγούστου 1940 το ιταλικό υποβρύχιο Δελφίν τορπίλισε το ελληνικό εύδρομο ΕΛΛΗ που ναυλοχούσε στο λιμάνι της Τήνου.

Μετά από τέσσερις μέρες διαπιστώθηκε ότι οι τορπίλες ήταν ιταλικής κατασκευής, αλλά η ελληνική κυβέρνηση απόφυγε να δημοσιοποιήσει τα στοιχεία. Ενώ κορυφαίο σφάλμα του καθεστώτος Μουσολίνι ήταν ότι εξέλαβε αυτή την σιωπή ως αδυναμία.

Από την πρώτη στιγμή οι υποψίες της διεθνούς κοινής γνώμης στράφηκαν στην Ιταλία που όμως αρνήθηκε κάθε ανάμιξη επιρρίπτοντας ευθύνες στους βρετανούς που απάντησαν άμεσα κατονομάζοντας τους Ιταλούς ως υπεύθυνους του τορπιλισμού.

Το πολεμικό συμβούλιο της 15ης Οκτωβρίου 1940

Στις 15 Οκτωβρίου ο Μουσολίνι συγκάλεσε πολεμικό συμβούλιο στο Παλάτσο Βενέτσια στο οποίο συμμετείχαν ο υπουργός εξωτερικών Τσιάνο, ο υπουργός πολέμου Σοντούν, ο στρατηγός Μπαντόλιο, ο Τζιακομόνι πολιτικός διοικητής της Αλβανίας και ο στρατηγός Μπράσκα στρατιωτικός διοικητής της Αλβανίας , στην οποία αποφασίστηκε η επίθεση κατά της Ελλάδος, παρά τις επιφυλάξεις του Μπαντόλιο.

Άγνωστο με ποιον τρόπο το ελληνικό κατασκοπευτικό δίκτυο είχε ενημερωθεί τόσο για την σύσκεψη όσο και για το περιεχόμενο της και λίγες ώρες αργότερα υπήρξε απόρρητο τηλεγράφημα του Έλληνα πρεσβευτή την Ρώμη προς τον Μεταξά που προσδιόρισε την επίθεση των Ιταλών ανάμεσα στις 25 και τις 28 Οκτωβρίου.

Ιταλικό δίκτυο κατασκοπείας βέβαια υπήρχε και στην Ελλάδα με κύριους πόλους το ιταλικό ινστιτούτο Αθηνών όλα τα ιταλικά προξενεία στην Ελλάδα και τις ιταλικές αντιπροσωπείες εταιριών στην Ελλάδα.

Δράση ανάπτυξε στην Ελλάδα και ο Αλβανός ευγενής Νέμπιλ-Ντίνο που προσπάθησε αποτυχημένα να προκαλέσει εξέγερση Τσάμηδων στον ελληνικό χώρο.

Κατασκοπευτική δράση ανέλαβε και ο Ιταλός συγγραφέας και δημοσιογράφος Κούρτιο Μαλαπάρτε με συλλογή πληροφοριών, αλλά και με στόχο να έρθει σε επαφές με σημαντικές προσωπικότητες που θα υποστήριζαν μία πιθανή ελληνική κατοχή στην Ελλάδα.

Γι αυτό τον σκοπό ήρθε στην Ελλάδα με επιταγές εκατομμυρίων λιρών.

Ο Κούρτιο Μαλαπάρτε ήταν ηγετικό μέλος του φασιστικού κόμματος και ο άνθρωπος που εκπόνησε το ιδεολογικό του μανιφέστο αλλά και μέλος της ομάδας Τσιάνο.

Ο Μαλαπάρτε ταυτόχρονα δημοσίευε ανθελληνικά άρθρα στον ιταλικό τύπο χαρακτηρίζοντας τους Έλληνες έθνος, ληστών, δειλών, απατεώνων και ύπουλων ανθρώπων.

Παράλληλα έστελνε αναφορές στους Μουσολίνι και Τσιάνο, που υποστηρίζουν πως η Ελλάδα ήταν ανέτοιμη να αναχαιτίσει την ιταλική εισβολή, αναφορές που είχαν καθοριστικό ρόλο στην απόφαση του φασιστικού καθεστώτος για την κήρυξη πολέμου με την Ελλάδα.

Έντονη κατασκοπευτική δράση ανάπτυξε και ο ιταλικής καταγωγής Αργεντινός Πάμπλο Χερντάντες που κέρδισε την εμπιστοσύνη των ντόπιων και φωτογράφιζε ελληνικές οχυρωματικές θέσεις στην ελληνο-αλβανική μεθόριο τις οποίες έστελνε μέσω Καίρου στην Ρώμη.

Παράλληλα η ιταλική προπαγάνδα και κατασκοπεία προσπάθησε να εγείρει μειονοτικά ζητήματα κυρίως στις τάξεις των βλαχόφωνων Ελλήνων και των Ρωμαιοκαθολικών των Κυκλάδων, που απότυχαν οικτρά λόγω της έντονης εθνικής συνείδησης αυτών των πληθυσμών αλλά και του αποτελεσματικού δικτύου αντικατασκοπείας που δημιούργησε το Μεταξικό καθεστώς.

Το εκτεταμένο και αποτελεσματικό δίκτυο που είχε δημιουργήσει το Μεταξικό καθεστώς δεν επέτρεψε να έχει αποτελέσματα η ιταλική προπαγάνδα όμως αυτή ξεδιπλώθηκε στα δύο πρώτα κατοχικά χρόνια.

