Η Μενδώνη και η χρήση των δημοσίων κτιρίων
Γράφει ο Κωνσταντίνος Μανίκας, σύμβουλος επιχειρήσεων – συγγραφέας
Η υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, αποφάσισε να πάψει την παραχώρηση, στον Σύλλογο Ελλήνων Αρχαιολόγων, ενός κτιρίου στην Ερμού όπου στεγάζονταν εδώ και χρόνια. Οι επικριτές της απόφασης μίλησαν για βεντέτα ανάμεσα στην υπουργό και τον σύλλογο και χαρακτήρισαν εκδικητική την απόφασή της. Ήταν όμως; Και το πιο ουσιαστικό και γενικότερο ερώτημα έχει να κάνει με τον τρόπο διαχείρισης των δημοσίων κτιρίων.
Ανεξάρτητα από τις επιμέρους διαφωνίες που πάντα έχουν τα εκάστοτε συνδικαλιστικά όργανα με την κρατική εξουσία, ως απότοκο των διεκδικητικών διαθέσεων τους αλλά και των ιδεολογικών προσανατολισμών τους, γιατί εκλαμβάνεται ως εκδικητική μια απόφαση που απλώς επαναφέρει στη λογική της βάση τη σχέση συνδικαλισμού και πολιτικής ηγεσίας ενός υπουργείου;
Από που προκύπτει ότι τα υπουργεία υποχρεούνται ή έστω οφείλουν να διευρευνούν την πιθανότητα προσφοράς στέγασης σε συνδικαλιστικούς φορείς; Ποια εθιμοτυπία κατοχυρώνει το δικαίωμα ενός φορέα να αξιοποιεί δημόσια περιουσία για δράσεις που δεν έχουν καμία σχέση με το συλλογικό καλό της κοινωνίας;
Πώς νοείται δήθεν υπέρμαχοι της διάκρισης των εξουσιών να θεωρούν θεμιτό ο συνδικαλισμός να εξαρτά την πορεία του από την “ελεημοσύνη” του κράτους; Ίσα, ίσα που ο σεβασμός απέναντι στον ρόλο και την αυτονομία του κινήματος θα έπρεπε θα έπρεπε να οδηγεί τους εκπροσώπους του στο να αποστρέφονται την οποιαδήποτε, άμεση ή έμμεση, συναναστροφή ή ακόμη χειρότερα σχέση εξάρτησης με την κυβέρνηση.
Από την πλευρά του κράτους, αυτή η υπόθεση είναι μια επιπρόσθετη επιβεβαίωση της διαχρονικής αδυναμίας να αξιοποιηθεί πλήρως και αποτελεσματικά η δημόσια ακίνητη περιουσία. Θυμάμαι στην αρχή της οικονομικής κρίσης να ανοίγει η συζήτηση για το πόσα πολλά κρατικά ακίνητα παραμένουν αχρησιμοποίητα ή είναι εκμισθωμένα σε ιδιώτες για πενιχρό αντίτιμο το οποίο μάλιστα συχνά ούτε καν καταβάλονταν, ενώ την ίδια στιγμή το δημόσιο πληρώνεται ακριβά μισθώματα για να στεγάσει υπηρεσίες της, που παρέμεναν διαμοιρασμένες στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα δυσχεραίνοντας την διοικητική συνεργασία και τελικά την αποτελεσματικότητα.
Κι αν από τότε έγιναν κάποιες γενναίες κινήσεις προς τον εξορθολογισμό, συμβάντα όπως το τωρινό με τη ΣΕΑ, έρχονται να μας υπενθυμίσουν ότι τα κατάλοιπα της μεταπολιτευτικής παράνοιας παραμένουν ισχυρά και συνεχίζουν να ποτίζουν με μονομέρειες και εμμονές κάθε δημόσια δραστηριότητα. Ας είναι η κίνηση της κ. Μενδώνη η επιβεβαίωση της κυβερνητικής διάθεσης για ολοκληρωτική σύγκρουση με όσα παράλογα επιμένουν να θεωρούν το δημόσιο βίο ιδεολογικό τσιφλίκι τους. Μόνο έτσι θα μπορούμε βάσιμα να ελπίζουμε ότι η Νέα Μεταπολίτευση, μετά τις απανωτές κρίσεις θα αποτελέσει όραμα ουσιαστικής αναγέννησης.