Η ΝΔ και… όλοι οι υπόλοιποι!

Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, σύμβουλος επιχειρήσεων – συγγραφέας

Δεν συνηθίζω τα εξαντλητικά εκτενή κείμενα αλλά μετά και τη δεύτερη εκλογική διαδικασία, τα συνολικά συμπεράσματα είναι απολύτως ξεκάθαρα και πρέπει να αποτυπωθούν. Η ΝΔ αναδεικνύεται ως η μόνη δύναμη με το βλέμμα στο μέλλον, όταν όλο το υπόλοιπο πολιτικό σύστημα παραμένει αγκυλωμένο είτε στα διλήμματα της προηγούμενης δεκαeτίας ή κάποιοι ακόμη χειρότερα του προηγούμενου αιώνα και της αναβίωσης του ενδόξου παρελθόντος.

Ένα στοιχείο που ελάχιστα επισημαίνεται είναι ότι ο δημοψηφισματικός διχασμός, του ανύπαρκτου ερωτήματος του 2015 ξεπεράστηκε στην πράξη. Πλέον η ΝΔ εκφράζει μόνη της μεγαλύτερο ποσοστό από το τότε ΝΑΙ, κι αν συνυπολογιστεί και το ποσοστό του ΠΑΣΟΚ οι τότε φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις βρίσκονται σήμερα από το 38% πάνω από το 52%. Θα έλεγε κανείς ότι το προφανές είναι ότι ένα 14% πέρασε στο απέναντι “στρατόπεδο”. Δεν είναι όμως τόσο γραμμική η εξήγηση.

Ήδη από το 2019, η ΝΔ είχε απορροφήσει ένα περίπου 6% από τα “αριστερά” της, κυρίως από τη διάλυση του Ποταμιού και τον εκλογικό αφανισμό της Ένωσης Κεντρώων. Είχε όμως επαναπατρίσει κι ένα περίπου 5% από τα “δεξιά” της από την επάνοδο παλιών της ψηφοφόρων που στράφηκαν πρόσκαιρα προς τους ΑΝ.ΕΛ. και τη Χρυσή Αυγή.

Επανήλθαν όχι επειδή έπαψαν να αμφισβητούν την παράταξη αλλά γιατί στο τελικό ζύγι για την επόμενη διακυβέρνηση της χώρας η πρωτοδεύτερη φορά Αριστερά, των capital controls και της Συμφωνίας των Πρεσπών, έμοιαζε μια προοπτική που έπρεπε να αποτραπεί γιατί ήταν απείρως χειρότερη από τις συνέπειες των όποιων θεωρούμενων από τους ίδιους, ως ιδεολογικές παραφωνίες της ΝΔ. Να θυμίσω ότι ακόμη και στις εκλογές του φετινού Μαΐου το 18% των πρώην ψηφοφόρων της Χρυσής Αυγής κινήθηκαν προς τη ΝΔ, προφανώς για τον ίδιο λόγο!

Το 40% του 2019 όμως, δεν είναι το ίδιο στη σύσταση του με το 40,5% του 2023. Η ΝΔ είχε τώρα υπαρκτές διαρροές προς τα Δεξιά της, αν και όχι υπερβολικές, ταυτόχρονα όμως απέκτησε απευθείας εισροές από τον ΣΥΡΙΖΑ πάνω από 200 χιλιάδων ψηφοφόρων. Τι εκτίμησαν αυτοί οι άνθρωποι στη φιλελεύθερη, πατριωτική προσέγγιση της ΝΔ;

Θα μπορούσαμε να τους χωρίσουμε σε τρεις κατηγορίες. Σε πρώην ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ που μετά το βήμα προς τον ΣΥΡΙΖΑ στα πλαίσια της μνημονιακής σύγκρουσης, συνειδητοποίησαν ότι αυτός ο κύκλος έκλεισε οριστικά και η ΝΔ κατόρθωσε εν μέσω πολλαπλών κρίσεων (υγειονομικών, ενέργειας, πληθωρισμού, πολέμων) να επιδείξει ψυχραιμία, σύνεση και διαχειριστική επάρκεια, πέρα από τα επιμέρους σφάλματα και παραλείψεις, αποδεικνύοντας ότι μπορεί να κρατήσει τη χώρα όρθια στα δύσκολα.

