Φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ

Γράφει ο Ιάσων Χατζηγεωργίου, φοιτητής

Στην εποχή μας συνηθίζεται οι άνθρωποι να εκφραζόμαστε με βαρύγδουπες εκφράσεις και απόλυτες θέσεις. Ίσως επειδή κατέχουμε έναν, αντικειμενικά, μεγάλο όγκο -μη αξιοποιήσιμων- πληροφοριών. Ίσως επειδή για πρώτη φορά στα χρονικά δεν κινδυνεύουμε από επιδρομές αλλοφύλων και διαθέτουμε χρόνο να αερολογούμε. Ίσως επειδή η ομαδοποίηση με ομοϊδεάτες μας γίνεται εύκολα και γρήγορα, μέσω του ίντερνετ, και επιτρέπει την έκφραση γνώμης θρασέως και χωρίς το κατάλληλο γνωσιακό υπόβαθρο. Μάλλον όλα αυτά μαζί και άλλα τόσα. 

Η κοινωνία έχει ως δεδομένο (ελέω των λόγων που προαναφέρθηκαν) την πολυφωνία, η οποία στις υπάρχουσες τεχνολογικό-κοινωνικές συνθήκες προκαλεί μια χάβρα εξαιτίας της οποίας ούτε διάλογος μπορεί να δομηθεί αλλά ούτε και η αλήθεια να διαδοθεί. Σε αυτό τον συρφετό λοιπόν, όλοι οι χώροι θέλουν να βρουν βήμα έκφρασης. Η Εκκλησία, ως ένας -οριακά εννοούμενος- χώρος, κατέχει ένα βήμα στην δημόσια σφαίρα επιρροής και από το οποίο την ακούει ένα μερίδιο της κοινωνίας. Σε αντίθεση με όλους τους υπόλοιπους χώρους, αθλητικούς, κομματικούς, κοινωνικούς κ.α., η Εκκλησία ως σύνολο κρατάει πολύ ψηλά τον πήχη στην πλειοψηφία των τοποθετήσεών της δημόσια και εκφράζει με πολύ συγκεκριμένες μεθόδους τις θέσεις της.

Μια μέθοδος μέσα σε όλες τις άλλες, είναι τα κηρύγματα των ενοριών, σε κάθε γειτονιά κάθε Κυριακή. Άλλες είναι ο Λόγος του Θεού μέσω των Ευαγγελίων, οι συναναστροφές των πιστών αναμεταξύ τους και με τον έξω κόσμο, και η «Φωνή Κυρίου». Τι είναι η «Φωνή Κυρίου» μπορεί πολλές/οι να μην γνωρίζουν. Κοντολογίς, είναι ένα δισέλιδο φυλλάδιο που διανέμεται κάθε Κυριακή στους ναούς όλης της επικράτειας, το οποίο περιέχει ένα μήνυμα – επάνω στην Εκκλησιαστική θεματολογία της ημέρας- και είναι εγκεκριμένο από την Ιερά Σύνοδο. 

Αυτό το φυλλαδιάκι λοιπόν, το ευτελές χαρτί, είναι η εβδομαδιαία τοποθέτηση (ενός σημαντικότατου, ιστορικότατου και ιερότατου) χώρου στον δημόσιο λόγο. Το όλο θέμα για να αξιολογηθεί είναι το τι γράφει, πως το γράφει και πως διανέμεται. 