Από την αρχή εκδηλώθηκαν οι επεκτατικές βλέψεις της Ιταλίας στον ελληνικό χώρο καθώς επιδίωκαν την προσάρτηση των Επτανήσων και της Ηπείρου σε μια ενδεχόμενη νίκη του άξονα.

Παράλληλα υπήρξε μία σημαντική προσέγγιση της Ιταλίας με την Βουλγαρία που προσάρτησε την Θράκη και την ανατολική Μακεδονία ασκώντας πολιτική εθνοκάθαρσης σε βάρος του ελληνικού στοιχείου.

Μία άγνωστη σελίδα της ιστορίας είναι ότι η περιοχή της Καστοριάς παρότι τυπικά ανήκε στην ιταλική ζώνη κατοχής πρακτικά βρέθηκε κάτω από την βουλγαρική κατοχή της ένοπλης βουλγαρικής τρομοκρατικής οργάνωσης Οχράνα που το 1944 υπήρξε και ο βασικός πόλος οργάνωσης των βουλγαρικών Ες/Ες της Οχρίδας.

Ταυτόχρονα οι Ιταλοί παραχώρησαν την περιοχή της Θεσπρωτίας στους Αλβανούς-Τσάμηδες που κυβέρνησαν με Αλβανική σημαία την περιοχή μέχρι το 1944 την απελευθέρωση της περιοχής από δυνάμεις του ΕΔΕΣ.

Μία άλλη εκδοχή της ιταλικής προπαγάνδας ήταν η έγερση βλάχικου μειονοτικού ζητήματος στην Ελλάδα με την ίδρυση του βασιλείου της Πίνδου σε εδάφη της Ηπείρου, της Θεσσαλίας και της δυτικής Μακεδονίας με κύριο πυρήνα 12 βλαχόφωνα χωριά της Πίνδου.

Στον αντίποδα ανέτειλε το άστρο ενός νέου Βλάχου πολιτικού του Ευάγγελου Αβέρωφ που στο παρελθόν είχε διατελέσει επικεφαλής της νεολαίας της σοσιαλδημοκρατικής ένωσης του Αλέξανδρου Παπαναστασίου αλλά και διορισμένος νομάρχης Κέρκυρας από την κυβέρνηση Κορυζή κατά την ύστερη φάση του ελληνο-ιταλικού πολέμου.

Ο Αβέρωφ θα συντάξει ένα κείμενο αντίθεσης στην ίδρυση της νέας κρατικής οντότητας διακηρύσσοντας την ελληνικότητα των Βλάχων, κείμενο το οποίο υπογράφηκε από περίπου 1900 επιφανείς προσωπικότητες του βλάχικου ελληνισμού. Ενώ παράλληλα μέσω του παράνομου τύπου της εποχής θα αποδομήσει την ιταλική προπαγάνδα και για το γεγονός αυτό θα συλληφθεί από τις ιταλικές αρχές κατοχής και θα μεταφερθεί σε στρατόπεδο συγκέντρωσης της Ιταλίας.

Ένοπλο όργανο του Βασιλείου της Πίνδου ήταν η Ρωμαική Λεγεώνα μια συμμορία 300 περίπου ανδρών υπό τον τυχοδιώκτη Διαμαντή Αλκιβιάδη, που αυτοπροσδιοριζόταν ως απόγονος των στρατιωτών της 5ης Ρωμαικής Λεγεώνας και αποσκοπούσε στην προσάρτηση της περιοχής στην Ρουμανία μίας άλλης χώρας που είχε συνταχθεί με τον άξονα της οποίας είχε διατελέσει πρόξενος στον Αυλώνα της Αλβανίας.

Η Ρωμαική Λεγεώνα τελικά θα συντριβεί μετά από διαδοχικές μάχες με αποσπάσματα της χωροφυλακής και ο Διαμαντής θα καταφύγει στην Ρουμανία.

Όπου το 1945 με εντολή των Γερμανών θα οργανώσει μία ομάδα 12 βλαχοφώνων που θα πέσουν με αλεξίπτωτα στην περιοχή του Ισθμού της Κορίνθου με στόχο την διενέργεια κατασκοπείας και σαμποτάζ σε βάρος της ελεύθερης πλέον Ελλάδος.

Όμως κατά την διάρκεια του άλματος θα εντοπιστούν από στρατιωτική περίπολο τέσσερις από αυτούς θα πέσουν στην διάρκεια της ανταλλαγής πυροβολισμών που ακολούθησε και οι υπόλοιποι οχτώ θα συλληφθούν.

Η ιταλική προπαγάνδα θα συνεχιστεί και στα Δωδεκάνησα με στόχο την αποφυγή της ένωσης τους με την Ελλάδα μετά την λήξη του πολέμου, εξέλιξη που προωθούσε η ελληνική διπλωματία τουλάχιστον από το 1943 χρονιά που είχε αρχίσει να διαφαίνεται η ήττα του άξονα.

Η διαφωνία για τον έλεγχο των Δωδεκανήσων θα οδηγήσει εκ νέου σε ένοπλη αντιπαράθεση τις δύο χώρες όταν η κυβέρνηση των Αθηνών το 1945 με αιχμή του δόρατος τον ιερό λόγο θα δρομολογήσει την επιχείρηση TED, δηλαδή σειρά καταδρομικών επιχειρήσεων στα Δωδεκάνησα και κυρίως στην Ρόδο και την Κω εναντίον γερμανικών και ιταλικών στόχων που θα επαναβεβαιώσουν την ελληνική κυριαρχία στο νοτιοανατολικό Αιγαίο.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.