Ένα άλλο μέρος τους, τρόμαξε τις τελευταίες ημέρες πριν τις κάλπες με την αναμόχλευση μιας πιθανής συνεργασίας των ηττημένων με συμμετοχή και του Βαρουφάκη, ακούγοντας ταυτόχρονα για παράλληλα νομίσματα και αύξηση της φορολογίας, θέματα που ο ΣΥΡΙΖΑ υποτίθεται ότι είχε αφήσει πίσω του με τις εσωκομματικές “εκκαθαρίσεις” του 2015.

Τέλος, ένα τρίτο μέρος, εκτίμησε την οικονομική στήριξη, τα διάφορα επιδόματα, τις (αν)επιστρεπτέες προκαταβολές, τη γενικότερη μείωση των φορολογικών επιβαρύνσεων και την ανάκαμψη της παραγωγικής διαδικασίας, αλλά και τις πολιτικές για τους ΛΟΑΤΚΙ+. Κάτι αντίστοιχο, για εντελώς διαφορετικούς λόγους, θεωρητικά “παράταιρης” ψήφου, υπήρξε και το 1981 με Δεξιούς που είχαν μετακινηθεί προς την Εθνική Παράταξη να καταλήγουν στο ΠΑΣΟΚ, και το 2015 με προερχόμενους από τη ΝΔ να προτιμούν το ΣΥΡΙΖΑ.

Άλλωστε η προεκλογική καμπάνια του Κυριάκου Μητσοτάκη υπήρξε υποδειγματική σε όλα τα επίπεδα. Σαφήνεια κεντρικού μηνύματος, επικοινωνιακή πληρότητα και προσαρμογή σε όλα τα διαθέσιμα μέσα προβολής και τα social media, εξειδίκευση προτάσεων που καλύπτουν κάθε κοινωνική ομάδα.

Ορισμένοι το ονομάζουν όλο αυτό, τριγωνική πολιτική αφού αυτές οι επιλογές συνδυάστηκαν με πολιτικές για την ασφάλεια των πολιτών, την ενίσχυση των ενόπλων δυνάμεων και την προάσπιση των εθνικών συμφερόντων, αλλά μάλλον πρόκειται για επιφανειακή προσέγγιση με ξεπερασμένους όρους, μιας διαφορετικής πραγματικότητας, αφού συχνά η ικανοποίηση διαφορετικών, ακόμη και αντικρουόμενων προτεραιοτήτων καταλήγει στο να αναιρούν η μία τη δράση της άλλης και τελικά το συνολικό άθροισμα να καταλήγει μικρότερο της πρόσθεσης των επιμέρους μερών.

Η τριγωνοποίηση, ή δήθεν πλήρης υπέρβαση των ιδεολογικών διαφόρων στην πρακτική άσκηση της πολιτικής, ξεκίνησε ως το άλλοθι της εποχής Κλίντον ώστε να επανέλθουν οι Δημοκρατικοί στην εξουσία για δύο τετραετίες, με άλλο πλέον αφήγημα μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και την πτώση του σοσιαλιστικού παραδείσου, ύστερα από μια περίοδο 24 ετών όπου κατέκτησαν μόνο μια τετραετία με τον Κάρτερ.

Ένα εφεύρημα εκείνης της περιόδου, συμβατό με τις τότε εξελίξεις, επιχείρησε να καθαγιάσει τον σοσιαλδημοκρατικό χυλό… τετραγωνίζοντας τον κύκλο, με φιλελεύθερες οικονομικές παρεμβάσεις, αλλά και τεράστια σφάλματα όπως η κατάργηση του νόμου Γκλας – Στίγκαλ στις ΗΠΑ που επέτρεψε την ανεξέλεγκτη κερδοσκοπική λειτουργία αυτού που ονομάζουμε, σκιώδες τραπεζικό σύστημα, και συνέτεινε καίρια στη δημιουργία της οικονομικής κρίσης.

Αντίστοιχα στην Ευρώπη, το New Labour κίνημα των Μπλερ, Σρέντερ κλπ, βυθίστηκε στις αντιφάσεις που φέρνει η δήθεν απο-ιδεολογικοποιημένη προσέγγιση αφήνοντας ως παρακαταθήκη την ΟΝΕ, που κι αυτή με την πρόωρη συμμετοχή χωρών με παντελή έλλειψη μεταρρυθμίσεων όπως η Ελλάδα, έκτισε ένα οικοδόμημα σε σαθρές βάσεις που κινδύνεψε να καταρρεύσει με τους πρώτους κλυδωνισμούς.