Όλες οι έντυπες κυκλοφορίες της «Φωνής Κυρίου», γράφονται με άρτιο λεξιλόγιο και συντακτικό, με μεστό λόγο. Δεν είναι τα κρισιμότερα στοιχεία για ένα φυλλάδιο που θέλει κάτι να πει, αλλά αν μη τι άλλο είναι λεπτομέρειες που κάνουν την διαφορά, και κυρίως που λείπουν. Ο δημόσιος λόγος πλέον βρίθει από τοποθετήσεις γεμάτες προχειρότητα και τσαπατσουλιά, στοιχεία που όχι μόνο δείχνουν την αδιαφορία με την οποία προσεγγίζεται ένα θέμα από διάφορους φορείς και ανθρώπους, αλλά δυστυχώς συμπαρασέρνουν και όλους τους πολίτες προς μια χειρότερη εκφραστική κατάσταση. Μας γίνεται συνήθεια ο «καφενειακός» διάλογος, η αγραμματοσύνη. Χάνεται η ευφράδεια λόγου, το πλούσιο Ελληνικό λεξιλόγιο και οι δομημένες τοποθετήσεις. Η Εκκλησία έρχεται να κάνει την διαφορά.

Κυρίως αξίζει μνεία στα γραφόμενα στην «Φωνής Κυρίου», στο μήνυμα που θέλει κάθε φορά να περάσει στους πιστούς-αναγνώστες. Και τι είναι αυτό; Τίποτα λιγότερο από μηνύματα αγάπης. Διαβάζουμε στην τελευταία έκδοσή της (φύλλο της 13ης Νοεμβρίου 2022): «Καλούμαστε λοιπόν […] να δίνουμε εμπράκτως το «παρών» στην καθημερινότητα του ξένου, του διπλανού, του πλησίον, είτε ανήκει στην στρατευομένη Εκκλησία, δηλαδή στο σύνολο των βαπτισμένων πιστών, είτε βρίσκεται εκτός αυτής». Μια πρόταση που σφύζει από αδιάκριτη αγάπη, χωρίς να ηθικολογεί και να κρατάει τους τύπους. Αλλού διαβάζουμε τα εξής: «Χρειάζεται να αγαπάμε τον άλλον, τον έτερο, τον διαφορετικό, όπως αγαπάμε τον ίδιο μας τον εαυτό». Τυπικό και χιλιοειπωμένο μήνυμα θα σκεφτούν πολλοί. Αλλά εάν ήταν αυτονόητο, πότε ήταν η τελευταία φορά που ακούσαμε τόσο ξεκάθαρες και σαφώς ορισμένες εκφράσεις υπέρ της αγάπης; Εάν είναι τόσο δεδομένα αυτά τα ειρηνευτικά μηνύματα γιατί τα εντοπίζουμε στον δημόσιο λόγο σπανιότατα; Το όλο εγχείρημα της έκδοσης μιας εβδομαδιαίας έντυπης έκδοσης είναι αξιοθαύμαστο όταν συνειδητοποιούμε πως καταφέρνει να τοποθετείται αναδρομικά αλλά πάντοτε επίκαιρα, κρατώντας το μήνυμά της γύρω από έναν κεντρικό άξονα: Αγάπη. 

Αν μη τι άλλο βιώνουμε έντονες διαμάχες μεταξύ κοινωνικών ομάδων. Και έρχεται η Εκκλησία μέσα σε μια φουρτουνιασμένη ανθρωπότητα να φέρει το μοναδικό μήνυμα απόλυτης συμφιλίωσης και την νηνεμία, ακριβώς όπως έκανε ο Αρχηγός της 2.000 χρόνια πριν. Και αυτό της το μήνυμα δεν επιχειρεί να το επιβάλλει. Θα το διαβάσεις αν θες, όταν θες. Θα σε περιμένει στο παγκάρι κάθε εβδομάδα, χωρίς να απαιτεί καταβολή χρηματικού αντιτίμου. Γιατί έτσι οφείλει να κάνει ο ‘‘χώρος’’ που υπηρετεί τον Θεό και τον άνθρωπο. Να σέβεται. Το κάνει και με το παραπάνω. Και ξανά: Εάν είναι τόσο αυτονόητη η κίνηση τοποθέτησης φυλλαδίων σε ορισμένο χώρο και χρόνο, τα οποία διανέμονται χωρίς πίεση και τιμή στον περαστικό, τότε γιατί δεν τη βιώνουμε συχνότερα;

