Με όπλο την ιστορική μνήμη και το ”Δεν ξεχνώ” Πόντος και Κύπρος!..
Γράφει η ”Κρινιώ Καλογερίδου” (Βούλα Ηλιάδου”), Συγγραφέας
Ένα από τα πολλά θέματα που διαφοροποιεί θετικά ή αρκούντως θετικά την κυβέρνηση της ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη από την αλήστου μνήμης εθνομηδενιστική του ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα είναι και η ευαισθητοποίησή της σε ιστορικά ευαίσθητα θέματα όπως αυτό της διεθνοποίησης της Γενοκτονίας των Ποντίων.
Σε μια εποχή προκλήσεων για τον Ελληνισμό και κρίσης των θεσμών στην αφυδατωμένη ελληνική δημοκρατία, αυτή η ευαισθητοποίηση αποκτά ιδιαίτερη αξία όταν προέρχεται απ’ την εκτελεστική εξουσία γιατί γίνεται παράδειγμα προς μίμηση, αφυπνίζει και ενεργοποιεί τα εθνικά αντανακλαστικά και επικαιροποιεί το ιστορικό παρελθόν ως διδαχή για το μέλλον.
Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η γνώση της ιστορίας των προγόνων μας μεταφέρει σ’ εμάς τους απογόνους συμπυκνωμένη την πείρα του παρελθόντος. Κι αυτό συνεπάγεται ότι μας βοηθά να προσεγγίζουμε κριτικά την πραγματικότητα, ενώ ταυτόχρονα μας διδάσκει και μας αποτρέπει από ιστορικά λάθη τύπου… Συνταγματαρχών στην Κύπρο ή τύπου Τσίπρα στις Πρέσπες.
Η ιστορία δεν είναι… ”Αλεξιάδα” λαϊκιστική που προσαρμόζεται στις ιδεοληψίες και τις αυταπάτες του κάθε κομματάρχη, αλλά γνώση εμπειρική που μας βοηθά να τοποθετηθούμε ρεαλιστικά και ορθολογιστικά απέναντι σε γεγονότα και καταστάσεις αποτρέποντας τη δημιουργία και τη διασπορά θεωριών που παραποιούν την αλήθεια και σχετίζονται με κομματικές ιδεολογίες ή συριζαίικα μυθεύματα τύπου… Φίλη.
Απάντηση στον π. υπουργό Παιδείας και τους ομοϊδεάτες του που αμφισβητούν τη Γενοκτονία των Ποντίων, έδωσε προ ημερών με την παρουσία και την εναρκτήρια ομιλία του ο Κυριάκος Μητσοτάκης στο 6ο Διεθνές Συνέδριο για το Έγκλημα της Γενοκτονίας τους (6-8 Δεκεμβρίου), που έγινε με αφορμή τη συμπλήρωση 100 χρόνων από τότε κι έστειλε πολλαπλά μηνύματα στους νεο-Οθωμανούς της απέναντι όχθης και τους ημεδαπούς θιασώτες τους, αρνητές της Γενοκτονίας.
Το ειδικότερο εξ αυτών μήνυμα του Πρωθυπουργού ήταν η δέσμευσή του να στηρίξει τον αγώνα των Ποντίων για αναγνώριση της γενοκτονίας των προγόνων τους. Το γενικότερο είχε να κάνει με την ιστορική λήθη επί τη βάσει του ”Οι λαοί που δε γνωρίζουν το παρελθόν τους είναι αναγκασμένοι να το ξαναζήσουν”.
Με δεδομένη αυτήν την ιστορική αλήθεια, ο πρωθυπουργός περιέγραψε λιτά το τι σηματοδοτεί για το μέλλον το συγκεκριμένο Συνέδριο σε συνάρτηση με αυτήν, αναφέροντας χαρακτηριστικά μεταξύ των άλλων:
– … Νομίζω ότι η μεγάλη σημασία του Συνεδρίου είναι ακριβώς ο προσανατολισμός του στο μέλλον. Πώς θα μάθουμε, πώς θα αποφύγουμε να ξαναζήσουμε στη δική μας ζωή τέτοιες τραγωδίες, οπουδήποτε στον κόσμο κι αν συμβαίνουν αυτές. ‟
”Πρέπει, δηλαδή, να αποκρυσταλλώσουμε συμπεράσματα τα οποία θα οπλίσουν τον σύγχρονο κόσμο, ώστε να μη ζήσουμε ΠΟΤΕ ΞΑΝΑ τέτοιες θηριωδίες. Και αυτό είναι μια παρακαταθήκη για ολόκληρη την ανθρωπότητα, όχι μόνο για τον Ποντιακό Ελληνισμό…
Εικοσιπέντε χρόνια μετά την αναγνώριση του Ολοκαυτώματος των 353.000 θυμάτων του Πόντου (24/2/’94) απ’ την Ολομέλεια του ελληνικού Κοινοβουλίου, που αναγνώρισε την 19η Μαΐου ως ημέρα ιστορικής μνήμης της Γενοκτονίας τους, ένας πρωθυπουργός – ο Κυριάκος Μητσοτάκης – δεσμεύτηκε να στηρίξει τους απογόνους τους στον διεθνή αγώνα τους για καταδίκη της τουρκικής θηριωδίας (1914-1923) σε βάρος των προγόνων τους.
