Τα ετερώνυμα έλκονται
Γράφει ο Σπαρτιάτης
Το περιστατικό της προηγούμενης εβδομάδας στον αέρα του καναλιού Ε, με την Τατιάνα Στεφανίδου ουσιαστικά να κόβει στον αέρα τηλεθεατή ως ‘χρυσαυγίτη’, το βουλευτή Λαγό να της κάνει μήνυση και τις δύο πλευρές να ανταλλάσσουν τελικά επιθετικές ανακοινώσεις συγκέντρωσε για άλλη μια φορά τα βλέμματα, όπως και κάθε σχεδόν περιστατικό στο οποίο εμπλέκεται η ΧΑ. Το πιο ενδιαφέρον ωστόσο στοιχείο δεν ήταν η διαμάχη ενός κόμματος με μια παρουσιάστρια εκπομπής, ούτε η μήνυση. Το μείζον ήταν η άμεση κινητοποίηση της αστυνομίας μετά τη μήνυση του Λαγού και η ενεργοποίηση της διαδικασίας του αυτοφώρου. Η Τατιάνα Στεφανίδου αναγκάστηκε να κρυφτεί για να αποφύγει τη σύλληψη.
Όσοι γνωρίζουν για τον τρόπο και την ταχύτητα λειτουργίας της δικαιοσύνης στην Ελλάδα ξέρουν ότι πολύ σπάνια ενεργοποιείται όντως η διαδικασία του αυτοφώρου για μηνύσεις σαν αυτή του Λαγού, καθώς παρά τη ρητή νομοθετική πρόβλεψη οι δυνατότητες της αστυνομίας και των δικαστηρίων είναι περιορισμένες. Η διαδικασία αυτή συνήθως κινείται για δραστικά και επικίνδυνα εγκλήματα. Ειδικά μάλιστα σε περιπτώσεις όπου εμπλέκονται γνωστά πρόσωπα οι αρχές είναι ιδιαίτερα διστακτικές. Το γεγονός συνεπώς ότι εν προκειμένω η αστυνομία επέδειξε τέτοια σπουδή για τη σύλληψη της διάσημης παρουσιάστριας δείχνει ότι υπήρξε ειδική εντολή για αυτό, εντολή που μόνο από τον πολιτικό προϊστάμενο της αστυνομίας θα μπορούσε να προέρχεται. Οι πρώτοι που το ξέρουν καλά αυτό είναι οι ίδιοι οι χρυσαυγίτες, που θυμούνται (και κατήγγειλαν τότε) πόσο ζήλο επέδειξε η αστυνομία για τη σύλληψη του Ηλία Κασιδιάρη το 2012 σε ανάλογη περίπτωση.
Ενδεχομένως λοιπόν υπήρξε πολιτική εντολή από την κυβέρνηση να κινηθεί η αστυνομία εναντίον της παρουσιάστριας που συγκρούστηκε με τη ΧΑ, με σκοπό προφανώς την αποθάρρυνση ανάλογων ενεργειών. Δεν είναι άλλωστε η πρώτη φορά που εφαρμόζεται η ίδια πρακτική, τελευταίο καιρό έχουμε δει ουκ ολίγες φορές να συλλαμβάνονται δημοσιογράφοι για ρεπορτάζ, άρθρα κτλ που ενοχλούσαν το ΣΥΡΙΖΑ και τους ΑΝΕΛ.
Αν ωστόσο τώρα έγινε το ίδιο για τη ΧΑ δε θα πρόκειται για τη μοναδική ενέργεια της κυβέρνησης που ευνοεί το εν λόγω κόμμα. Το τελευταίο χρονικό διάστημα έχει υπάρξει μια σειρά κινήσεων, μικρών μεν αλλά με ιδιαίτερο νόημα, που δείχνουν ότι οι δύο πλευρές δεν είναι τόσο μακριά όσο νομίζουμε. Ενδεικτικά αναφέρω την κοινή επίσκεψη βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ, των ΑΝΕΛ και της ΧΑ σε ακριτικά νησιά, στο πλαίσιο ενεργειών του ΥΠΕΘΑ, καθώς και το γεγονός ότι πρώτη φορά φέτος η κρατική-ελεγχόμενη από το ΣΥΡΙΖΑ ΕΡΤ έπαιξε ολόκληρο το πρωτοχρονιάτικο μήνυμα του Νίκου Μιχαλολιακου. Πρόκειται για μικρές κινήσεις που όμως ήταν στην ευχέρεια της κυβέρνησης να γίνουν και η πραγματοποίηση τους έχει ιδιαίτερη σημασία. Θα μπορούσε να σημαίνει ότι υπάρχει μια προσέγγιση ανάμεσα στις δύο πλευρές;
Η προφανής απάντηση είναι όχι καθώς απέχουν έτη φωτός από άποψη ιδεολογίας. Όπως όμως ξέρουμε καλά στις πολιτικές συμμαχίες η ιδεολογική συγγένεια είναι το λιγότερο που μετράει. Τρανή απόδειξη η ίδια η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, μοναδικό κοινό των οποίων είναι ο λαϊκισμός! Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ήδη αποδείξει ότι δεν υπολογίζει σε τέτοια εμπόδια αν πρόκειται να κερδίσει. Δε δίστασε να συμμαχήσει με τον Καμμένο και να δεχτεί το μνημόνιο για να παραμείνει στην εξουσία. Θα μπορούσε να συνεργαστεί και με τη ΧΑ για να πετύχει το ίδιο;
