Η Ρωμανία κ’ αν κάηκε…
Γράφει ο Ιάσων Χατζηγεωργίου
Λίγο κρασί, λίγο θάλασσα και μια πυρκαγιά. Έτσι πλέον κατάντησαν τα καλοκαίρια μας στην Ελλάδα, στην χώρα που κάποτε αποτελούσε, κατά ομολογία των κατοίκων της και όχι μόνο, επίγειο παράδεισο. Η διαχρονική εικόνα του παραδείσου όμως προϋποθέτει την ύπαρξη πλούσιας βλάστησης και αρμονίας, αμφότερα όμως έχουν πλέον διαταραχθεί στην κοινωνία μας.
Αμφιβάλω εάν υπάρχει έστω και μια/ας Ελληνίδα/ας που να μην έχει βρεθεί έστω κοντά σε μια από τις εκατοντάδες εστίες φωτιάς κάθε χρόνο. Αυτή η συνήθεια, που έγινε λατρεία μόνο για τους δημοσιογράφους, είναι μια απόδειξη της άτυπης ρουτινοποίησης που έχει λάβει η διάλυση του έθνους μας. Όσο συνηθίζει ο Έλληνας στην καταστροφή, τόσο θα τείνει να πιστεύει πως η κατάσταση είναι μη αναστρέψιμη, πως οι πυρκαγιές είναι κάποια αναπόφευκτη νέμεση από την φύση, τον Θεό ή την τύχη. Στην πραγματικότητα οι αλλεπάλληλες τραγωδίες δεν είναι τίποτα άλλο από την λογική εξέλιξη των πραγμάτων.
Όσο το κράτος μας, εννοούμενο ως σύστημα αποτελούμενο από πολίτες και πολιτικούς, αδρανοποιείται καθ’ όλη την χρονιά και θυμάται την προστασία της φύσης μόνο στις αντιπυρικές περιόδους, τότε τα αποτελέσματα θα είναι όσα βιώνουμε. Ποια χαρακτηριστικά θα έπρεπε να έχει η αντιμετώπιση της κατάστασης από το κράτος;
Να είναι διαρκής. Η φύση είναι το σπίτι μας και χρίζει φροντίδας, συντήρησης. Η πεποίθηση πως τα δάση είναι ένα ομοιογενές σύνολο το οποίο μπορεί να διατηρήσει ανέπαφο τον πλούτο του είναι λάθος. Στον αιώνα όπου οι ανθρώπινες διεργασίες λαμβάνουν χώρα και στο πιο απομακρυσμένο τόπο της Γης, αναπόφευκτα τα Ελληνικά δάση αποτελούν μέρος του αστικοποιημένου συνόλου. Έτσι λοιπόν, όπως ορθώς θέλουμε να απολαμβάνουμε τις καρπώσεις από τις δασικές δραστηριότητες, έτσι πρέπει ώριμα να αναλάβουμε και την ευθύνη της προστασίας του με διάρκεια και συνέπεια. Τακτικές αραιώσεις, καθαρισμός του δασικού τάπητα, απομάκρυνση της υλοτομημένης ξυλώδους μάζας και της βιομάζας εν γένει είναι μερικές μόνο πολύ βασικές αρχές που συντελούν τα μέγιστα στην αποτροπή της πρόκλησης πυρκαγιάς και όμως στην δική μας Ελλάδα δεν γίνονται. Εγκληματικές αμέλειες οι οποίες όμως δεν αποτρέπονται εξαιτίας και του δεύτερου προϋποτιθέμενου χαρακτηριστικού.
