Η μάχη της ανταγωνιστικότητας

Γράφει η Σοφία Βούλτεψη

Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας, όπως την παρέδωσε ο ΣΥΡΙΖΑ, είναι η ανταγωνιστικότητα. Πρόβλημα που είχε αρχίσει να αντιμετωπίζεται το 2014, όταν τον Ιούνιο είχε ανακοινωθεί πως από το 2011 η Ελλάδα είχε ανέβει 29 θέσεις στη σχετική κατάταξη της Παγκόσμιας Τράπεζας.

Η κατάσταση συνέχισε να βελτιώνεται και στους μήνες που ακολούθησαν και τον Σεπτέμβριο του 2014 ανακοινώθηκε η άνοδος της Ελλάδας κατά 10 θέσεις στην παγκόσμια κατάταξη ανταγωνιστικότητας των χωρών από το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ (World Economic Forum).

Είχαμε τότε βρεθεί στην 81η θέση μεταξύ 144 χωρών για την περίοδο 2014-15 από την 91 θέση την περίοδο 2013-14, κάτι που αντανακλούσε τη βελτίωση που είχε σημειώσει η χώρα στους περισσότερους από τους επιμέρους 12 δείκτες που αξιολογεί το WEF.

Οι συγκεκριμένοι δείκτες αφορούν τους θεσμούς, τις υποδομές, το μακροοικονομικό περιβάλλον, την υγεία και την πρωτοβάθμια εκπαίδευση, την ανώτερη εκπαίδευση και την επαγγελματική εκπαίδευση, την αποτελεσματικότητα των αγορών προϊόντων, την αποτελεσματικότητα της αγοράς εργασίας, την εξέλιξη της χρηματοπιστωτικής αγοράς, την τεχνολογική ετοιμότητα, το μέγεθος της αγοράς, το γνωστικό επίπεδο των επιχειρήσεων και την καινοτομία.

Η κατάταξη της Ελλάδας όσον αφορά τους 12 δείκτες και οι μεταβολές που σημειώνονται σε σχέση με την προηγούμενη έκθεση ήταν οι ακόλουθες:

– Στους θεσμούς σημειώθηκε άνοδος στην 85η θέση από την 103η θέση.

– Στις υποδομές η Ελλάδα ανέβηκε στην 36η από την 38η θέση.

– Στο μακροοικονομικό περιβάλλον σημειώθηκε άνοδος στην 135η θέση από την 147η θέση.

Η άνοδος αυτή οφειλόταν στη μεγάλη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος της χώρας στο 2,6% του ΑΕΠ από 6,4%, η οποία είχε ως αποτέλεσμα να ανεβεί η Ελλάδα στην 66η θέση όσον αφορά το ισοζύγιο του προϋπολογισμού της γενικής κυβέρνησης από την 130η θέση την προηγούμενη χρονιά. Όσον αφορά το δημόσιο χρέος, η Ελλάδα είχε βρεθεί στην 142η θέση από την 147η θέση την προηγούμενη χρονιά.

– Όσον αφορά στην αποτελεσματικότητα της αγοράς προϊόντων, σημειώθηκε μεγάλη άνοδος στην 85η από την 108η θέση.

– Άνοδος στην 118η από την 127η θέση καταγράφηκε και στην αποτελεσματικότητα της αγοράς εργασίας.

– Ως προς τη χρηματοπιστωτική αγορά, καταγράφηκε άνοδος στην 130η από την 138η θέση, με την Ελλάδα όμως να έχει όμως στον τομέα αυτό τη δεύτερη χειρότερη επίδοση (μετά το μακροοικονομικό περιβάλλον) μεταξύ των 12 δεικτών.

– Στον τομέα της τεχνολογικής ετοιμότητας, η χώρα διατήρησε την 39η θέση.

– Στον δείκτη του γνωστικού επιπέδου των επιχειρήσεων, καταγράφηκε άνοδος στην 74η από την 83η θέση.

– Στην καινοτομία, σημειώθηκε επίσης άνοδος στην 79η θέση από την 87η θέση.

Αλλά ακόμη και σε επιμέρους τομείς όπου είχε παρουσιαστεί μια υποχώρηση, αυτή αφορούσε το σύνολο των χωρών και πάντως βρισκόμασταν άνω του μέσου όρου.

Τον περασμένο Μάιο, όμως, η Ελλάδα βρέθηκε χαμηλότερα κατά μία θέση στην Παγκόσμια Επετηρίδα Ανταγωνιστικότητας 2019 του “Institute for Management Development” (IMD) της Ελβετίας, παρά τη βελτίωση που παρουσίασαν οι επιδόσεις της χώρας σε τρεις βασικές κατηγορίες δεικτών, αυτές της οικονομικής, κυβερνητικής και επιχειρηματικής αποτελεσματικότητας.

Με βάση 342 υποδείκτες, η Ελλάδα κατατάσσεται στην 58η θέση μεταξύ 63 χωρών, ανήκοντας στην ομάδα των δέκα κρατών-ουραγών, μαζί με τις χώρες Ουκρανία, Περού, Νότια Αφρική, Ιορδανία, Βραζιλία, Κροατία, Αργεντινή, Μογγολία και Βενεζουέλα. Σημειώνει μάλιστα τη δεύτερη χειρότερη επίδοση στην Ευρωπαϊκή Ένωση μετά την Κροατία (που είναι εξηκοστή), τη στιγμή που η Βουλγαρία και η Ρουμανία κατατάσσονται αντίστοιχα στην 48η και 49η θέση.

Συμπέρασμα: Η ανηφόρα είναι μεγάλη, αλλά δεν υπάρχει άλλος δρόμος…

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.