Εδώ έρχεται το ερώτημα τι έχει να κερδίσει ο ΣΥΡΙΖΑ από τη ΧΑ. Πολλά. Καταρχάς ήδη η ΧΑ έχει στηρίξει πολλές από τις πρωτοβουλίες της κυβέρνησης, στις οποίες προγραμματικά Στο δημοψήφισμα βρέθηκαν και σε κοινό στρατόπεδο. Η ΧΑ συνεχίζει να αποτελεί το μεγαλύτερο πονοκέφαλο της ΝΔ από άποψη διαρροής ψήφων
Το βασικότερο ωστόσο που θα είχε να κερδίσει είναι άλλο. Ανεξαρτήτως του χρόνου στον οποίο θα γίνουν εκλογές όλοι συμφωνούν ότι μοναδική ελπίδα του Τσίπρα να μείνει στην εξουσία είναι να μην καταφέρει η ΝΔ να σχηματίσει κυβέρνηση μετά. Σε αυτή την περίπτωση είτε θα πρέπει να συγκυβερνήσουν είτε θα ακολουθήσουν εκλογές με απλή αναλογική. Τότε ενδεχομένως το αποτέλεσμα να επιτρέπει στο ΣΥΡΙΖΑ να σχηματίσει κυβέρνηση ως δεύτερο κόμμα, αν υπάρχουν περισσότεροι πρόθυμοι να συνεργαστούν! Ήδη μπορεί να θεωρείται δεδομένη η συνεργασία ΑΝΕΛ και ΕΚ, αν αμφότεροι μπουν στη Βουλή, ενώ και οι τελευταίες εξελίξεις στο ΠΑΣΟΚ με την επιστροφή του Παπανδρέου και τη στροφή στα αριστερά δείχνουν ότι και το ΠΑΣΟΚ αποτελεί εν δυνάμει κυβερνητικό εταίρο. Άλλωστε και επισήμως καμία από τις δύο πλευρές δεν το αποκλείει. Τι γίνεται όμως αν ακόμα κι έτσι τα κουκιά δεν επαρκούν;
Σε αυτή την περίπτωση η ΧΑ που σίγουρα θα έχει πολλές έδρες στη νέα Βουλή θα ήταν χρήσιμη. Θα μπορούσε να εξασφαλίσει την πλειοψηφία των εδρών είτε με την ανοχή της στη νέα κυβέρνηση συνεργασίας που θα σχημάτιζε ο ΣΥΡΙΖΑ είτε με τη συμμετοχή της σε αυτήν. Το τελευταίο σενάριο είναι υπερβολικά ακραίο και ιδιαίτερα δύσκολο, ειδικά αν στην ίδια κυβέρνηση πρόκειται να συμμετέχει το ΠΑΣΟΚ. Και μόνο ωστόσο το γεγονός ότι υπήρξε συνεργασία ΣΥΡΙΖΑ-ΧΑ για μεμονωμένα ζητήματα, στα οποία η συμφωνία ήταν βαθιά ιδεολογική, δείχνει ότι θα μπορούσε να πάει και ένα επίπεδο παραπάνω. Άλλωστε παρά τις τεράστιες επιμέρους διαφορές τους τα δύο κόμματα ιδεολογικά συγκλίνουν στην αφετηρία τους, που είναι η αντίθεση με το ‘σύστημα’ (οικονομικό, πολιτικό κτλ), για αυτό και βρίσκουν κοινά σημεία. Αυτό θα μπορούσε να καταλήξει σε μιας μορφής συνεργασία;
Πρέπει βέβαια να δούμε και την άλλη πλευρά. Τι θα είχε να κερδίσει η ΧΑ από κάτι τέτοιο; Απάντηση: Νομιμοποίηση. Πολιτική νομιμοποίηση από την αποδοχή της ως μέρος του πολιτικού συστήματος που επηρεάζει τις εξελίξεις. Είναι δεδομένο άλλωστε ότι το κόμμα αυτό διάκειται απόλυτα εχθρικά προς τη ΝΔ μετά από τις ενέργειες της κυβέρνησης Σαμαρά που την οδήγησαν στα δικαστήρια και στο πολιτικό περιθώριο. Τυχόν συνεργασία οποιασδήποτε μορφής με μια κυβέρνηση θα σηματοδοτούσε τη λήξη της περιόδου απομόνωσης και το άνοιγμά της σε νέο πολιτικό κοινό.
Απ’ την άλλη βέβαια η συνεργασία με την αριστερά θα προκαλούσε μεγάλες αντιδράσεις στους οπαδούς της (όπως άλλωστε και στο ΣΥΡΙΖΑ). Και οι δύο πλευρές θα πρέπει να εκτιμήσουν κέρδη και απώλειες, εν τέλει όμως η όποια απόφαση ληφθεί θα είναι καθαρά πολιτική. Βέβαια το ανωτέρω σενάριο είναι μια απλή υπόθεση βασισμένη σε ενδείξεις, ενδεχομένως να μην είναι καν υπαρκτό. Αυτό όμως για το οποίο μπορούμε να είμαστε σίγουροι είναι ότι προκειμένου ο Τσίπρας να μείνει στην εξουσία δε θα δίσταζε να προχωρήσει ακόμα και σε κάτι τέτοιο. Και σε κάθε περίπτωση αν τα δείγματα προσέγγισης των δύο πλευρών πυκνώσουν ενδεχομένως δε θα πρόκειται για απλή σύμπτωση.