Η στρατηγική με την Τουρκία και οι «ανησυχούντες»

Υστερα από μία μεγάλη περίοδο προκλήσεων από την Τουρκία, που ξεκίνησε πέρυσι τον Μάρτιο με την «εισβολή» μεταναστών στον Εβρο και κορυφώθηκε το καλοκαίρι με τις παράνομες «βόλτες» του «Ορούτς Ρέις» στο Αιγαίο, οι δηλώσεις του υπουργού Εξωτερικών, Νίκου Δένδια, στην Αγκυρα αντιμετωπίσθηκαν θετικά από τη συντριπτική πλειοψηφία της κοινής γνώμης, ως ένα ξέσπασμα της ελληνικής διπλωματίας απέναντι στην παραβατική συμπεριφορά των γειτόνων.

Γράφει ο Πάνος Αμυράς

Υπήρχαν βέβαια και ορισμένοι στην αντιπολίτευση που προβληματίσθηκαν για το εάν υπάρχει στρατηγική από την κυβέρνηση για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις ή η αντιπαράθεση του κ. Δένδια ήταν ένα «πυροτέχνημα» χωρίς συνέχεια. Οι «ανησυχούντες» παραβλέπουν τρία βασικά στοιχεία που δείχνουν ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη λειτουργεί με σχέδιο και όχι με αυτοσχεδιασμούς.

Πρώτον, οι απαντήσεις του υπουργού Εξωτερικών στις προκλήσεις του Τούρκου ομολόγου του για τη μουσουλμανική μειονότητα στη Θράκη, τις παραβιάσεις στο Αιγαίο, τις υπερπτήσεις πάνω από ελληνικά εδάφη και την «αποστρατιωτικοποίηση» ουσιαστικά διαμόρφωσαν τους όρους του διαλόγου με τους γείτονες.

Ο Ερντογάν δεν έχει κρύψει δημοσίως, και σύμφωνα με τις πληροφορίες μας το ανέπτυξε και στην κατ’ ιδίαν συνάντηση που είχε με τον κ. Δένδια, ότι η Τουρκία θέλει διάλογο με την Ελλάδα χωρίς «ενδιάμεσους», εννοώντας τη μεσολάβηση της Ευρωπαϊκής Ενωσης ή των Ηνωμένων Πολιτειών.

Ο κ. Δένδιας στη συνέντευξη Τύπου της Αγκυρας παρέθεσε τα επιχειρήματα που τεκμηριώνουν τα ελληνικά δίκαια αλλά επικαλέστηκε το ευρωπαϊκό κεκτημένο, εκπροσωπώντας μία χώρα που έχει πλέον 40 χρόνια ιστορίας εντός της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Δεύτερον, έγιναν γνωστές στο διεθνές ακροατήριο, αλλά και στην τουρκική κοινή γνώμη, οι ελληνικές θέσεις που δεν μπορούν να αγνοούνται από την Τουρκία σε έναν κατ’ επίφαση διάλογο, που μοναδικό σκοπό έχει να εξωραΐσει την εικόνα της γείτονος στη Δύση. Ο διάλογος για να είναι αποτελεσματικός και όχι προσχηματικός πρέπει να βασίζεται σε αρχές όπως είναι ο σεβασμός του Διεθνούς Δικαίου.

Η Τουρκία πέρυσι προσπάθησε με την πολιτική των συνεχών προκλήσεων να δημιουργήσει «τετελεσμένα» στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και κυρίως να θέσει το δικό της πλαίσιο διαλόγου. Αυτό πλέον δεν ισχύει, η συζήτηση δεν μπορεί να γίνεται υπό καθεστώς απειλών.

Τρίτον, από τη δημόσια αντιπαράθεση Δένδια-Τσαβούσογλου φάνηκε η αδυναμία των τουρκικών επιχειρημάτων. Για παράδειγμα, η θεωρία περί «τουρκικής μειονότητας» στη Θράκη αποδομήθηκε από τον Ελληνα υπουργό Εξωτερικών με την επίκληση της Συνθήκης της Λωζάννης, που φέρει και την υπογραφή της γείτονος. Σημειωτέον ότι ο κ. Τσαβούσογλου δεν επανέφερε τη θέση περί αναθεώρησης της Συνθήκης, όπως είχε κάνει στο Προεδρικό Μέγαρο το 2017 ο Ταγίπ Ερντογάν.

Οι απαντήσεις που είχαν δοθεί τότε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Προκόπη Παυλόπουλο, έδωσαν να καταλάβει η τουρκική πλευρά ότι μία τέτοια συζήτηση θα άνοιγε τον ασκό του Αιόλου στην ευρύτερη περιοχή και ο «αναθεωρητισμός» γρήγορα εγκαταλείφθηκε από τη ρητορική του Ερντογάν.

Η κατηγορία της Αγκυρας για την παρουσία στρατού στα ελληνικά νησιά κατέρρευσε από την επισήμανση του κ. Δένδια ότι στα τουρκικά παράλια υπάρχει αποβατική δύναμη, το ίδιο συνέβη με το μεταναστευτικό, όταν όλοι θυμόμαστε τα γεγονότα του Εβρου.

Κανείς δεν γνωρίζει ποιες μπορεί να είναι οι επόμενες κινήσεις της Αγκυρας, το βέβαιο ωστόσο είναι ότι όλοι ξέρουν τις ελληνικές θέσεις για το διάλογο, και κυρίως ότι εδράζονται στις ευρωπαϊκές αξίες και στο Διεθνές Δίκαιο.

Ελεύθερος Τύπος

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.