Ήταν μια δέσμευση ρεαλιστική, μακριά από λαϊκιστικές επιδιώξεις, από έναν άνθρωπο που ηγείται ενός ιστορικού κόμματος με καταγεγραμμένες τις εθνικές του ευαισθησίες, αλλά και τα ιστορικά λάθη του (”Συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου”) ή τους ταπεινωτικούς και ανιστόρητους συμβιβασμούς του ( αποδοχή των τετελεσμένων της”συμφωνίας Πρεσπών” από την νυν κυβέρνηση).
Στη συγκεκριμένη ωστόσο περίπτωση, η θέση του κυβερνώντος κόμματος και του αρχηγού του ήταν ελπιδοφόρα και ξεκάθαρη, χωρίς τα ήξεις αφήξεις του Σκοπιανού που αντέστρεψαν άρδην το ενθουσιαστικό σκηνικό και το εθνεγερτικό κλίμα της ιστορικής μας δικαίωσης, το οποίο είχε διαμορφωθεί προεκλογικά προ της επελεύνουσας δημοσκοπικά στην εξουσία Νέας Δημοκρατίας.
Η επιτυχία, άλλωστε, της δήλωσης του Κυριάκου Μητσοτάκη υπέρ της διεκδίκησης επιβεβαιώθηκε απ’ την οργισμένη αντίδραση που προκάλεσε στην άλλη πλευρά, αυτήν της θρασύτατης Τουρκίας, που παραποιεί την Ιστορία και ως προς το θέμα αυτό προτρέποντας τον Πρωθυπουργό να μιμηθεί τον Ελευθέριο Βενιζέλο…
– Καλούμε την ελληνική ηγεσία να ακολουθήσει την οδό του Πρωθυπουργού της Ελλάδας Βενιζέλου, που υπέδειξε ως υποψήφιο για Νόμπελ ειρήνης τον μεγάλο ηγέτη Ατατούρκ, ο οποίος ίδρυσε τη Δημοκρατία της Τουρκίας δίνοντας αγώνα εναντίον του εισβολέα ελληνικού στρατού. Να παραμερίσει τις ονειροπόλες ιδεολογίες και να υιοθετήσει τις αρχές καλής γειτονίας και φιλίας, λέει η ανακοίνωση του ΥΠΕΞ της γείτονος χώρας.
Η απάντηση στην αληθή (ως προς το ιστορικό της μόνο σκέλος) αναφορά του Τούρκου εκπροσώπου έρχεται δια στόματος των ίδιων των εκπροσώπων του Διεθνούς Συνεδρίου:
– Δε μιλάμε για (εθνοφυλετικό) μίσος Ελλήνων και Τούρκων όταν ζητάμε τη διεθνή αναγνώριση της Γενοκτονίας των Ποντίων, αλλά για αγάπη προς αυτούς που σφαγιάστηκαν, για ιστορική τους δικαίωση και για τη νομική υπόσταση του θέματος…, τόνισε ο Πρόεδρος της Παμποντιακής Ομοσπονδίας Ελλάδος με αφορμή την επιτυχία του Διεθνούς Συνεδρίου.
– Σκοπός μας είναι να καταδείξουμε το ενιαίο σύνολο των εγκλημάτων γενοκτονίας οπουδήποτε κι αν τελούνται αυτά. Εναντίον οποιουδήποτε κι αν στρέφονται. Οι προσπάθειές μας θα αποτελέσουν ένα χρήσιμο εργαλείο στον αγώνα που κάνουμε για τη διεθνοποίηση του ζητήματος, υποστήριξε ο τέως Πρόεδρος της Ομοσπονδίας, προσθέτοντας:
Ενώ ο επίτιμος Πρόεδρος της Παμποντιακής Ομοσπονδίας Ελλάδος εξήρε την παρουσία του πρωθυπουργού στο Συνέδριο και την απόφασή του να πρωτοστατήσει στη διεθνοποίηση του Εγκλήματος που είχε συντελεστεί πριν από 25 χρόνια, λέγοντας:
– Το Συνέδριο αναδείχθηκε πάρα πολύ απ’ την παρουσία του Πρωθυπουργού. Αυτό που έγινε τις μέρες αυτές (6-8 Δεκεμβρίου) ήταν ένα αίτημα του οργανωμένου ποντιακού χώρου εδώ και πάρα πολλά χρόνια, για να αποφασίσει επιτέλους η Πολιτεία να θέσει το θέμα της Γενοκτονίας μας από την Τουρκία, ώστε να τη φέρει σε θέση όχι κατήγορου αλλά απολογούμενου για το Έγκλημα που διέπραξε…
Χαμογελώ μελαγχολικά καθώς διαβάζω τα λόγια του επιτίμου Προέδρου και φέρνω, άθελά μου, στον νου τον θερμότατο τρόπο με τον οποίο υποδέχθηκαν Ελλάδα και Κύπρος την ανακοίνωση του αποτελέσματος της ψηφοφορίας για την αναγνώριση της Αρμενικής Γενοκτονίας στην Αμερικανική Βουλή και την αναγνώρισή της απ’ την αμερικανική Γερουσία…
Θριαμβικά υποδέχθηκαν την αναγνώριση των Αρμενίων και οι Αμερικανοί (νομοθέτες, διπλωμάτες, ΜΜΕ και κοινή γνώμη), οι οποίοι – αναφερόμενοι στο γεγονός – έκαναν λόγο για απόδοση Δικαιοσύνης, συνδέοντας το γεγονός του ειδεχθούς Εγκλήματος της σφαγής απ’ τους Τούρκους 1,5 εκατομμυρίων Αρμενίων (1915) με την μιμητική ενέργεια του Χίτλερ και των ναζί να κατακάψουν 6 εκατομμύρια Εβραίους.