Η απάντηση των περισσότερων Δυτικών κεντροδεξιών κομμάτων κινήθηκε στα πλαίσια μιας ξεκάθαρα φιλελεύθερης οικονομικής επιλογής, στήριξης της εθνικής παραγωγής, με κοινωνική ευαισθησία όμως για τους πραγματικά ευάλωτους, ισονομία, αξιοκρατία, αίσθημα ασφάλειας για όλους, και εμπέδωση των κανόνων του υγιούς ανταγωνισμού ως αντίβαρο στον ισοπεδωτικό, συγκεντρωτικό κορπορατισμό. Τίποτε όμως τόσο διαφορετικό στην πράξη, από τη διαχρονική Κεντροδεξιά ρητορική, πέρα από το οριστικό ξεπέρασμα των διχαστικών διλημμάτων του παρελθόντος, που η ίδια η παγκόσμια ιστορία είχε αφήσει πίσω της.

Στην Ελλάδα, ο Γιάννης Λούλης εισήγαγε στην Κεντροδεξιά τον σχετικό όρο, μια που ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης τον απέφυγε θεωρώντας τον ένα σοσιαλδημοκρατικό τέχνασμα επιβίωσης μετά την πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού, με μια βασική όμως διαφορά. Η αναφορά σε “μεσαίο χώρο” δεν αφορούσε απευθείας διασύνδεση με το ασαφές ιδεολογικά Κέντρο. Ήταν μια πιο ουσιαστική ταύτιση με τη μεγάλη μεσαία κοινωνική τάξη, αυτή που συνήθως υπόκειται το περισσότερο φορολογικό βάρος και διαπνέεται από μία σειρά βασικών, διαχρονικών αστικών αξιών, απαιτώντας ανάλογη ανταπόδοση σε υπηρεσίες, κίνητρα για αναπτυξιακή πορεία, εθνική αξιοπρέπεια και πάταξη της εγκληματικότητας. Και κάπως έτσι η ΝΔ ξεπέρασε το 45% το 2004, για πρώτη φορά, μετά το 47% του 1990, έχοντας μάλιστα απέναντι της τον εκφραστή του New Labour στην Ελλάδα, Κώστα Σημίτη.

Γι’ αυτό και σήμερα η ΝΔ δεν αποτελεί μια μετατοπισμένη Νέα Νέα Δημοκρατία, με τα χαρακτηριστικά που υπονοούν κάποιες “διαφωτισμένες” μεταγραφές, και βιάστηκαν με έπαρση να διαλαλήσουν. Έπαρση που ορθώς ο ίδιος ο πρωθυπουργός επισήμανε ως μεγάλη παγίδα, στο επίσημο νικητήριο μήνυμά του. Μια ΝΔ, που κατά τη γνώμη τους, δεν μπολιάζεται κι επικαιροποιεί το λόγο της, όπως σοφά πράττει ο πρωθυπουργός, αλλά μετανοεί για την ιστορία της κι αποδέχεται για μοναδική αλήθεια μια παρελθοντική εκδοχή του Κέντρου από τα ’90ς.

Η ΝΔ παραμένει η μεγάλη, φιλελεύθερη, ευρωπαϊκή, πατριωτική Κεντροδεξιά, που εκτείνεται από τις παρυφές της Αριστεράς, όπως δηλώνει το καταστατικό της και το όραμα του ιδρυτή της, Κωνσταντίνου Καραμανλή και ενώνει την κοινωνία κάτω την ομπρέλα των κοινών αστικών αξιών που πάντα διέθετε η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού, πέρα από ακρότητες, μονομέρειες και εξιδανικεύσεις. Κι αυτό την κράτησε σταθερή με έναν πυρήνα άνω του 30% που ανάλογα με τις εξελίξεις και το εύρος των εναλλακτικών κυβερνητικών επιλογών διευρύνεται περαιτέρω.

Υ. Γ. 1 Ο Τσίπρας ακόμη δεν κατάλαβε τι έχει συμβεί. Αποτελεί ήδη μειοψηφία ανάμεσα στο εν δυνάμει 36% που τον εξέλεξε κάποτε πρωθυπουργό, αλλά περιμένει την επιβεβαίωση λίγων δεκάδων χιλιάδων εσωκομματικών του φίλων για να παραμείνει στην αρχηγία. Κι αν όντως πρόκειται για τον άνθρωπο που εκτόξευσε το ΣΥΡΙΖΑ από το 4% στο 36%, η καθίζηση του στα επίπεδα του 2012 τον επαναφέρει στην εκκίνηση της κούρσας. Και η επανεκκίνηση που απαιτείται με νέο κεντροαριστερό φορέα είναι σχεδόν αδύνατο να γίνει με κάποιον που κουβαλά τα βαρίδια και την απαξίωση της κυβερνησιμότητας.