Έχουμε λοιπόν μια έντυπη κυκλοφορία που μιλάει για το απόλυτο καλό, δομείται άρτια και διανέμεται όπως και όταν πρέπει. Γιατί δεν λαμβάνει ιδιαίτερη προσοχή; Γιατί απλούστατα δεν είναι μια βαρετή «παπαδίστικη» ομιλία της Εκκλησιαστικής νομενκλατούρας, είναι επαναστατική προκήρυξη. Καλεί σε επανάσταση έναντι των παθών μας, της αδύναμης ανθρώπινης φύσης και των άγριων ενστίκτων μας που θέλουν τον συνάνθρωπο να υποφέρει. Και τα καθεστώτα ποτέ δεν προώθησαν επαναστατικές φυλλάδες. Οι θέσεις που εκφράζονται στον δημόσιο λόγο, κρίνονται από το πρωί μέχρι το βράδυ. Κακεντρεχείς τύποι ξημεροβραδιάζονται στα πληκτρολόγια και τα στέκια να θάβουν τον απέναντι, να υπονομεύουν τους σκοπούς των άλλων και να καλλιεργούν διχόνοια. Την Φωνή Κυρίου δεν την έκριναν ποτέ, γιατί κανένας μας δεν μπορεί. Γιατί εάν παίξεις με την φωτιά θα καείς. Και όχι επειδή θα σε εκδικηθεί ο Θεός ή κάποιος εκπρόσωπός του επί Γης, αλλά επειδή στην προσπάθειά σου να εντοπίσεις ατασθαλίες στον Λόγο, στην Φωνή αυτή, θα τα παρατήσεις. Προφανώς στην αποχή από τον σχολιασμό της Φωνής Κυρίου, εκτός από τον φόβο της αποτυχίας κατά την αξιολόγηση των γραφομένων της Εκκλησίας, κρύβεται και ένα πιο μεγαλόπνοο σχέδιο. Περιθωριοποίηση χώρων μέχρις ότου ο κόσμος ξεχάσει πως υπάρχουν, έως ότου η φλόγα σβήσει, έως ότου η Φωνή σιγήσει. 

Ευτυχώς, η Φωνή Κυρίου δεν θα σιγήσει ποτέ. Διότι το πανανθρώπινο μήνυμα της αγάπης, είναι διαχρονικό. Όσο και αν πολεμηθεί στο τέλος θα ακουστεί. Το μόνο κρίμα είναι πως όσο επιλέγουμε να αγνοούμε την φωνές που έχουν κάτι να πουν και δίνουμε προσοχή σε όσες θέλουν οι απέναντι τους κάτι να μην πουν, τόσο θα οδεύουμε προς τον πάτο. Ας μην απορούμε πως φτάσαμε μέχρι εδώ. Η απάντηση είναι απλή: Κάναμε την Φωνή Κυρίου, Φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ. 

ΥΓ1: Συχνά βρίσκουμε στα φυλλάδια και θέσεις που μας εκπλήσσουν ακόμη περισσότερο, και η έκπληξη δικαιολογείται λόγω του επιπέδου στο οποίο μας έχουν συνηθίσει οι δημόσιες τοποθετήσεις στο σήμερα. Μια από αυτές είναι και η αυτοκριτική των ιερωμένων, όπως για παράδειγμα η διαρκής αναφορά στον ανάξιο ιερέα του Ευαγγελίου της Κυριακής που δεν βοήθησε τον συνάνθρωπό του. Οι συγγραφείς του φυλλαδίου, που είναι ιερείς, τονίζουν το ότι υπάρχουν και ανάξιοι ιερείς. Μην τα ξαναλέμε. Εάν ήταν αυτονόητο…

One thought on “Φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ

  • 17/11/2022, 21:44
    Permalink

    Πολύ όμορφο! Παίζει να είναι και η πρώτη φορά που διαβάζω άρθρο για το συγκεκριμένο εκκλησιαστικό φυλλάδιο, σκέψεις που και γω πολλές φορές σκέφτομαι διαβάζοντας το

    Σχολιάστε

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.