Τώρα θα με ρωτήσετε λογικά: Αφού δικαιώθηκαν, έστω κι ετεροχρονισμένα, οι Αρμένιοι, προς τι η μελαγχολία μου; Δεν προοικονομείται με την πράξη αυτή μια θετική απάντηση της διεθνούς κοινής γνώμης και για την περίπτωση των Ποντίων;
– Όσο βρίσκεται σε κινητικότητα το θέμα και πασχίζουμε οργανωμένοι κι απτόητοι, να φέρουμε εις πέρας την αποστολή μας, οι πιθανότητες αναγνώρισης της Γενοκτονίας των Ποντίων θα βαίνουν κλιμακούμενες, θα σας έλεγα με ειλικρίνεια.
Για να το πετύχουμε όμως αυτό, πρέπει να εκλείψουν οι κομματικές παραφωνίες και οι φιλοτουρκικές φωνές πολιτικών ή ”προοδευτικών”διανοουμένων, που δικαιώνουν το εθνικιστικό παραλήρημα του σφαγέα της απέναντι όχθης.
Πρέπει ακόμα να σχεδιάσουμε μεθοδικά, σε πολιτικό, επιστημονικό και διπλωματικό επίπεδο, κάθε μας βήμα που έχει για στόχο την αναγνώριση, εκμεταλλευόμενοι και το γεγονός ότι η Τουρκία του Ερντογάν – μετά την εισβολή στη Συρία – προκαλεί την απέχθεια πλέον των Αμερικανών, που ζητούν την κεφαλή του Ερντογάν επί πίνακι.
Ήτοι, βαριές κυρώσεις σε βάρος της χώρας του, γιατί δε σεβάστηκε ούτε τις Συνθήκες (τη Συνθήκη της Λωζάνης, εν προκειμένω, που προσδιόρισε τα σύνορα Τουρκίας-Συρίας) ούτε τα ανθρώπινα δικαιώματα των αμάχων Κούρδων ούτε το Διεθνές Δίκαιο.
Ωστόσο τόσο η Δικαιοσύνη στην Αμερική όσο και οι πολίτες της λογαριάζουν χωρίς τον ξενοδόχο τα βαρύτερα μέτρα κατά της Τουρκίας, γιατί αυτά που αποφάσισε ήδη ο Πρόεδρός τους είναι μέτρα-χάδι από φίλο σε φίλο και, εν προκειμένω, από τον Ντόναλντ στον νέο ”Αττίλα” Ταγίπ Ερντογάν, καθώς ” ο φίλος τον φίλον εν πόνοις και κινδύνοις ου λείπει”…
Κι αυτό, δυστυχώς, αφορά και εμάς εδώ και τους αδελφούς μας στην Κύπρο. Γιατί αμφότεροι φαίνεται να έχουμε ξεχάσει το ”ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ” της τουρκικής εισβολής και μιλάμε τώρα, όπως ακούω, για ”κατοχή του βορείου τμήματος της Κύπρου”, επιτιμώντας μάλιστα ως ”γραφικούς εθνικιστές” όσους επαναφέρουν το θέμα στη σωστή του διάσταση.
Αν συμβαίνει αυτό, είναι μια λάθος τακτική αυτή του κατευνασμού και της υποχωρητικότητας προ των απειλών της Τουρκίας, γιατί ισοδυναμεί με άτακτη υποχώρηση και συνθηκολόγηση σε βάρος των εθνικών μας θεμάτων.
Σε κάθε περίπτωση, το ”ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ” πρέπει να μείνει φάρος άσβηστος στην καρδιά και τη σκέψη μας, ώστε να υπάρξει δικαίωση για ό,τι έγινε σε βάρος των Ποντίων και των Κυπρίων αδελφών μας. Αν θέλουμε να μιλάμε για εθνική συνοχή και διατήρηση του οράματος ενός Ελληνισμού που ξέρει να αντιπαλεύει τις αντιξοότητες μέσα στο χρόνο με όπλο την ιστορική του μνήμη και τη θέληση των παιδιών του να τον ξαναστήσουν στα πόδια του…