Από την άλλη, το ΠΑΣΟΚ που ζει την ονείρωξη της επανάκαμψης της… Δημοκρατικής Παράταξης, δεν συνειδητοποιεί, ότι όταν από το 18% που έχασε ο ΣΥΡΙΖΑ, κέρδισε μόλις 3.5%, σημαίνει ότι οι παλαιοί σου ψηφοφόροι που σε εγκατέλειψαν με τη μνημονιακή στροφή, προτιμούν να στραφούν προς οποιαδήποτε άλλη επιλογή πάρα να επανέλθουν στην κοίτη τους γιατί πλέον δεν τη θεωρούν κοίτη και ιδεολογική βάση τους!

Υ.Γ. 2 Η Χρυσή Αυγή επέστρεψε από την πίσω πόρτα με ένα εκλογικό τέχνασμα που μένει να ελεγχθεί νομικά, αν και δεν τρέφουμε ελπίδες για το αποτέλεσμα. Αυτό που ονομάζουμε Ακροδεξιά στην Ελλάδα δεν έχει ενιαία μορφή και κακώς αθροίζεται. Ο εθνικοσοσιαλιστικός χρυσαυγιτισμός αποτελεί χωριστό κεφάλαιο με έναν δικό του εκλογικό πυρήνα, που φαίνεται ισχυρότερος του πραγματικού λόγω της αυξημένης αποχής, και δεν αντιμετωπίζεται μόνο με διώξεις. Απαιτούνταν και απαιτείται, θεσμική εμβάθυνση της Δημοκρατίας και του αισθήματος αξιοκρατίας και λογοδοσίας των πολιτικών, ώστε να περιορίζονται τα περιθώρια κάποιοι τυχάρπαστοι να παρουσιάζονται ως τιμητές του λαού, ενώ αποδεδειγμένα υπήρξαν βουτηγμένοι στο νεποτισμό και τον οπορτουνισμό στο βραχύ κοινοβουλευτικό τους βίο.

Υπάρχει βέβαια κι ένα ακόμη κομμάτι δεξιών ψηφοφόρων που χωρίς να ταυτίζονται απόλυτα με τους θεατρινισμούς των “επαγγελματιών” της πίστης και της παράδοσης, διαθέτουν έντονες εθνικές και κοινωνικές ανησυχίες, όπως όμως αποδείχθηκε αποτελούν μια μετακινούμενη μάζα που ενίοτε επανέρχεται στη ΝΔ, ανάλογα με τα εκάστοτε εκλογικά διλήμματα. Εκφράζουν, ίσως κάποιες φορές με λανθασμένο κι υπερβολικό τρόπο αγωνίες που υπάρχουν σε όλο το Δυτικό κόσμο, για το μεταναστευτικό, την οικονομική δυσπραγία. Αγωνίες που έφεραν τη Μελόνι στην εξουσία της Ιταλίας και φέρνουν το Afd στη Γερμανία 2ο δημοσκοπικά. Αγωνίες που χρειάζονται αξιόπιστες λύσεις και συνέπεια λόγων κι έργων από τους κυβερνώντες κι όχι συνολικό ανάθεμα και εξοστρακισμό.

Υ.Γ. 3 Καλή επιτυχία στο νέο κυβερνητικό σχήμα που έχει να αντιμετωπίσει πολλαπλές προκλήσεις σε δημοσιονομικό, μεταρρυθμιστικό κι αναπτυξιακό επίπεδο, ενώ την ίδια στιγμή θα πρέπει να σταθεί δυνατή απέναντι στις τουρκικές προκλήσεις. Ένα σχήμα 64 υπουργών, δεν το λες μικρό κι ευέλικτο. Μάλλον πρόκειται για ένα από τα πιο μεγάλα υπουργικά συμβούλια όλων των εποχών. Στην αποδοτικότητα θα κριθούν όλα κι ευχόμαστε οι αρμοδιότητες των υφυπουργών να είναι διακριτές το συντομότερο και να μη προκύψουν υπερκαλύψεις και ενδο-υπουργικές “συγκρούσεις” ευθυνών!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.