Η ευθύνη πρέπει να ανατίθεται σε γνώστες του αντικειμένου. Καθ’ ύλην αρμόδιοι είναι οι επαγγελματίες δασολόγοι-δασοπόνοι, περιβαλλοντολόγοι οι οποίοι με το γνωσιακό τους υπόβαθρο και το πάθος για την φύση θα λαμβάνουν όλο το έτος τις σωστές αποφάσεις, στο σωστό χρόνο. Όμως στην χώρα των «άκουσέ με, ξέρω εγώ» και των (διαχρονικά) υπουργών αγνώστων σπουδών, οι αρμοδιότητες πέφτουν σε καριερίστες που καμία επαφή δεν έχουν με την -επιστημονική- πραγματικότητα. Οι επιστήμονες που καλούνται ως μετά Χριστόν προφήτες να μας αναλύουν τους παράγοντες που συντέλεσαν στην καταστροφή, θα μπορούσαν αντ’ αυτού να αναλάβουν τα ηνία της διαχείρισης των δασών, της πρόληψης των πυρκαγιών. Και για την αντιμετώπιση;
Παρόλο τον σεβασμό που τρέφουμε όλες/οι μας για το πυροσβεστικό σώμα, παρά τις εικόνες contubernalis που διαδίδονται με πυροσβέστες τις ώρες του καθήκοντος, δεν είναι οι κατάλληλοι σωτήρες. Και εξηγούμαι: Το πυροσβεστικό σώμα δημιουργήθηκε και εκπαιδεύεται για πυρόσβεση πυρκαγιών στο αστικό τοπίο. Εστίες φωτιάς στην ύπαιθρο απαιτούν άμεσο χειρισμό, μάχη εντός των δασών με τις φλόγες, πράγμα που εκ των πραγμάτων αποτελεί ευθύνη non grata για τους αξιωματούχους της πυροσβεστικής. Γιατί άπαξ και χαθεί ένας συνάδελφός τους σε δασική έκταση, καταρρέουν ψυχικά και καρατομούνται. Έτσι λοιπόν χρειαζόμαστε η ευθύνη για καταστολή των δασικών πυρκαγιών να περάσει εκ νέου στα χέρια των αρμόδιων δασαρχείων και δασικών υπηρεσιών, όπως ίσχυε δηλαδή μέχρι και τα τέλη του 20ου αιώνα.
Εάν ίσχυαν ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά στην πολιτική πυροπροστασίας, όπως εφαρμόζονται σε πολλές χώρες (βλέπε μοντέλο της Γαλλίας) η χώρα μας θα είχε διατηρήσει ανέπαφο τον φυσικό της πλούτο. Και μαζί με αυτόν θα διατηρούσε ανεβασμένο και το βιοτικό της επίπεδο, χωρίς να απαιτεί από τον ελάχιστο αδερφό μας να προσφέρει τα μέγιστα. Αν και, για του λόγου το αληθές, οι γενιές που κατοικούν σήμερα την Ελλάδα δεν αναλαμβάνουν ούτε τα ελάχιστα. Ο Γολγοθάς για τον λαό βρίσκεται πολύ μακριά από το τέλος του, καθώς οποιαδήποτε αδιαφορία για το περιβάλλον επιφέρει και μακροπρόθεσμες συνέπειες τραγικότερες των πρώτων. Οι κάτοικοι της Αττικής θα ζουν με έναν επιπλέον φόβο για πρόκληση πλημμυρών, αυτοί του Έβρου με έναν αντίστοιχο για μεγιστοποίηση των αθρόων εισβολών και όλοι μας με την αμφιβολία πως θα ξημερώσουμε σε μια εποχή όπου το καθαρό οξυγόνο και οι φυσικές ισορροπίες θα αναζητούνται στα λεξικά. Ας το αποτρέψουμε. Άλλωστε… Η Ρωμανία κ’ αν κάηκε ανθεί και φέρει κι άλλο.
ΥΓ: Αξιοθαύμαστη η εμμονή των Ελλήνων να διχάζονται με την παραμικρή ευκαιρία. Εμπρησμοί ή κλιματική αλλαγή, το νέο μήλο της έριδος. Καλά μυαλά. Έχουμε όλες και όλοι ευθύνη.